Οι άνθρωποι
Οι άνθρωποι είναι αναπόσπαστο κομμάτι του φυσικού περιβάλλοντος.
Είναι επόμενο, από τη στιγμή της εμφάνισης τους πάνω στο πλανήτη, να συνυπάρχουν αλλά και να προσδιορίζονται από τις εκάστοτε συνθήκες αλλά και τις οποιεσδήποτε μεταβολές βρίσκονται σε εξέλιξη τριγύρω τους.
Είναι σημαντικό να διευκρινίσουμε, όταν αναφερόμαστε....
στο φυσικό περιβάλλον, να το αντιληφθούμε με την πλατιά του έννοια και όχι μόνο με τους γεωλογικούς ή κλιματολογικούς παράγοντες.
Ανεξάρτητα από το σε ποιο ή ποια σημεία της γης και με ποια χαρακτηριστικά εμφανίστηκε το ανθρώπινο γένος, εκείνο που έχει σημασία είναι πως διαμορφώθηκε σε σχέση με τις συνθήκες στις οποίες βρέθηκε και ακολούθησε και αυτό τη φυσική πορεία που είχαν και διάφοροι άλλοι οργανισμοί.
Όποτε οι άνθρωποι βρίσκονταν στην δίνη εκτεταμένων και εντόνων γεωλογικών κλιματολογικών και γενικότερα φυσικών μεταβολών, αναγκάζονταν για μεγάλα χρονικά διαστήματα να μετακινούνται από το ένα μέρος στο άλλο. Είναι άτοπο να θεωρήσουμε ότι οι μετακινήσεις αυτές γίνονταν με ατομικό τρόπο και αποτελούσαν ατομική προσπάθεια, αφού κάτι τέτοιο είχε πιθανότητες αυτοκαταστροφής. Έτσι αποκλείουμε την μεμονωμένη μετακίνηση, σαν κανόνα, έχοντας υπ’ όψη μας ότι το ανθρώπινο γένος είναι αποδεδειγμένα αγελαίο.
Οι φυσικές αυτές διεργασίες τού προσέφεραν την δυνατότητα προσαρμογής στις διαμορφούμενες καταστάσεις, την ανάπτυξη των φυσικών δυνατοτήτων του και, στη τελική φάση, τη δημιουργία ενός σχετικά σταθερού περιβάλλοντος, με όλες εκείνες τις συνθήκες για την επιβίωση και τη δημιουργία των απαραίτητων προϋποθέσεων διαβίωσης.
Η φυσική διεργασία, μπόρεσε να διαμορφώσει, μέσα από πολυποίκιλες και καθοριστικές γενετικές διεργασίες, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και τις διαφοροποιήσεις (όσον αφορά τα ιδιαίτερα γνωρίσματα) του ανθρωπίνου γένους. Έτσι, διαφορές, για παράδειγμα στο χρώμα του δέρματος, πηγάζουν από τις διαφορετικές φυσικές συνθήκες που διαμορφώθηκαν μακρόχρονα και επέδρασαν σημαντικά στα βασικά γενετικά χαρακτηριστικά του ανθρώπινου γένους. Σε κάθε περίπτωση, όλα αυτά δεν εξαλείφουν, ούτε υποβαθμίζουν στο ελάχιστο το γεγονός της ουσιαστικής και καταλυτικής σχέσης του ανθρώπου με το περιβάλλον, αλλά αντίθετα την υπερτονίζουν και την κάνουν ευδιάκριτη και αδιαμφισβήτητη.
Η μετακίνηση
Η διαμόρφωση του ανθρώπινου γένους είναι φανερό ότι συναρτάται με δυο βασικά χαρακτηριστικά, την μετακίνηση και την εγκατάσταση σε κάποιο σημείο. Είναι αναμενόμενο, οποιοσδήποτε βρίσκεται σε ένα περιβάλλον που μεταβάλλεται, δημιουργώντας κινδύνους για την ύπαρξη του (έλλειψη φυσικών πόρων ή πόλεμοι), να είναι υποχρεωμένος σε διαρκή μετακίνηση.
Έτσι πραγματοποιήθηκαν σημαντικές γενετικές διεργασίες με την αλλεπάλληλη πρόσμιξη μεταξύ ανθρώπινων ομάδων. Είναι κοινά αποδεκτό πως μια κλειστή ομάδα ανθρώπων φθείρεται βιολογικά και αυτό αποφεύγεται μόνο στο βαθμό που επέρχεται η ανανέωση και συμπλήρωση των βιολογικών χαρακτηριστικών μέσα από γενετικές προσμίξεις.
Η μετακίνηση υπήρξε ένας ουσιαστικός τρόπος ώστε να αντιμετωπισθούν οι κίνδυνοι που απειλούσαν την επιβίωση του και η εγκατάσταση σταθεροποίησε ένα σημαντικό χαρακτηριστικό για την πορεία του ανθρώπινου γένους, την κοινότητα. Μολονότι η εγκατάσταση και η αξιοποίηση των δημιουργικών δυνατοτήτων των ανθρώπων αναδεικνύει την κοινότητα ή τα περισσότερα χαρακτηριστικά που οδηγούν στο σχηματισμό της, υπάρχουν δυο ακόμα σημαντικά στοιχεία: το γένος και η φυλή.
Το γένος και η φυλή
Το γένος (clan) θεωρείται από τις πιο σαφείς μορφές κοινοτικής οργάνωσης. Το γένος μορφοποιείται μέσα από την αγέλη που καθοριστικά στοιχεία της έχει τις αμοιβαίες, αμφίδρομες και συνεχώς μεταβαλλόμενες σχέσεις. Οι αμοιβαίες αυτές σχέσεις αναπτύσσονται με τρόπο καταφατικό, δημιουργώντας μια σύνθεση ανάμεσα στις επιθυμίες και τις θελήσεις των ανθρώπων, και δεν είναι αποτέλεσμα επιβολής. Αντίθετα, οι σχέσεις οι οποίες επιβάλλονται στερούνται δημιουργικής σύνθεσης, στην ουσία είναι σχέσεις αφομοίωσης του ενός μέρους από το άλλο, αλληλοαναιρούνται και δεν μπορούν να εκφραστούν δημιουργικά. Τα κοινά χαρακτηριστικά, που είναι αποδεκτά και τα οποία συνδέουν με λειτουργικό τρόπο τους ανθρώπους είναι απαραίτητα για τη διαμόρφωση του γένους.
Η συνύπαρξη πολλών γενών διαμορφώνει τη φυλή. Κατά τον ίδιο τρόπο, για τη διαμόρφωση μιας φυλής θα πρέπει να υπάρχουν κοινά στοιχεία τα οποία θα είναι ικανά να διευκολύνουν τη σύσταση ενός ουσιαστικού συνδέσμου ανάμεσα στα διάφορα γένη. Τα κοινά αυτά στοιχεία, προκύπτουν από τη συμφωνία, δηλαδή οι άνθρωποι να καταλήξουν σε κοινές αποφάσεις και πρακτικές.
Το κυριότερο χαρακτηριστικό που μπορούμε να έχουμε υπ’ όψη μας όταν αναφερόμαστε σε φυλές, είναι πως αποτελούν διαφοροποιήσεις ανάμεσα στο γένος των ανθρώπων. Είναι απαραίτητο να τονισθεί πως η διαφοροποίηση βρίσκεται σαφέστατα σε αντιδιαστολή με το διαχωρισμό. Έτσι, ενώ στην περίπτωση της διαφορετικότητας αναφερόμαστε σε ομοειδείς καταστάσεις, εξ ίσου σημαντικές μεταξύ τους, αντίθετα με το διαχωρισμό, έχουμε σχέσεις διαβάθμισης, κατηγοριοποίησης, αξιολόγησης και ιεραρχίας, γεγονός που δεν αφορά όμοια είδη αλλά όσα συνήθως χαρακτηρίζονται σαν ανώτερα ή κατώτερα, υποδεέστερα ή σημαντικά.
Ανεξάρτητα από το σε ποιο ή ποια σημεία της γης και με ποια χαρακτηριστικά εμφανίστηκε το ανθρώπινο γένος, εκείνο που έχει σημασία είναι πως διαμορφώθηκε σε σχέση με τις συνθήκες στις οποίες βρέθηκε και ακολούθησε και αυτό τη φυσική πορεία που είχαν και διάφοροι άλλοι οργανισμοί.
Όποτε οι άνθρωποι βρίσκονταν στην δίνη εκτεταμένων και εντόνων γεωλογικών κλιματολογικών και γενικότερα φυσικών μεταβολών, αναγκάζονταν για μεγάλα χρονικά διαστήματα να μετακινούνται από το ένα μέρος στο άλλο. Είναι άτοπο να θεωρήσουμε ότι οι μετακινήσεις αυτές γίνονταν με ατομικό τρόπο και αποτελούσαν ατομική προσπάθεια, αφού κάτι τέτοιο είχε πιθανότητες αυτοκαταστροφής. Έτσι αποκλείουμε την μεμονωμένη μετακίνηση, σαν κανόνα, έχοντας υπ’ όψη μας ότι το ανθρώπινο γένος είναι αποδεδειγμένα αγελαίο.
Οι φυσικές αυτές διεργασίες τού προσέφεραν την δυνατότητα προσαρμογής στις διαμορφούμενες καταστάσεις, την ανάπτυξη των φυσικών δυνατοτήτων του και, στη τελική φάση, τη δημιουργία ενός σχετικά σταθερού περιβάλλοντος, με όλες εκείνες τις συνθήκες για την επιβίωση και τη δημιουργία των απαραίτητων προϋποθέσεων διαβίωσης.
Η φυσική διεργασία, μπόρεσε να διαμορφώσει, μέσα από πολυποίκιλες και καθοριστικές γενετικές διεργασίες, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και τις διαφοροποιήσεις (όσον αφορά τα ιδιαίτερα γνωρίσματα) του ανθρωπίνου γένους. Έτσι, διαφορές, για παράδειγμα στο χρώμα του δέρματος, πηγάζουν από τις διαφορετικές φυσικές συνθήκες που διαμορφώθηκαν μακρόχρονα και επέδρασαν σημαντικά στα βασικά γενετικά χαρακτηριστικά του ανθρώπινου γένους. Σε κάθε περίπτωση, όλα αυτά δεν εξαλείφουν, ούτε υποβαθμίζουν στο ελάχιστο το γεγονός της ουσιαστικής και καταλυτικής σχέσης του ανθρώπου με το περιβάλλον, αλλά αντίθετα την υπερτονίζουν και την κάνουν ευδιάκριτη και αδιαμφισβήτητη.
Η μετακίνηση
Η διαμόρφωση του ανθρώπινου γένους είναι φανερό ότι συναρτάται με δυο βασικά χαρακτηριστικά, την μετακίνηση και την εγκατάσταση σε κάποιο σημείο. Είναι αναμενόμενο, οποιοσδήποτε βρίσκεται σε ένα περιβάλλον που μεταβάλλεται, δημιουργώντας κινδύνους για την ύπαρξη του (έλλειψη φυσικών πόρων ή πόλεμοι), να είναι υποχρεωμένος σε διαρκή μετακίνηση.
Έτσι πραγματοποιήθηκαν σημαντικές γενετικές διεργασίες με την αλλεπάλληλη πρόσμιξη μεταξύ ανθρώπινων ομάδων. Είναι κοινά αποδεκτό πως μια κλειστή ομάδα ανθρώπων φθείρεται βιολογικά και αυτό αποφεύγεται μόνο στο βαθμό που επέρχεται η ανανέωση και συμπλήρωση των βιολογικών χαρακτηριστικών μέσα από γενετικές προσμίξεις.
Η μετακίνηση υπήρξε ένας ουσιαστικός τρόπος ώστε να αντιμετωπισθούν οι κίνδυνοι που απειλούσαν την επιβίωση του και η εγκατάσταση σταθεροποίησε ένα σημαντικό χαρακτηριστικό για την πορεία του ανθρώπινου γένους, την κοινότητα. Μολονότι η εγκατάσταση και η αξιοποίηση των δημιουργικών δυνατοτήτων των ανθρώπων αναδεικνύει την κοινότητα ή τα περισσότερα χαρακτηριστικά που οδηγούν στο σχηματισμό της, υπάρχουν δυο ακόμα σημαντικά στοιχεία: το γένος και η φυλή.
Το γένος και η φυλή
Το γένος (clan) θεωρείται από τις πιο σαφείς μορφές κοινοτικής οργάνωσης. Το γένος μορφοποιείται μέσα από την αγέλη που καθοριστικά στοιχεία της έχει τις αμοιβαίες, αμφίδρομες και συνεχώς μεταβαλλόμενες σχέσεις. Οι αμοιβαίες αυτές σχέσεις αναπτύσσονται με τρόπο καταφατικό, δημιουργώντας μια σύνθεση ανάμεσα στις επιθυμίες και τις θελήσεις των ανθρώπων, και δεν είναι αποτέλεσμα επιβολής. Αντίθετα, οι σχέσεις οι οποίες επιβάλλονται στερούνται δημιουργικής σύνθεσης, στην ουσία είναι σχέσεις αφομοίωσης του ενός μέρους από το άλλο, αλληλοαναιρούνται και δεν μπορούν να εκφραστούν δημιουργικά. Τα κοινά χαρακτηριστικά, που είναι αποδεκτά και τα οποία συνδέουν με λειτουργικό τρόπο τους ανθρώπους είναι απαραίτητα για τη διαμόρφωση του γένους.
Η συνύπαρξη πολλών γενών διαμορφώνει τη φυλή. Κατά τον ίδιο τρόπο, για τη διαμόρφωση μιας φυλής θα πρέπει να υπάρχουν κοινά στοιχεία τα οποία θα είναι ικανά να διευκολύνουν τη σύσταση ενός ουσιαστικού συνδέσμου ανάμεσα στα διάφορα γένη. Τα κοινά αυτά στοιχεία, προκύπτουν από τη συμφωνία, δηλαδή οι άνθρωποι να καταλήξουν σε κοινές αποφάσεις και πρακτικές.
Το κυριότερο χαρακτηριστικό που μπορούμε να έχουμε υπ’ όψη μας όταν αναφερόμαστε σε φυλές, είναι πως αποτελούν διαφοροποιήσεις ανάμεσα στο γένος των ανθρώπων. Είναι απαραίτητο να τονισθεί πως η διαφοροποίηση βρίσκεται σαφέστατα σε αντιδιαστολή με το διαχωρισμό. Έτσι, ενώ στην περίπτωση της διαφορετικότητας αναφερόμαστε σε ομοειδείς καταστάσεις, εξ ίσου σημαντικές μεταξύ τους, αντίθετα με το διαχωρισμό, έχουμε σχέσεις διαβάθμισης, κατηγοριοποίησης, αξιολόγησης και ιεραρχίας, γεγονός που δεν αφορά όμοια είδη αλλά όσα συνήθως χαρακτηρίζονται σαν ανώτερα ή κατώτερα, υποδεέστερα ή σημαντικά.
Δεν μπορούμε να αμφισβητήσουμε το γεγονός, ότι στη μακρόχρονη ιστορία των ανθρώπων υπήρξαν αιματηρές συγκρούσεις ανάμεσα σε φυλές αυτό, όμως, δεν σημαίνει καθιέρωση του διαχωρισμού ανάμεσα στα είδη του ανθρώπινου γένους. Ούτε φυσικά αυτό μπορεί να σημαίνει ανωτερότητα των φυλών που επικράτησαν. Δεν είναι δυνατόν να πιστέψει κανείς πως οι διάφορες φυλές βρίσκονταν μέσα σε μια διαρκή διαμάχη. Τα πραγματικά γεγονότα στην ανθρώπινη διαδρομή έχουν αποδείξει ότι ομάδες ανθρώπων με διαφορετικά φυλετικά χαρακτηριστικά έχουν αναμιχθεί, ώστε είναι δύσκολο να υπάρχει μια αμιγής φυλή. Από αυτή την άποψη ακόμα και αυτός ο καταμερισμός των ανθρώπων σε φυλές δεν ανταποκρίνεται σε μια ουσιαστική και απόλυτη κατάσταση, αλλά αποτελεί ένα τρόπο μέσα από τον οποίο αναδεικνύεται η διαφορετικότητα των συνθηκών στις οποίες κατά περιόδους βρέθηκαν και έζησαν ομάδες ανθρώπων.
Οι θεωρίες περί ανωτερότητας, της όποιας φυλής, μπορούν να χαρακτηριστούν γελοίες, αστείες, ηλίθιες αν μέσα από αυτές δεν εκδηλωνόταν, με τον πιο απεχθή και αντιανθρώπινο τρόπο, η βαρβαρότητα της κυριαρχίας. Όλες οι ρατσιστικές αντιλήψεις που εκπορεύονται από την ιδεολογία της κυριαρχίας και προωθούνται από διάφορα κομμάτια της, στηρίζονται στο επιχείρημα πως η εξαθλίωση είναι αποτέλεσμα της ύπαρξης ξένων εργατών. Η ύπαρξη του κράτους και των κυριαρχικών σχέσεων και επιβολών πάνω στους ανθρώπους γεννούν κάθε στιγμή τη στέρηση, την ανεργία, τον αγώνα για επιβίωση προκαλώντας σε κάποιους την αποδοχή ρατσιστικών απόψεων και πρακτικών.
Οι θεωρίες περί ανωτερότητας, της όποιας φυλής, μπορούν να χαρακτηριστούν γελοίες, αστείες, ηλίθιες αν μέσα από αυτές δεν εκδηλωνόταν, με τον πιο απεχθή και αντιανθρώπινο τρόπο, η βαρβαρότητα της κυριαρχίας. Όλες οι ρατσιστικές αντιλήψεις που εκπορεύονται από την ιδεολογία της κυριαρχίας και προωθούνται από διάφορα κομμάτια της, στηρίζονται στο επιχείρημα πως η εξαθλίωση είναι αποτέλεσμα της ύπαρξης ξένων εργατών. Η ύπαρξη του κράτους και των κυριαρχικών σχέσεων και επιβολών πάνω στους ανθρώπους γεννούν κάθε στιγμή τη στέρηση, την ανεργία, τον αγώνα για επιβίωση προκαλώντας σε κάποιους την αποδοχή ρατσιστικών απόψεων και πρακτικών.
Η πατρίδα
Η έννοια της πατρίδας είχε συγκεκριμένο περιεχόμενο σε σχέση με παλιότερες καταστάσεις που βίωσαν οι άνθρωποι. Εκεί που ελεύθερα εγκαθίσταται μια ομάδα ανθρώπων και αναπτύσσει τις ικανότητες της προκειμένου να διαβιώσει, δημιουργείται μια σχέση προστασίας του περιβάλλοντος και ένας αρκετά ισχυρός δεσμός ανάμεσα στους ανθρώπους.
Το γεγονός πως οι άνθρωποι υπερασπίζονταν το συγκεκριμένο χώρο και τα όσα δημιούργησαν σε αυτόν είναι αυτονόητο, και θα ήταν βλακώδες να μην το κάνουν. Αλλά πρώτιστα υπερασπίζονταν απέναντι σε πάντως είδους προσβολές την ίδια τους την ύπαρξη και δευτερευόντως το συγκεκριμένο χώρο του οποίου η υπεράσπιση αυτή καθ’ αυτή δεν θα είχε καμιά ιδιαίτερη σημασία.
Ο πατριωτισμός, λοιπόν, είναι μια κενή περιεχομένου έννοια, στο βαθμό που αποσυνδέεται από τους ανθρώπους και τις πραγματικές επιθυμίες και ανάγκες τους, από την ίδια τη ζωή τους και την ελεύθερη ύπαρξη τους. Αυτή η αποσύνδεση (πατρίδας – ανθρώπων) χρησιμοποιείται από τους κυρίαρχους προκειμένου να οδηγήσει στην επίπλαστη ταύτιση και ενοποίηση των συμφερόντων καταπιεστών και καταπιεσμένων. Μέσα από τις έννοιες πατρίδα και πατριωτισμός δημιουργείται μια ψεύτικη αίσθηση ιδιοκτησίας με το χώρο ή την περιοχή που γεννήθηκαν κάποιοι, πράγμα τελείως διαφορετικό από το δέσιμο των ανθρώπων με ένα τόπο σαν απόρροια μια πραγματικής σχέσης τους με αυτόν, και άλλο πράγμα η ιδιοκτησιακή κατάσταση.
Στις παρούσες συνθήκες κυριαρχίας, οι άνθρωποι έχουν βρεθεί σε μια κατάσταση όπου κάθε ίχνος ενέργειάς τους δοκιμάζεται και ένα μεγάλο μέρος της απορροφάται από το κράτος, όπου κάθε κίνησή τους μπαίνει στο στόχαστρο του κρατιστικού ελέγχου, όπου η ανθρώπινη ελευθερία επιχειρείται να εξαφανιστεί με κάθε τρόπο, είναι τουλάχιστον ανόητο να μιλά κάποιος για πατρίδα και για πατριωτισμό. Αντιστρέφοντας το ρητό «Ubi bene, ibi patria» («Όπου είναι καλά, εκεί είναι η πατρίδα») εφ’ όσον οι άνθρωποι δεν ζούνε καλά (και σε συνθήκες ελευθερίας) δεν υπάρχει λόγος να μιλάμε για πατρίδα.
Ο πατριωτισμός, λοιπόν, είναι μια κενή περιεχομένου έννοια, στο βαθμό που αποσυνδέεται από τους ανθρώπους και τις πραγματικές επιθυμίες και ανάγκες τους, από την ίδια τη ζωή τους και την ελεύθερη ύπαρξη τους. Αυτή η αποσύνδεση (πατρίδας – ανθρώπων) χρησιμοποιείται από τους κυρίαρχους προκειμένου να οδηγήσει στην επίπλαστη ταύτιση και ενοποίηση των συμφερόντων καταπιεστών και καταπιεσμένων. Μέσα από τις έννοιες πατρίδα και πατριωτισμός δημιουργείται μια ψεύτικη αίσθηση ιδιοκτησίας με το χώρο ή την περιοχή που γεννήθηκαν κάποιοι, πράγμα τελείως διαφορετικό από το δέσιμο των ανθρώπων με ένα τόπο σαν απόρροια μια πραγματικής σχέσης τους με αυτόν, και άλλο πράγμα η ιδιοκτησιακή κατάσταση.
Στις παρούσες συνθήκες κυριαρχίας, οι άνθρωποι έχουν βρεθεί σε μια κατάσταση όπου κάθε ίχνος ενέργειάς τους δοκιμάζεται και ένα μεγάλο μέρος της απορροφάται από το κράτος, όπου κάθε κίνησή τους μπαίνει στο στόχαστρο του κρατιστικού ελέγχου, όπου η ανθρώπινη ελευθερία επιχειρείται να εξαφανιστεί με κάθε τρόπο, είναι τουλάχιστον ανόητο να μιλά κάποιος για πατρίδα και για πατριωτισμό. Αντιστρέφοντας το ρητό «Ubi bene, ibi patria» («Όπου είναι καλά, εκεί είναι η πατρίδα») εφ’ όσον οι άνθρωποι δεν ζούνε καλά (και σε συνθήκες ελευθερίας) δεν υπάρχει λόγος να μιλάμε για πατρίδα.
Το έθνος
Είναι χαρακτηριστικό, πως η έννοια της πατρίδας και του πατριωτισμού σχετίζεται με την έννοια του έθνους. Το έθνος αποτελεί μια κατάσταση με βάση την οποία επιχειρείται να προσδιοριστεί ένα μεγάλο σύνολο ανθρώπων, σύμφωνα με κάποια κοινά χαρακτηριστικά τα οποία είτε υπάρχουν είτε τους αποδίδονται, είτε στις περισσότερες περιπτώσεις κατασκευάζονται από την εκάστοτε κυρίαρχη ομάδα. Αποτελείται από ένα σύνολο γενών ή φυλών και στη κυριολεξία η αναφορά γίνεται σε σχέση με κάποιο αριθμό ανθρώπων που ζουν μαζί ή για ένα άθροισμα ανθρώπων οι οποίοι αποτελούν ένα σύνολο. Στην πραγματική του, όμως, διάσταση αυτό που αποκαλείται έθνος αποτελείται από ένα σύνολο στο οποίο κύριο χαρακτηριστικό είναι η μεγάλη ανομοιογένεια. Γιατί, αν ήδη μέσα στο γένος και τη φυλή υπάρχουν σημαντικές διαφοροποιήσεις, τότε είναι ευνόητη η έκταση που παίρνουν αυτές μέσα στο έθνος, ιδιαίτερα όταν αυτό συγκροτείται με βάση τα κρατιστικά-κυριαρχικά χαρακτηριστικά.
Το έθνος, η πατρίδα και ο λαός αποτελούν όρους κενούς και απογυμνωμένους από την ανθρώπινη οντότητα ακριβώς επειδή χρησιμοποιούνται από τους εξουσιαστές για να στηρίξουν και να επεκτείνουν την ιδεολογία της κυριαρχίας.
Μέσω του κρατισμού, ο τεχνητός διαχωρισμός του ανθρώπινου γένους σε επί μέρους τμήματα, που χαρακτηρίζονται σαν έθνη, αποσκοπεί στη κατασκευή μιας ομογενοποιημένης εικόνας σε αυτά. Ένα από τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν ήταν ο αστάθμητος παράγοντας του συναισθηματισμού, ο οποίος ενισχύθηκε πολλαπλά διαστρεβλώνοντας τις ουσιαστικές σχέσεις και συνθέσεις τόσο μεταξύ των ανθρώπων όσο και με το περιβάλλον τους.
Η αφαιρεμένη από κάθε στοιχείο πραγματικότητας, συναισθηματική σχέση των ανθρώπων με κάποιο χώρο -όσο και μεταξύ τους- καθιέρωσε μια ιδεολογικοποίηση. Έτσι, επιχειρήθηκε να ενωθούν οι άνθρωποι (που ουσιαστικά μετά από τις εξουσιαστικές επεμβάσεις είχαν αποξενωθεί από τα συνδετικά με τον τόπο αλλά και μεταξύ του καθοριστικά στοιχεία) με «απαραβίαστους» και «ιερούς» δεσμούς με τη γη και την χαρακτηριζόμενη σαν φυλή τους, τα οποία θα πρέπει να υπερασπίζονται με αυτοθυσία, γιατί υποτίθεται πως μόνο μέσα από αυτά τα στοιχεία μπορούν να προσδιορίσουν την ταυτότητα και την ανθρώπινη παρουσία τους πάνω στο πλανήτη. Με αυτό το τρόπο οι άνθρωποι «γίνονται» έλληνες (η ελληνικό έθνος), τούρκοι (ή τουρκικό έθνος), σέρβοι (ή σερβικό έθνος) κ.ο.κ. Έτσι εξαφανίζονται όλες οι εγγενείς ιδιαιτερότητες που έχουν αναπτύξει διάφορες ανθρώπινες ομάδες.
Αυτή η προσπάθεια αλλοτρίωσης της ανθρώπινης οντότητας επιχειρεί να φτιάξει την ποθητή για τους κρατιστές ψευδαίσθηση μιας «οικογένειας» μέσα στην οποία περιλαμβάνονται οι υπήκοοι και οι δυνάστες. Έτσι υποτίθεται πως είναι όλοι «αδέλφια» και σαν αδέλφια «οφείλουν» να φροντίζουν για το συμφέρον της «οικογένειας» που δεν είναι άλλη από το έθνος.
Η χρησιμοποίηση του εθνικισμού κατευθύνεται σε δυο σημαντικά στοιχεία στήριξης του κράτους: από τη μια συντελεί στη εσωτερική συνοχή και συνύπαρξη εντός των συνόρων του, στο βαθμό που επιτυγχάνει την ιδεοληψία της συγγένειας αίματος, πολιτισμού κλπ, δημιουργώντας την επίφαση της κοινότητας και από την άλλη εντείνει με αυτό το τρόπο την απομόνωση και το διαχωρισμό από τους υπόλοιπους ανθρώπους οι οποίοι βρίσκονται εκτός συνόρων.
Έτσι, σε όλες τις περιπτώσεις των παγκόσμιων ανακατατάξεων της κυριαρχίας, ο εθνικισμός αποτελεί το όπλο των κρατιστών, για τη διεξαγωγή των πολέμων τους και τη συσσώρευση μεγαλύτερων δεινών για το ανθρώπινο γένος, στα οποία συγκαταλέγονται τα κύματα μεταναστεύσεων που προηγούνται ή ακολουθούν αυτές τις καταστάσεις, μαζί με τις βίαιες μετατοπίσεις πληθυσμών.
Ο εθνικισμός είναι ένα δηλητήριο που διαχέεται με τη μορφή του μίσους στη σκέψη των ανθρώπων από μικρή ηλικία. Οι κρατιστές και τα όργανα τους προσπαθούν με χίλιους δυο τρόπους να αποδείξουν ότι είναι σύμφυτος στους ανθρώπους. Οι θεσμοί της οικογένειας και της εκπαίδευσης έχουν προβάδισμα σε αυτή την προσπάθεια του κράτους. Τα παιδιά μαθαίνουν εξαναγκαστικά να σέβονται τη σημαία τους, να τραγουδούν τον εθνικό ύμνο τους με «υπερηφάνεια», να μελετούν την «εθνική ιστορία» τους μέσα από κατασκευασμένα σχολικά βιβλία, να προσκυνούν «εθνικά» σύμβολα (τάφους, αγάλματα, μνημεία μαχών) και φυσικά να πιστεύουν στη θρησκεία (απαραίτητο συστατικό για την ολοκλήρωση των «εθνικών χαρακτηριστικών» τους).
Έτσι, όλοι οι άνθρωποι μαθαίνουν την ανάγκη διαφύλαξης και το απαραβίαστο της «ιστορικής ταυτότητας», ως απαραίτητη προϋπόθεση της ύπαρξης του ίδιου του έθνους με το οποίο βρίσκονται προσδεμένοι με εξουσιαστικά δεσμά.
Με λίγα λόγια οι κρατιστές προσπαθούν να πείσουν τους ανθρώπους ότι τούς ανήκει κάτι το οποίο στη πραγματικότητα είναι τελείως απροσδιόριστο, εφ’ όσον όχι μόνο η γλώσσα αλλάζει, τα έθιμα και οι συνήθειες αλλοιώνονται, άλλα και τα εν γένει προβαλλόμενα φυλετικά χαρακτηριστικά μετασχηματίζονται, όπως, επίσης, και αυτός ο εδαφικός χώρος μέσα στο οποίο περικλείεται το λεγόμενο έθνος μεταβάλλεται.
Άσχετα, λοιπόν, από τα όσα προσπαθούν να υποστηρίξουν και να κάνουν θεωρίες οι διάφοροι υποστηρικτές της ιδεολογίας της κυριαρχίας, το έθνος στην πραγματικότητα είναι ένα λάστιχο που τεντώνεται ή μαζεύεται ανάλογα τα συμφέροντα των κατασκευαστών και χειριστών του.
Θα πρέπει, ακόμα, να τονιστεί πως δεν έχει καμμιά σημασία, στη βάση και την προοπτική της κοινωνικής και ατομικής απελευθέρωσης, η αποδοχή κι αναγνώριση της έννοιας του έθνους μέσα στις συνθήκες κυριαρχίας. Το έθνος, σαν μια ακαθόριστη συνεύρεση μεγάλων και ανομοιογενών μεταξύ τους ομάδων ανθρώπων, δεν μπορεί να αποτελέσει από μόνο του στοιχείο αντιπαλότητας. Η αντιπαλότητα του «έθνους», ενεργοποιείται μέσω της τεχνικής της κυριαρχίας, της πολιτικής.
Ο εθνικισμός, αποτελώντας ένα ιδεολογικό συστατικό της κυριαρχίας, δεν λειτουργεί αυτόνομα ή αυτονομημένα, αλλά μέσα από τη συνολικότερη λειτουργία των κυριαρχικών δομών και θεσμών.
Από την ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ. 106, Ιούνιος 2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου