Το χάσμα στην ποιότητα του αέρα μεταξύ πλουσίων και φτωχότερων χωρών αυξάνεται σταθερά, σύμφωνα με νέα έκθεση της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας (ΠΟΥ).
Η ποιότητα του αέρα στις πιο εύπορες χώρες βελτιώνεται σιγά σιγά,
Ποσοστό μεγαλύτερο από το 90% του παγκόσμιου πληθυσμού αναπνέει μολυσμένο αέρα, προειδοποίησε ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, ο οποίος κρίνει ότι η ατμοσφαιρική ρύπανση ευθύνεται για επτά εκατομμύρια θανάτους ετησίως.
«Τα τελευταία έξι χρόνια, το επίπεδο της μόλυνσης του ατμοσφαιρικού αέρα παρέμεινε υψηλό και λίγο πολύ σταθερό» αποκαλύπτει ο ΠΟΥ σε ανακοίνωσή του.
«Εννέα στους δέκα ανθρώπους αναπνέουν αέρα που περιέχει υψηλά επίπεδα ρύπων», επισημαίνει η υπηρεσία του ΟΗΕ, σημειώνοντας ότι ο αριθμός αυτός παραμένει ο ίδιος μετά τη δημοσίευση της προηγούμενης έκθεσης του ΠΟΥ για το ίδιο θέμα πριν από δύο χρόνια.
«Η μόλυνση του αέρα μας απειλεί όλους, αλλά πιο πολύ τους πιο φτωχούς και πιο περιθωριοποιημένους ανθρώπους», σημειώνει στην ανακοίνωση του ΠΟΥ ο γενικός διευθυντής του, Δρ Τέντρος Αντανόμ Γεμπρεγέσους.
«Είναι απαράδεκτο ότι πάνω από τρία δισεκατομμύρια άνθρωποι - οι περισσότεροι από τους οποίους είναι γυναίκες και παιδιά - εξακολουθούν να αναπνέουν θανάσιμα αέρα κάθε μέρα από τη χρήση ρυπογόνων σομπών και καυσίμων στα σπίτια τους», πρόσθεσε.
«Τα τελευταία έξι χρόνια, το επίπεδο της μόλυνσης του ατμοσφαιρικού αέρα παρέμεινε υψηλό και λίγο πολύ σταθερό» αποκαλύπτει ο ΠΟΥ σε ανακοίνωσή του.
«Εννέα στους δέκα ανθρώπους αναπνέουν αέρα που περιέχει υψηλά επίπεδα ρύπων», επισημαίνει η υπηρεσία του ΟΗΕ, σημειώνοντας ότι ο αριθμός αυτός παραμένει ο ίδιος μετά τη δημοσίευση της προηγούμενης έκθεσης του ΠΟΥ για το ίδιο θέμα πριν από δύο χρόνια.
«Η μόλυνση του αέρα μας απειλεί όλους, αλλά πιο πολύ τους πιο φτωχούς και πιο περιθωριοποιημένους ανθρώπους», σημειώνει στην ανακοίνωση του ΠΟΥ ο γενικός διευθυντής του, Δρ Τέντρος Αντανόμ Γεμπρεγέσους.
«Είναι απαράδεκτο ότι πάνω από τρία δισεκατομμύρια άνθρωποι - οι περισσότεροι από τους οποίους είναι γυναίκες και παιδιά - εξακολουθούν να αναπνέουν θανάσιμα αέρα κάθε μέρα από τη χρήση ρυπογόνων σομπών και καυσίμων στα σπίτια τους», πρόσθεσε.
Τα συμπεράσματα αυτά του ΠΟΥ στηρίζονται σε αξιολόγηση της ποιότητας του αέρα που έγινε σε περισσότερες από 4.300 πόλεις σε 108 χώρες (δηλαδή σε 1.000 περισσότερες πόλεις από αυτές στις οποίες έγινε η αξιολόγηση για την προηγούμενη έκθεση).
Σύμφωνα με τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν, περίπου 7 εκατομμύρια άνθρωποι πεθαίνουν ετησίως από τις συνέπειες της έκθεσης σε μικροσωματίδια, τα οποία διεισδύουν βαθιά στους πνεύμονες και το καρδιαγγειακό σύστημα και προκαλούν σοβαρά προβλήματα υγείας όπως τα εγκεφαλικά επεισόδια, τα καρδιακά προβλήματα και ο καρκίνος των πνευμόνων.
Η ανθρώπινη δραστηριότητα δεν είναι η μόνη πηγή μόλυνσης του αέρα. Άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν την ποιότητα του αέρα σε παγκόσμιο επίπεδο είναι οι ρυπογόνες βιομηχανίες και η εντατική γεωργία. Ακόμη και οι αμμοθύελλες, ιδιαίτερα στις περιοχές που βρίσκονται κοντά σε ερήμους, επηρεάζουν επίσης την ποιότητα του αέρα, σύμφωνα με τον ΠΟΥ.
Τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν ότι ποσοστό μεγαλύτερο του 90% των θανάτων που οφείλονται στην μόλυνση του αέρα, σημειώνονται στις χώρες με χαμηλά ή μεσαία εισοδήματα, κυρίως στην Ασία και την Αφρική. Επίσης οι περιοχές στις οποίες η ατμοσφαιρική ρύπανση είναι η πιο αυξημένη βρίσκονται στη Μέση Ανατολή, στη Βόρεια Αφρική και στη Νοτιοανατολική Ασία, όπου η μέση ετήσια ατμοσφαιρική ρύπανση ξεπερνάει συχνά το πενταπλάσιο των ορίων που έχει θέσει ο ΠΟΥ, με τις πόλεις που πλήττονται περισσότερο να είναι αυτές με χαμηλό ή μεσαίο εισόδημα της Αφρικής και του δυτικού Ειρηνικού.
Η ποιότητα του αέρα στις πλουσιότερες χώρες ωστόσο βελτιώθηκε τα τελευταία χρόνια, καθώς οι κυβερνήσεις αντιμετώπισαν σοβαρότερα την ατμοσφαιρική ρύπανση, εφαρμόζοντας κανόνες και νόμους για την αύξηση της ευαισθητοποίησης σχετικά με το θέμα.
«Τα καλά νέα είναι ότι βλέπουμε ολοένα και περισσότερες κυβερνήσεις να αυξάνουν τις δεσμεύσεις τους για την παρακολούθηση και τη μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, καθώς και την ανάληψη παγκόσμιας δράσης από τον τομέα της υγείας και άλλους τομείς όπως οι μεταφορές, η στέγαση και η ενέργεια», δήλωσε ο Tedros.
Οι αυτουργοί της παγκόσμιας δολοφονίας
Το συναγερμό σήμανε και η έκθεση της Lancet Commission on Pollution and Health, μιας διεθνούς ομάδας άνω των 40 επιστημόνων, η οποία προειδοποιεί ότι «απειλείται η επιβίωση των ανθρώπινων κοινωνιών».
Σύμφωνα με το πόρισμα ένας στους έξι πρόωρους θανάτους οφείλεται στη μόλυνση του περιβάλλοντος και το 92% των θανάτων αυτών σημειώνονται σε χώρες με χαμηλά και μεσαία εισοδήματα. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2015, 2,5 εκατομμύρια άνθρωποι πέθαναν από τη ρύπανση του περιβάλλοντος στην Ινδία και 1,8 εκατομμύρια στην Κίνα.
Ο μεγαλύτερος «δολοφόνος» είναι σύμφωνα με την έκθεση η ατμοσφαιρική ρύπανση από την καύση διαφόρων καυσίμων, που προκαλεί καρδιακά νοσήματα και νόσους του αναπνευστικού αλλά και καρκίνο των πνευμόνων λόγω της παρατεταμένης έκθεσης.
Κι ενώ η ατμοσφαιρική ρύπανση και η ρύπανση των υδάτων φθάνουν σε επίπεδα επιδημίας, η παθολογία στη ρίζα της κρίσης δεν είναι ιατρική αλλά κοινωνική: «Με την παγκοσμιοποίηση η εξόρυξη και η μεταποίηση μετατοπίστηκαν σε φτωχότερες χώρες, όπου οι περιβαλλοντικοί κανονισμοί και η εφαρμογή τους μπορεί να είναι χαλαροί», ανέφερε η Κάρτι Σαντιλίγια, μια από τις συντάκτριες του πορίσματος και σύμβουλος της περιβαλλοντικής οργάνωσης Pure Earth.
«Οι άνθρωποι στις φτωχότερες χώρες -όπως οι οικοδόμοι στο Νέο Δελχί- εκτίθενται περισσότερο στην ατμοσφαιρική ρύπανση και δεν έχουν πολλές δυνατότητες να προστατευθούν καθώς μεταβαίνουν πεζοί, με ποδήλατο ή λεωφορεία στους χώρους εργασίας τους, όπου μπορεί επίσης να είναι μολυσμένο το περιβάλλον».
Η μόλυνση δεν προκαλεί μόνον θανάτους και βλάβες στην υγεία, αλλά και τεράστια επιβάρυνση στα ασφαλιστικά ταμεία. Το κόστος ετησίως υπολογίζεται στα 4,6 τρισεκατομμύρια δολάρια, ποσό που αντιστοιχεί στο 6,2% της παγκόσμιας οικονομικής παραγωγής.
Σύμφωνα με τον ερευνητή Philip Landrigan, οι κύριοι παράγοντες που οδηγούν στη ρύπανση θεωρούνται: «η παγκοσμιοποίηση της βιομηχανίας σε συνδυασμό με την ανεξέλεγκτη αστικοποίηση, η παγκόσμια εξάπλωση των πετρελαιοκίνητων οχημάτων και ο πολλαπλασιασμός των βιομηχανικών παραγωγών και η εντατική γεωργία».
Ιστορικά, οι επιπτώσεις της ρύπανσης στην υγεία και τις νόσους έχουν συνδεθεί με πολυεθνικές επενδύσεις σε βιομηχανίες που καταστρέφουν τις φτωχότερες περιφέρειες, μέσω εξορυκτικών πετρελαϊκών και άλλων δραστηριοτήτων και μεταποιητικής βιομηχανίας όπως η τοξική εξόρυξη της Νότιας Αφρικής ή η μονοκαλλιέργεια.
Τα παγκόσμια δεδομένα δείχνουν ότι οι πληθυσμοί που υποφέρουν περισσότερο είναι οι πολύ φτωχοί διότι μεταξύ άλλων αδυνατούν να παρέχουν τους πόρους και την τεχνολογία που οι πλούσιες (και οι ρυπογόνες) χώρες έχουν αναπτύξει ώστε να μειώνουν τις επιπτώσεις της ρύπανσης.
Αλλά η ταξική διαστρωμάτωση των επιπτώσεων της ρύπανσης αντικατοπτρίζονται και στο εσωτερικό των αναπτυγμένων χωρών. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι ένας μικρόκοσμος της παγκόσμιας περιβαλλοντικής ανισότητας. Οι φτωχές κοινότητες, ειδικά εκείνες με υψηλή ανεργία και χαμηλά επίπεδα εκπαίδευσης, αντιμετωπίζουν πολύ υψηλότερη έκθεση σε ασθένειες από ατμοσφαιρικούς ρύπους.
Έτσι, αν ζείτε κοντά στο αεροδρόμιο του Columbus στη Τζόρτζια, ο τοπικός αέρας είναι περίπου τέσσερις φορές πιο τοξικός από ό, τι αυτός που αναπνέουν στο Martha’s Vineyard.
Το ίδιο και ισχύει και με το νερό.
Ενώ οι περισσότεροι Αμερικανοί απολαμβάνουν με ασφάλεια το καθαρό νερό της βρύσης, τα παιδιά στο Flint του Michigan, συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν μια επιδημία δηλητηρίασης με μόλυβδο, όπως και πολλά φτωχά νοικοκυριά στον Νότο.
Ο Jesse Bragg από τον Οργανισμό Παρακολούθησης Εταιρικής Λογοδοσίας (CAI) υποστηρίζει ότι η μελέτη δείχνει ότι «όσοι έκαναν το λιγότερο κακό στην κλιματική κρίση πληρώνουν συχνά το υψηλότερη τίμημα, μερικές φορές ακόμη και με τη ζωή τους».
Ο Jesse Bragg από τον Οργανισμό Παρακολούθησης Εταιρικής Λογοδοσίας (CAI) υποστηρίζει ότι η μελέτη δείχνει ότι «όσοι έκαναν το λιγότερο κακό στην κλιματική κρίση πληρώνουν συχνά το υψηλότερη τίμημα, μερικές φορές ακόμη και με τη ζωή τους».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου