Κυριακή 3 Μαρτίου 2019

Η Δίκη των Δικαστών. Μια Απολογία με διαχρονική ισχύ!

Ο Αναστάσιος Πολυζωίδης, γεννήθηκε στις 20 Φεβρουαρίου 1802 και ήταν Έλληνας πολιτικός, δημοσιογράφος, συγγραφέας και δικαστικός.

Είχε εκλεγεί πληρεξούσιος και είχε πάρει θέσεις υπουργού Παιδείας, νομάρχη, μέλους του Αρείου Πάγου και του Συμβουλίου της Επικράτειας στο νεοσύστατο Ελληνικό κράτος. Γεννήθηκε στο Μελένικο της βορειονατολικής Μακεδονίας.

Τις σπουδές του τις ξεκίνησε στην Βιέννη το 1817 στα νομικά, ιστορία και κοινωνικές επιστήμες.
Το 1821 τον βρήκε στο Βερολίνο, προκειμένου να συνεχίσει τις σπουδές του....

 
Με το ξεκίνημα της επανάστασης διέκοψε τις σπουδές του και επέστρεψε στην Ελλάδα.

Μετά από πολλές περιπέτειες βρέθηκε στο Μεσολόγγι όπου συνεργάστηκε με τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, ασπάστηκε τις πολιτικές του αντιλήψεις και έγινε γραμματέας του εκτελεστικού.

Ήταν ο κύριος συντάκτης της Διακήρυξης της Ανεξαρτησίας της Ελλάδος, η οποία και συμπεριλήφθηκε αυτούσια στο "Προσωρινόν Πολίτευμα της Ελλάδος" , το οποίο ήταν και το πρώτο σύνταγμα της Πολιτείας.

Το 1827 τον επέλεξαν ως πληρεξούσιο στην Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας ενώ τον Οκτώβριο του ίδιου έτους αναχώρησε για το Παρίσι για να ολοκληρώσει τις σπουδές του.

Όταν επέστρεψε από την Γαλλία εξέδωσε στην Ύδρα την εφημερίδα «Απόλλων» με σκληρή κριτική για την διακυβέρνηση του Καποδίστρια.

Το 1832 διορίστηκε από την Αντιβασιλεία πρόεδρος του πενταμελούς δικαστηρίου του Ναυπλίου στην δική των Κολοκοτρώνη, Πλαπούτα κ.ά. 


PictureΟ Αναστάσιος Πολυζωίδης γνώριζε πολύ καλά για την αθωότητα των κατηγορουμένων αγωνιστών, είχε  ιδίαν αντίληψη  για τον σκοπό και πρόθεση όσων προσπαθούσαν να ελέγξουν πλήρως την Ελλάδα και αρνήθηκε να υπογράψει την απόφαση καταδίκης τους σε θάνατο για εσχάτη προδοσία.
 
Η ΑΠΟΦΑΣΗ ΑΝΑΦΕΡΕΙ:
 
"1. Ο Δ. Πλαπούτας και Θ. Κολοκοτρώνης καταδικάζονται εις θάνατον, ως ένοχοι εσχάτης προδοσίας, ήτοι των κακουργημάτων των ενδιαλαμβανομένων εις το άρθρον 2 του § Α και Γ του Εγκληματικού Απανθίσματος και εις το άρθρον 2 του από 9/21 Φεβρουαρίου 1833 Βασιλικού Διατάγματος, κατά τα αυτά άρθρα, και εις τα δικαστικά έξοδα και των μαρτύρων δραχμ. 1047 και 93/100, ήτοι χιλίας τεσσαράκοντα επτά και λεπτά εννενήκοντα τρία.
 
2. Η παρούσα άπόφασις θέλει εκτελεσθή εις την εκτός του Φρουρίου Ναυπλίου πλατείαν.
 
3. Οι καταδικασθέντες κρίνονται άξιοι της Βασιλικής χάριτος, την ο­ποίαν θέλει ζητήσει επισήμως το Δικαστήριον από την Αυτού Μεγαλειότητα.
 
4. Αναβάλλεται η εκτέλεσις της παρούσης αποφάσεως μέχρι της έκβάσεως της περί της χάριτος αιτήσεως.
 
5. Ο Επίτροπος της Επικρατείας να εκτελέση την παρούσαν απόφασιν.
 
6. Αντίγραφαν αυτής να κοινοποιηθή εις τον Επίτροπον της Επικρατείας.


Εξεδόθη και εδημοσιεύθη εν Ναυπλίω την εικοστήν έκτην Μαΐου του χιλιοστού οκτακοσιοστού τριακοστού τετάρτου έτους.
 
Ο Πρόεδρος Α.ΠΟΛΥΖΩΪΔΗΣ (δεν υπέγραψε)
Ο Γραμματέας Χ. ΖΩΤΟΣ
 
Οι Δικαστές
Α. ΒΟΥΛΓΑΡΗΣ
Δ. Κ. ΣΟΥΤΣΟΣ
Φ. ΦΑΓΚΟΥΛΗΣ
Γ.ΤΕΡΤΣΕΤΗΣ (δεν υπέγραψε)"
 
Η απόφαση του αυτή προκάλεσε τη φυλάκιση και την δίωξη του, από την Αντιβασιλεία.

"...δεν υπογράφω" 


Οι χωροφύλακες του καθεστώτος με βρισιές και λασπολογίες και με προτεταμένη τη λόγχη προς τον Πρόεδρο του Δικαστηρίου, τον βιάζουν να υπογράψει τη θανατική καταδίκη των αγωνιστών. Δεν υπέγραψε την καταδικαστική απόφαση όσο και αν τον απειλούσαν, προσπάθησαν με την βία να υφαρπάξουν την υπογραφή του, η απάντηση του Πολυζωίδη είναι:

“Το σώμα μου δύνασθε να το κάμητε όπως θέλετε, αλλά τον στοχασμόν μου, την συνείδησίν μου, δεν θα δυνηθήτε να τα παραβιάσητε”. 
 
Ο ίδιος ο Υπουργός Δικαιοσύνης Κ. Σχινάς έρχεται στη δίκη για ν’ αποσπάσει την υπογραφή κατά πρώτον λόγο του Προέδρου Πολυζωίδη, αλλά και του δικαστή Τερτσέτη. Θέλει να είναι “ομόφωνη” η απόφαση. 
 
Ορμά έξαλλος προς τον Πολυζωίδη, αξιώνοντας να υπογράψει, αλλά παίρνει την απάντηση: “Προτιμώ την αποκοπήν της χειρός μου, αλλά δεν υπογράφω”. 
 
Οι αστυνομικοί τους τραβούν βιαίως απ’ το δωμάτιο των διασκέψεων, να τους βάλουν στην έδρα να υπογράψουν και να διαβαστεί η απόφαση. Τους χτυπούν με γροθιές, με κλωτσιές, με τους υποκόπανους των όπλων. Τους φτύνουν, τους βρίζουν, σχίζουν τα ρούχα του Προέδρου Πολυζωίδη. 
 
Ο Πολυζωίδης, κατά πρώτον λόγο, αλλά και ο δικαστής Τερτσέτης εκείνες τις ώρες καθιέρωσαν έμπρακτα την ιδέα της Ανεξάρτητης Δικαιοσύνης. Η “απόφαση” είχε συνταχθεί απ’ το δικαστή Δ. Σούτσο (δεν ήταν νομικός αλλά πρώην υπάλληλος του υπουργείου Δικαιοσύνης), συγγενής του Σχινά και απαγγέλθηκε υπογραμμένη απ’ τους τρεις δικαστές Α. Βούλγαρη, Δ. Σούτσο και Φ. Φραγκούλη, υπηρέτες της αυθαιρεσίας και της βίας της κρατικής εξουσίας.

Απολύθηκε, φυλακίστηκε για τέσσερις μήνες και κατόπιν δικάστηκε κι εκείνος – όπως και ο Τερτσέτης – για απείθεια στο δικαστήριο. Η δίκη τους διεξήχθη στο ίδιο τζαμί στο Ναύπλιο «ενώπιον του Εγκληματικού Δικαστηρίου», με Επίτροπο τον Mason, όπως και στην δική Κολοκοτρώνη και λοιπών αγωνιστών.

Η Δικαιοσύνη στο σκαμνί


Το εν λόγω δικαστήριο τελικά, με απαράμιλλο σθένος και αφοσίωση την απόδοση της Δικαιοσύνης, παρά την ύπαρξη  του Mason,  στάθηκε στο ύψος του και τους αθώωσε.

Για την άρνησή τους να υπογράψουν ένα στημένο κατηγορητήριο, ο Πολυζωίδης και ο Τερτσέτης κατηγορούνται ότι είχαν εξαγοραστεί «από τον χρυσόν της κολοκοτρωνικής φάρας» αλλά και ότι δεν τήρησαν τον δικαστικό νόμο όπως τον επέβαλλε Βαυαροκρατία. 
 
Η νέα δίκη έγινε στο ίδιο τζαμί του Ναυπλίου, εκεί που δικάστηκαν οι Έλληνες αγωνιστές, «ενώπιον του Εγκληματικού Δικαστηρίου», στις 27 Σεπτεμβρίου 1834. 
 
Επίτροπος πάλι ο Μάσον, ο ίδιος που ως επίτροπος της αντιβασιλείας ήταν ο κατήγορος του Κολοκοτρώνη, Πλαπούτα και Τζαβέλα. Αυτή τη φορά όμως είχε να αντιμετωπίσει δυο κατηγορούμενους οι οποίοι ήταν κάτοχοι και της δικαστικής επιστήμης και της τέχνης του λόγου. 
 
Οι απολογίες τους αποτέλεσαν δεινό κατηγορητήριο κατά του Μάσον και κάποια στιγμή ο Τερτσέτης του φώναξε από το εδώλιό του: 
«Ποιος είσαι εσύ, Επίτροπε ποιος είσαι εσύ που με το πρόσχημα της παιδείας έλαβες από την βασιλεία επάγγελμα τόσον επικίνδυνων δια την τιμήν και την ζωήν των υπηκόων; Ποιος είσαι εσύ που παίζεις με ημάς εις την γην της γεννήσεως μας»; 

Η σύνθεση του Δικαστηρίου ήταν:
Πρόεδρός ο Ιωάννης Σωμάκης 
μέλη οι
Ζηνόβιος Βλάβης, Κανούσης, Λεονταρίδης και Αντώνιος Κριεζής.


Η απολογία του Πολυζωίδη είναι καταπέλτης και πρέπει να την γνωρίζουν όλοι όσοι ανήκουν στο ελληνικό έθνος γιατί είναι διαχρονική. Αφαιρώντας την ημερομηνία θα μπορεί να πει κανείς να πει ότι έγινε ...Σήμερα! λέει λοιπόν στην απολογία του ο εξαίρετος Δικαστής:

«Όταν κανείς ενδιαφέρεται για την τύχην ενός έθνους ή ενός ανθρώπου, πρέπει να τους μιλάει την γλώσσαν της λογικής και της αλήθειας. 


Θα ’θελα αν είναι δυνατόν να τ’ ακούσει ολόκληρη η Ελλάς. Τυχοδιώκτες κάθε χώρας έσπευσαν να την υπερασπιστούνε, πολύ λίγοι ενδιαφέρονται γι’ αυτήν από ζήλον αφιλοκερδή. 

Να ποιες νομίζω πως είναι οι απώτερες σκέψεις τους:
“Η Ελλάδα μαστίζεται από διχόνοιες. Εκεί θα μπορέσουμε να αποκτήσουμε πλούτη κι εξουσία ίσως, ποιος ξέρει”, λένε οι πιο επίσημοι, “αν δεν καταφέρουμε να καθίσουμε πάνω στον θρόνο του Άργους ή των Μυκηνών. Οι Έλληνες είναι αμαθείς και αγροίκοι. Ήτανε σκλάβοι των Τούρκων. Τώρα η σειρά μας να κυριαρχήσουμε πάνω τους και μ’ αυτό θα τους κάνουμε μεγάλη τιμή”.

Αν εμείς οι Έλληνες είμαστε σώφρονες, δεν πρέπει να αφεθούμε να μας θαμπώσουνε οι ψεύτικες και συμφεροντολόγες εκδηλώσεις τους. Πρέπει να κάνουμε χρήση των υπηρεσιών τους, να τους αμείψουμε γενναία.

Να μη τους δώσουμε, όμως, παρά μια δευτερεύουσα εξουσία, όπου δεν θα μπορούν να κάνουν κατάχρηση. Να θυμόμαστε πάντα πως αυτοί που φωνασκούν περισσότερο για χάρη της ελευθερίας είναι άπληστοι για κυριαρχία και σκοταδισμό.

Πιστεύω πως ο Καποδίστριας ήρθε απ’ έξω με την υπερηφάνεια του παντογνώστη κι ανέλαβε την εξουσία. Ανέλαβε να φτιάξει ένα σπίτι, χωρίς να ξέρει τις ανάγκες αυτών που το κατοικούσαν. Μας είπε «έτσι ζουν στην Ευρώπη, έτσι πρέπει να ζήσετε κι εσείς».

Ήταν επόμενο να χαθεί ο Καποδίστριας. Ο τόπος αυτός ήταν σκληρός. Το αίμα έχει κάνει το χώμα πέτρα. Το κλίμα είναι ύπουλο, βαρύ. Είτε από ελονοσία, όπως ο λόρδος Μπάιρον, είτε από πιστόλι και μαχαίρι θα πεθαίνουν οι ξένοι. Η Ελλάδα αργά ή γρήγορα ξερνάει τα ξένα σώματα που πάνε ν’ ακουμπήσουν επάνω της κι ας έχουν τις καλύτερες προθέσεις.

Η έννοια του δικαίου είναι σχετική. Το δίκαιο για να είναι δυνατό έχει ανάγκη από εθνισμό. Ποιος είναι ο εθνισμός σου, Επίτροπε; Είσαι Εγγλέζος κι επειδή είσαι αλλοεθνής, δεν μπορείς να είσαι δίκαιος.

Δεν μπορείς να δικάσεις Έλληνες. Ξέρεις να λες Ελλάδα στα ελληνικά, μα τίποτα δεν νιώθεις από ό, τι σπουδαίο, μεγάλο κι αιώνιο κρύβει τούτη η λέξη στα σπλάχνα της.

Κατέλαβες την θέσιν του εισαγγελέως σε ελληνικόν δικαστήριον, αλλά δεν έχεις θέση στην ελληνική δικαιοσύνη, Επίτροπε. Θέλεις να δικάσεις τους Έλληνες με τον πατριωτισμόν του Εγγλέζου. Αυτό δεν γίνεται. Ο εθνισμός μας, ω Επίτροπε, είναι θεμελιωμένος εις τα αίματα 800.000 Ελλήνων που θυσιάστηκαν εις τον Αγώνα.

Είστε υποκριταί, γιατί λέτε ότι αγαπάτε την Ελλάδα, αλλά ζητάτε να αποκεφαλίσετε τους Έλληνες. Και τι Ελλάδα θα απομείνει χωρίς τους Έλληνες; Μήπως θέλετε να σφάξετε εμάς, για να κατοικηθεί από σας, ω Φιλέλληνες; Ζητήσαμε την βοήθειάν σας. 

Ζητήσαμε τον πολιτισμό σας κι εσείς μας φέρατε κρεμάλες και ξιφολόγχες. Φως ζητήσαμε, σκοτάδι μας φέρατε. Κατηγορείς τον Κολοκοτρώνη, γιατί ελευθέρωσε την Ελλάδα.

Επιβουλεύεσαι τον Κολοκοτρώνη, που επικεφαλής ενός έθνους σας υποχρέωσε να του παραχωρήσετε την ελευθερία του, γιατί εσύ και οι προϊστάμενοί σου δεν θέλατε να ελευθερωθούμε.

Και αφού δεν μπορείτε να αφανίσετε όλους τους Έλληνες και καλυπτόμενοι απ’ την ανάγκη που σας έχουμε, δολοφονείτε τους πρώτους αυτού του τόπου, γιατί έχετε μίσος εναντίον του γένους μας, που πάντα μέσα σε ολόκληρη την Ιστορία του στάθηκε απέναντι στους τυράννους και την τυραννία.

Γιατί, όντας τούτος ο τόπος πέρασμα γι’ άλλες θάλασσες, για μεγάλα κέρδη και συμφέροντα, έχει το κακό ιδίωμα να κατοικείται από έναν δύσκολο, ατίθασο και υπερήφανο λαό». 

Όταν ενηλικιώθηκε ο Όθωνας αποκαταστάθηκε και διορίστηκε αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου και Σύμβουλος Επικρατείας.

Το 1837 διορίστηκε υπουργός Παιδείας και Εσωτερικών.

Όταν ανέλαβε υπουργός Παιδείας συνέβαλε καταλυτικά στη θεμελίωση του Εθνικού Πανεπιστημίου, ενώ ως υπουργός Εσωτερικών αγωνίστηκε για την ελευθερία του λόγου.

Το 1862 ανέλαβε  νομάρχης Αττικοβοιωτίας.

Ο Αναστάσιος Πολυζωίδης ήταν ο πρώτος που χρησιμοποίησε, σε ομιλία του στο Ναύπλιο, τον όρο Ιερή πόλη για το Μεσολόγγι, όρος που από τότε καθιερώθηκε.

Έφυγε από την ζωή το 1873 στην Αθήνα.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...