Πέμπτη 21 Φεβρουαρίου 2019

Πόσο «αθώο» είναι το χασίς;

Όταν λοιπόν υποστηρίζεται από μερικούς πως το χασίς δεν είναι χειρότερο από το τσιγάρο, αυτό ίσως οφείλεται στην πλήρη άγνοια επιστημονικών δεδομένων, 
ή στην αδυναμία εκτίμησης των παραμέτρων που λέγονται συνειδητοποίηση του ατόμου, ικανότητα δημιουργίας και κοινωνική δραστηριότητα....

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και λοιποί συνεργάτες, υπάλληλοι της αστικής τάξης όλοι μαζί, περνούν πρόσφατα στο επόμενο βήμα της υλοποίησης ενός ακόμα σχεδίου των αφεντικών που αφορά στην αποποινικοποίηση του χασισιού, στην μετατροπή της χώρας σε ένα απέραντο θερμοκήπιο και της προβολής αυτού του υποδείγματος ως ελπιδοφόρο και αναπτυξιακό. 

Σε μια προσπάθεια συμβολής στο χρόνιο μέτωπο που έχει ο λαός μας με την τοξικοεξάρτηση και τη φιλοσοφία της μαστούρας, είτε έχει άρωμα χούντας, σχήμα γλάστρας Γιωργάκη ή περιτύλιγμα φαρμάκου ΣΥΡΙΖΑ, αναπαράγουμε μέρη από το βιβλίο του βιολόγου Νίκου Νικολάου που κυκλοφόρησε από την Επιστημονική Σκέψη και τη Σύγχρονη Εποχή Μαρξισμός και Βιολογία. Ναρκωτικά (2η έκδοση, Αθήνα, 1988) το οποίο είναι δυστυχώς εξαντλημένο. Για τον εξαιρετικό επιστήμονα και αγωνιστή Νίκο Νικολάου επιφυλασσόμαστε να γράψουμε σε ξεχωριστό σημείωμα.

Το κείμενο που ακολουθεί ανήκει στο δεύτερο μέρος με τίτλο «Ναρκωτικά», το οποίο, όπως διαβάζουμε στον πρόλογο «αποτελείται από αποκαλυπτικά και απόλυτα κατανοητά κείμενα και ομιλίες για τα ναρκωτικά. Μια πολύτιμη συμβολή στην αντιμετώπιση ενός κοινωνικού φαινομένου του καπιταλισμού που παίρνει στις μέρες μας επικίνδυνες διαστάσεις».

Πόσο «αθώο» είναι το χασίς;

Είναι πολλά τα δημοσιεύματα που προβάλλουν αποπροσανατολιστικές θεωρίες για την «αθωότητα» μιας κατηγορίας ναρκωτικών (κυρίως του χασίς) και την υποτιθέμενη δυσκολία διάκρισής τους από τον καφέ, το τσιγάρο και το οινόπνευμα. Υπάρχει όμως καμιά επιστημονική βάση σ’ αυτές τις απόψεις;

Ας εξετάσουμε την περίπτωση του χασίς, που είναι και το πρώτο βήμα για τη ναρκομανία, όπως αποδεικνύεται από πολλές επιδημιολογικές και κοινωνιολογικές μελέτες που υπάρχουν.

Οι επιδράσεις του χασίς στον ανθρώπινο οργανισμό αποτελούν ακόμα αντικείμενο έρευνας σε πολλά εργαστήρια της Δ. Ευρώπης και των ΗΠΑ. Πού στηρίζονται οι ειδικοί, ή μη ειδικοί, που τολμούν να υποστηρίζουν πως είναι ακίνδυνο και «αθώο»;

Το χασίς – ναρκωτικό της κατηγορίας των παραισθησιογόνων ή «ψυχοδηλικών» – έχει πρωταρχική επίδραση τη διαταραχή του μηχανισμού αντίληψης των ερεθισμάτων, μια διαταραχή που στην αρχή είναι παροδική, αλλά με τον καιρό γίνεται μόνιμη. Το κύριο δραστικό συστατικό του, η τετραϋδροκανναβινόλη, ουσία εξαιρετικά λιποδιαλυτή, εισχωρεί εύκολα στον εγκέφαλο, αρχίζει να δρα σύντομα και αποθηκεύεται για εβδομάδες ολόκληρες, συνεχίζοντας τη βλαπτική της δράση. Επιδρά κύρια στο μέρος εκείνο του εγκεφάλου όπου γίνεται το φιλτράρισμα των ερεθισμάτων και το αδρανοποιεί, με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή η εκλεκτική απομόνωσή τους και τα ερεθίσματα να βομβαρδίζουν σωρηδόν τον εγκέφαλο, προκαλώντας την αποδιοργάνωση των ψυχικών λειτουργιών.

Οι παραισθήσεις ή ψευδαισθήσεις, που προκαλούνται από τη χρήση της ουσίας αυτής, δεν είναι άλλο παρά αλλοιωμένες ερμηνείες των ερεθισμάτων που φτάνουν στον εγκέφαλο χωρίς να φιλτραριστούν. Έτσι διαστρεβλώνονται, παραμορφώνοντας την πραγματικότητα.

Όλα αυτά τα φαινόμενα, που παρατηρούνται ήδη στην απλή χρήση, με τον καιρό επιτείνονται, επαναλαμβάνονται και γίνονται μόνιμες επιδράσεις, μέχρι να φτάσουν στις χασισικές ψυχώσεις, που είναι μορφές σχιζοφρένειας. Οι χασισικές ψυχώσεις είναι ανεπανόρθωτες βλάβες της ψυχικής λειτουργίας, στις οποίες η στρεβλή ερμηνεία της πραγματικότητας είναι σταθερό φαινόμενο, ενώ το συναίσθημα και η μνήμη έχουν αποδιοργανωθεί σε τέτιο σημείο, ώστε κάθε δημιουργική, παραγωγική δραστηριότητα να είναι πια αδύνατη.

Επιστημονικά ευρήματα αποδεικνύουν ακόμα ότι το χασίς έχει σοβαρές επιπτώσεις πάνω στους κυτταρικούς μηχανισμούς, στη σύνθεση των πρωτεϊνών, στο RNA και το DNA, τα γενετικά δηλαδή υλικά, που είναι υπεύθυνα για τη μεταβίβαση των κληρονομικών χαρακτηριστικών. Ακόμα είναι διαπιστωμένο ότι το χασίς προκαλεί ελάττωση της ανοσοποιητικής ικανότητας του οργανισμού και αυξημένη ευαισθησία στις αρρώστιες, μειώνει σημαντικά την ανδρική ορμόνη τεστοστερόνη, την περιεκτικότητα των σπερματοζωαρίων σε λευκώματα και την κινητικότητά τους.

Όλα τα φαινόμενα αυτά, με κορυφαίο το γεγονός ότι η επανειλημμένη χρήση προκαλεί ισχυρή ψυχική εξάρτηση, οδηγούν το χρήστη σε εκδηλώσεις που κάθε άλλο παρά σαν αμφισβήτηση του κατεστημένου μπορούν να χαρακτηριστούν. Έτσι καταρρίπτονται οι θεωρίες για την «αθωότητα» του χασίς, ή εκείνες που υποστηρίζουν πως η χρήση του αποτελεί μέσο αμφισβήτησης και ένδειξη ριζοσπαστισμού. Γιατί λοιπόν διαδίδονται με τόση επιμονή τέτιου είδους θεωρίες, γιατί επιζητείται από κάποιους κύκλους η αποποινικοποίηση της χρήσης του;

Η χρήση του χασίς οδηγεί το άτομο σε πλήρη αδιαφορία για ό,τι συμβαίνει γύρω του, σε απάθεια και άμβλυνση αισθημάτων, σε μόνιμο ονειρικό παραλήρημα και αδυναμία συγκέντρωσης, σε ραθυμία και αποδιοργάνωση των μηχανισμών του συναισθήματος, της μνήμης και της σκέψης, σε μια κυματώδη, απότομα εναλλασσόμενη ψυχική διάθεση, σε απρόβλεπτες εκρήξεις («καταιγίδα»), κατάσταση ιδιαίτερα έντονη και βασανιστική και συχνά επικίνδυνη για τον ίδιο και για τους γύρω του, σε μείωση των ηθικών αναστολών γενικά, σε μια μόνιμη βλάβη του ψυχισμού του ατόμου. 

Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του χασισοπότη τον καθιστούν αντικοινωνικό άτομο και τον απενεργοποιούν οριστικά. Χάνει την αίσθηση της πραγματικότητας. Αδυνατεί να διακρίνει τις πραγματικές εμπειρίες από την ονειροπόληση. Δεν μπορεί πια να έχει σωστή επίγνωση της κατάστασής του. 

Πέρ’ απ’ αυτά, ο χρήστης παύει να είναι σε θέση να προφυλάξει τον εαυτό του από τα άλλα ναρκωτικά, τα οποία οι έμποροι φροντίζουν με κατάλληλες μεθοδεύσεις να του διοχετεύσουν. Το πέρασμα του σε ναρκωτικά που, εκτός από την ψυχική, προκαλούν και σωματική εξάρτηση, γίνεται πολύ εύκολο, όταν π.χ. προκληθεί τεχνητή έλλειψη χασίς στην αγορά με παράλληλη αύξηση προσφοράς άλλων ναρκωτικών. 

Έτσι γίνεται ξεκάθαρο πως το χασίς αποτελεί το πρώτο σκαλοπάτι για το μονόδρομο της ναρκομανίας. Αλλά κι από τις στατιστικές έχει αποδειχθεί ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ηρωινομανών ξεκίνησε κάνοντας χρήση χασίς. Επειδή, όταν, από κάποιο χρονικό σημείο και ύστερα, οι αρχικές δόσεις δεν φέρνουν πια το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, ο πειρασμός της δοκιμής άλλων ναρκωτικών γίνεται μεγάλος.

Όταν λοιπόν υποστηρίζεται από μερικούς πως το χασίς δεν είναι χειρότερο από το τσιγάρο, αυτό ίσως οφείλεται στην πλήρη άγνοια επιστημονικών δεδομένων, ή στην αδυναμία εκτίμησης των παραμέτρων που λέγονται συνειδητοποίηση του ατόμου, ικανότητα δημιουργίας και κοινωνική δραστηριότητα.

Οι γνώστες όμως των επιπτώσεων του χασίς στον άνθρωπο δεν μπορεί παρά κακόβουλα να υποστηρίζουν και να διαδίδουν τέτιες αποπροσανατολιστικές θεωρίες, υπηρετώντας έτσι συνειδητά τις δυνάμεις εκείνες, που επιδιώκουν να απενεργοποιήσουν και να περιθωριοποιήσουν κοινωνικά τη νεολαία, εισπράττοντας τα ανάλογα πολιτικά οφέλη. Γι’ αυτόν το λόγο πρέπει να αποκρούονται αποφασιστικά και τεκμηριωμένα οι διάφορες (αφελείς ή μη) απόψεις που επιμένουν στην αντιεπιστημονική διάκριση «μαλακά-σκληρά» ναρκωτικά.

Ομιλία στην ΠΑΣΕΝ, 1985

[ΠΑΣΕΝ: Πανελλήνια Συντονιστική Επιτροπή κατά των Ναρκωτικών. Ο Ν. Νικολάου ήταν στενός συνεργάτης της, ΓΛ]


2 σχόλια:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...