Ήταν 20 Οκτωβρίου 1944 όταν ο Άρης Βελουχιώτης και
οι μαυροσκούφηδές του έμπαιναν ως απελευθερωτές στην πρωτεύουσα της
Ρούμελης, τη Λαμία.
Είχε προηγηθεί μια ξέφρενη πορεία, όπου, ύστερα από
αιματηρές συγκρούσεις με όσα Τάγματα Ασφαλείας είχαν αρνηθεί να
παραδοθούν, ο Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός (ΕΛΑΣ) ελευθέρωσε
από το άγος του δωσιλογισμού πρώτα την Πελοπόννησο, ενώ σταδιακά
ολόκληρη η χώρα άρχισε να αναπνέει ελεύθερα καθώς οι Γερμανοί
αποσύρονταν για να μην πέσουν στην τανάλια....
των Σοβιετικών (Βαλκάνια) και
των Αγγλοαμερικανών (Ιταλία). Περνώντας με πλοιάρια του Ελληνικού
Λαϊκού Απελευθερωτικού Ναυτικού (ΕΛΑΝ) στη Στερεά, ο πρωτοκαπετάνιος του
ΕΛΑΣ έφτασε θριαμβευτής στη γενέθλια πόλη του. Από την ευρύτερη περιοχή
είχε ξεκινήσει τον Μάιο 1942 τον ένοπλο αγώνα.
Έναν αγώνα με διπλό
σκοπό και περιεχόμενο: την απελευθέρωση της χώρας από τον φασιστικό ζυγό
αλλά και την αποκατάσταση της λαϊκής κυριαρχίας με ελεύθερες και
ανεπηρέαστες εκλογές. Τρεισήμισι χρόνια αργότερα, χάρη στις επιτυχίες
των συμμάχων στα μέτωπα του πολέμου και τον ανειρήνευτο αγώνα του
ΕΑΜ/ΕΛΑΣ στο εσωτερικό, ο πρώτος στόχος είχε επιτευχθεί. Απέμενε ο
δεύτερος και δυσκολότερος: «το στέργιωμα της λευτεριάς». Στον λόγο που
εκφώνησε στους συμπατριώτες του στην Πλατεία Ελευθερίας ο «πολέμαρχος
Άρης» υποσχόταν ότι αν δεν τηρηθούν οι δεσμεύσεις, «τότε πάλι θα
ξαναβγούμε στο βουνό».
Η συγκυρία της Απελευθέρωσης αποτελεί ένα σημείο
καμπής καθώς παρουσιάζονται ανάγλυφα στη νεοελληνική κοινωνία
διαφορετικές επιλογές και προοπτικές: ποιος θα κυβερνήσει την Ελλάδα
μετά τον πόλεμο, ποια δομή θα έχει η εξουσία αυτή και πώς θα κατακτηθεί.
Η στάση των Σοβιετικών και Αμερικανών και η επιμονή / δυνατότητα των
Βρετανών να διατηρήσουν με διπλωματικά αλλά και στρατιωτικά μέσα την
επιρροή τους στα Βαλκάνια και τη Μέση Ανατολή καθόρισε σε μεγάλο βαθμό
τις εξελίξεις.
Με ενωτικό πρόταγμα «από τον Ζέβγο ώς τον βασιλιά», το Εθνικό
Απελευθερωτικό Μέτωπο (ΕΑΜ) και ο κύριος εταίρος του, το ΚΚΕ, πρότασσε
την ολοκληρωτική εθνική απελευθέρωση προσαρμόζοντας την ταξική πάλη στη
συγκεκριμένη στιγμή στο συμφέρον της ανάπτυξης και επιτυχίας της, χωρίς
να θέτει ζήτημα κατάληψης της εξουσίας από την εργατική τάξη και τους
συμμάχους της.
Η επιμονή στην αποκατάσταση της δημοκρατίας που είχε
καταλυθεί από τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου και η προσήλωση στην
ομαλή δημοκρατική πορεία μετά την Απελευθέρωση αύξαναν το κύρος και την
ακτινοβολία του σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα και δημιουργούσαν τις
προϋποθέσεις για την πραγμάτωση του τελικού σκοπού. Κυρίως όμως,
παράλληλα και αρμονικά προς όλα τα παραπάνω, απαντούσε στο βασικό
επίδικο του παγκοσμίου πολέμου, από πλευράς κομμουνιστών: τη στερέωση
της αντιφασιστικής συμμαχίας και την υπεράσπιση της Σοβιετικής Ένωσης, 8
μήνες πριν λήξει ο πόλεμος.
Αυτό δεν σήμαινε ότι απουσίαζε η κοινωνική – ταξική διάσταση. Οι
λύσεις που εφαρμόστηκαν, όπως η λαϊκή Αυτοδιοίκηση και η λαϊκή
Δικαιοσύνη, σημασιοδοτούσαν τη ρήξη με το κατοχικό κράτος και τις
αστικές δομές εξουσίας.
Το ΕΑΜ, ο κύριος «μέτοχός» του, το ΚΚΕ, και η
πολιτική έκφραση της Ελεύθερης Ελλάδας, η Πολιτική Επιτροπή Εθνικής
Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ), λαμβάνοντας υπόψη τη διεθνή συγκυρία, τους
συσχετισμούς δυνάμεων, τη δυναμική παρέμβαση της Βρετανίας υπέρ του
βασιλιά και του Παπανδρέου και τη σιωπηρή συναίνεση των Αμερικανών και
των Σοβιετικών, συνυπολογίζοντας τη γνώμη των μικρότερων εταίρων αλλά
και τις οικονομικές δυνατότητες της Ελεύθερης Ελλάδας καθώς και την
ανάγκη ξένης βοήθειας για την μεταπολεμική ανασυγκρότηση, επέλεξαν με
συνέπεια και επιδίωξαν με επιμονή τον δρόμο της εθνικής ενότητας και της
δημοκρατικής μετάβασης στην εξουσία.
Αποτέλεσμα της ενωτικής γραμμής
ήταν ότι κερδήθηκαν πλατιές μάζες από οπαδούς των αστικών κομμάτων και
μεγάλο μέρος τους εντάχθηκε στο ΕΑΜ. Πολλά στελέχη των αστικών κομμάτων,
πολιτικά και στρατιωτικά, προσεγγίστηκαν από το ΕΑΜ και συνεργάστηκαν
σταθερά μαζί του. Αλλά και μέσα στα ίδια αστικά κόμματα ενισχύθηκε η
ιδέα συνεργασίας με την Αριστερά.
Το ΕΑΜ/ΚΚΕ θεωρούσε την ύπαρξη ενιαίας εθνικής
κυβέρνησης στις παραμονές της Απελευθέρωσης κρίσιμο θέμα για το ομαλό,
χωρίς εμφύλιο πόλεμο, πέρασμα από την Κατοχή στην ελεύθερη εθνική ζωή.
Σε συμβολικό επίπεδο, αυτό σήμαινε ανάδειξη της ενότητας και εξοβελισμό
των κατηγοριών απέναντι στο ΚΚΕ για μονοπώληση του αγώνα και υφαρπαγή
της εξουσίας. Ύστερα από μια διελκυστίνδα ενός μήνα για το αν θα
παρέμενε πρωθυπουργός ο Παπανδρέου, και τη δυναμική παρέμβαση του
Τσώρτσιλ υπέρ του, το ΕΑΜ/ΚΚΕ δέχθηκε (η απόφαση του Π.Γ. μιλάει για
εξαναγκασμό) να συμμετέχει στην Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας με
πρωθυπουργό τον Γ. Παπανδρέου με όρους που κάθε άλλο παρά
ανταποκρίνονταν στον -εγχώριο- συσχετισμό των δυνάμεων.
Ακολούθησε στις 12 Οκτωβρίου 1944 η Απελευθέρωση της
Αθήνας. Εκεί οι ΕΛΑΣίτες είχαν κληθεί να συγκρατήσουν τους παλμούς της
καρδιάς τους και να πειθαρχήσουν στις εντολές του Σκόμπι και του
Σπηλιωτόπουλου. Με τη Συμφωνία της Καζέρτας ο τακτικός και αξιόμαχος
ΕΛΑΣ είχε κρατηθεί έξω από την πρωτεύουσα. Στην Αθήνα εγκαταστάθηκε η
Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας στην οποία το ΕΑΜ συμμετείχε με 6 υπουργούς.
Η εικόνα έξω από την πρωτεύουσα ήταν διαφορετική.
Στερεά, Θεσσαλία, Μακεδονία και Θράκη, Πελοπόννησος βρίσκονταν στην
εξουσία του ΕΑΜ. Ο ΕΛΑΣ διέθετε τις παραμονές της Απελευθέρωσης 81.000
αντάρτικο στρατό και περίπου 30.000 μέλη στον εφεδρικό ΕΛΑΣ. Η συμμετοχή
στην κυβέρνηση μπορούσε να νομιμοποιήσει και να περιβάλει με το κύρος
της κυβέρνησης τους θεσμούς που είχε εγκαταστήσει η ΠΕΕΑ στην Ελεύθερη
Ελλάδα.
Αυτή ακριβώς η de facto στρατιωτική και πολιτική ισχύς του ΕΑΜ
στην κατεχόμενη χώρα και η εν δυνάμει αποτύπωσή της στο μεταπολεμικό
πολιτικό σκηνικό στεκόταν εμπόδιο στην επιστροφή στην προπολεμική τάξη
πραγμάτων. Κύριο μέλημα της βρετανικής πολιτικής αλλά και του μέρους
εκείνου της ελληνικής αστικής τάξης που βρισκόταν υπό την προστασία της
ήταν να αποτρέψουν την άνοδο του ΕΑΜ στην εξουσία, είτε τη βίαιη, όπως
θεωρούσαν αρχικά, είτε την ομαλή, μέσω δημοκρατικών διαδικασιών, όπως
αποδείχτηκε στη συνέχεια.
Στις περιοχές που το ΕΑΜ και ο ένοπλος λαός, ο ΕΛΑΣ, εγκατέστησαν την
εξουσία του, με βάση τις αρχές και τις διακηρύξεις τής ΠΕΕΑ,
συγκρότησαν θεσμούς και μηχανισμούς που εδραίωναν την ΕΑΜική εμβέλεια.
Αυτοδιοίκηση, λαϊκή Δικαιοσύνη, συλλογικές μορφές διεκδίκησης,
ανασύσταση συνδικάτων, συνεταιρισμοί, η Εθνική Πολιτοφυλακή και ο
Εθνικός Στρατός-ΕΛΑΣ κατοχύρωναν την ΕΑΜική εξουσία ως ανασύσταση της
εθνικής κυριαρχίας. Η οικοδόμηση κοινωνικών συμμαχιών αποσκοπούσε στην
παγίωση ενός ευνοϊκού πολιτικού συσχετισμού που θα αντιστάθμιζε τις
πολιτικές υποχωρήσεις και συμβιβασμούς, ενώ παράλληλα θα οδηγούσε σε
αλλαγή των προπολεμικών συσχετισμών και θα ξεπερνούσε την Αντίδραση.
Κρίνοντας εκ των υστέρων και γνωρίζοντας τι επακολούθησε (Δεκεμβριανά
– Εμφύλιος) μπορούμε να εκτιμήσουμε ότι στην εφαρμογή της γραμμής της
εθνικής ενότητας, το ΕΑΜ/ΚΚΕ υπέπεσε σε λανθασμένες εκτιμήσεις.
Υποτίμησε τη θέληση των Βρετανών να επέμβουν δυναμικά για να επιβάλουν
τον βασιλιά εξασφαλίζοντας τα συμφέροντά τους αλλά και τις δυνατότητες
αντίδρασης της αστικής τάξης. Από την άλλη, υπερεκτίμησε τη δυνατότητά
του να αναγκάσει τους αντιπάλους του σε πολιτικό συμβιβασμό.
Τα λάθη
αυτά δεν συνδέονταν με την απουσία επαναστατικής προοπτικής αλλά με την
αντικειμενική αδυναμία να συνδυάσει την ταξική πάλη με τους διεθνείς
συσχετισμούς σε αυτή τη γωνιά της Ευρώπης που απελευθερώθηκε οκτώ
ολόκληρους μήνες πριν πέσει το Βερολίνο. «Αδύνατο να υψωθούμε αντίκρυ σε
όλη την ανθρωπότητα σήμερα, όπως το κάναμε χθες. Πρέπει να κρατήσουμε
τους δεσμούς με το λαό», γράφει ως κατακλείδα στο ημερολόγιό του ο Γ.
Ζέβγος.
Στη Λαμία, κέντρο της Αντίστασης στη Ρούμελης και γενέτειρα του Άρη,
για πρώτη φορά φέτος τον Οκτώβριο ο εορτασμός της Απελευθέρωσης
εμπλουτίζεται με δράσεις δημόσιας Ιστορίας. Ιστορικός περίπατος, έκθεση
φωτογραφικού και αρχειακού υλικού, μουσικές εκδηλώσεις, ξεναγήσεις και
παρουσιάσεις βιβλίων αποτυπώνουν τη σύγχρονη Ιστορία της πόλης, από τον
ελληνοϊταλικό πόλεμο έως την Απελευθέρωση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου