Πρόκειται για
μια έρευνα σχετικά με τα “Παιδομαζώματα” στη διάρκεια του ελληνικού
εμφύλιου, 1945-1949.
Το κείμενο,
όπως έχει παραδοθεί σ’ εμάς, δεν έχει υπογραφή συντάκτη. Και ο Παληοτάκης δεν
είχε προλάβει να μας εκμυστηρευτεί την πηγή του, την προέλευσή του.
Κάναμε μια
σχετική έρευνα, αλλά δεν καταφέραμε να ταυτοποιήσουμε τον συγγραφέα.
Η δημοσίευση θα
γίνει τμηματικά....
Έτσι, αν κάποιος γνωρίζει τον συντάκτη του ή αν ο ίδιος ο
συγγραφέας αναγνωρίσει το έργο του, παρακαλούμε να επικοινωνήσει μαζί μας,
προκειμένου να αποκαταστήσουμε την αναφορά στο άτομό του και στην προσφορά του.
Και μιλάμε για
προσφορά, γιατί πρόκειται για εμπεριστατωμένη μελέτη, χωρίς πάθη και
μισαλλοδοξία. Και – όποιος κι αν είναι ο ερευνητής ή η ερευνήτρια – τον/την
ευχαριστούμε για τις γνώσεις και τον προβληματισμό που αποκομίσαμε διαβάζοντας
τα όσα αναλύονται και καταγράφονται.
Η ομάδα του blog
των Λαμπράκηδων
ΠΑΙΔΟΜΑΖΩΜΑΤΑ
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ
Όμως η ιστορία
είναι τσίφτισσα… όσο και να τη σκεπάσουν, όσο και να διαστρεβλώσουν ή να την
αναποδογυρίσουν, αυτή θα βρει τον τρόπο να βγει και να φωτίσει την αλήθεια της.
Κατίνα Λατίφη
Σε κάθε πόλεμο
το μεγάλο και άδικο θύμα είναι ο άμαχος πληθυσμός. Αυτό ισχύει πολύ περισσότερο
στον εμφύλιο, και μάλιστα για την πιο ευπαθή, ευαίσθητη και ανυποψίαστη ομάδα
του, τα παιδιά. Όσο κι αν μπορεί να υποβαθμιστεί ή να απωθηθεί στη μνήμη η
ιστορία αυτού του διχασμού, η χρησιμοποίηση των παιδιών που εμπεριέχει αυξημένο
βάρος πόνου, σπαραγμού και βίας θα παραμένει ένα μελανό άσβεστο στοιχείο στη
μνήμη.
Ο Γ.
Μανούκας, ο οποίος κάνει λόγο για απαγωγές ελληνοπαίδων, που οδηγούνται στο
παραπέτασμα, δίνει τον ορισμό, ότι «η λέξις “παιδομάζωμα” σημαίνει βιαίαν
αρπαγήν των τέκνων προς χρησιμοποίησιν σκοπού στρεφομένου κατά των γονέων
οίτινες τα εγέννησαν και της πατρίδος ήτις τα εξέθρεψε» [1 Γεώργιος
Μανούκας, Παιδομάζωμα. Η αγωγή και η διδασκαλία των απαχθέντων ελληνοπαίδων,
εκδ. «Πελασγός’, 1969, σελ. 18]. Υπονοεί δε «αυτάς που διέπραξαν οι
συμμορίται» και μόνο. Αυτός είναι ένας ορισμός, που ταιριάζει στις ανάγκες της
προπαγάνδας της πλευράς που επικράτησε στρατιωτικά και κατ’ επέκταση πολιτικά.
Η ελληνική κοινωνία βομβαρδίστηκε επιθετικά με το παιδομάζωμα των ελληνοπαίδων
με όλα τα διαθέσιμα επικοινωνιακά μέσα και πορεύτηκε για δεκαετίες με τον μύθο
αυτόν, που κυριάρχησε στον αστικό κόσμο και τον συσπείρωσε. Ήταν ένα επιπλέον
όπλο αιτιολόγησης των ακροτήτων, που επικρότησε αυτή η παράταξη έναντι της
αντίπαλής της, μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1970.
Η αριστερά και
το ΚΚΕ, που συγκροτούνταν μέσα και έξω από την Ελλάδα, κινήθηκε στον αντίποδα
με λιγότερα, όμως παρόμοια μέσα. Η διαφορά έγκειται στο ότι η ηττημένη αριστερά
αντιμετώπισε το θέμα αμυντικά, φοβισμένα, αμήχανα, σιωπηλά, στα όρια της
ενοχής. Τούτο διότι στην πορεία του εμφυλίου,μέσα από τις πιεστικές πολεμικές
ανάγκες, επιστράτευσε και μανάδες, των οποίων τα παιδιά έπρεπε να
προστατευτούν. Επίσης επιστράτευσε παιδιά, όταν βρέθηκε στην ανάγκη, στις
περιοχές που είχε στον έλεγχό της. Εγκαλείται δε διότι επιστράτευσε και μικρά
παιδιά προς μελλοντική στρατιωτική εφεδρεία. Αυτό το τελευταίο είναι μια
υπόθεση ακραία, χρησιμοποιήθηκε ως μέσο σπίλωσης του αντιπάλου και προς το
παρόν παραμένει ανεπιβεβαίωτη.
Το παιδομάζωμα,
αν και έχει ταυτιστεί με τα «αρπαγμένα» παιδιά, αγνοεί τα άλλα παιδομαζώματα
που συγκροτούν τα πάθη των παιδιών.
Μετά από δυο
και πλέον δεκαετίες συγγραφικής σιωπής, ενίοτε και σκόπιμης, ένδειας μαρτυριών
και αρχείων, αρχίζει η γλώσσα να λύνεται και η πένα να πιάνει δουλειά, γιατί η
απόσταση του χρόνου λειτουργεί ευεργετικά για την ιστορία. Προς την ίδια
κατεύθυνση λειτουργούν αντικειμενικοί παράγοντες που προλείαναν το έδαφος, όπως
η νόμιμη παρουσία της αριστεράς, μετά τον εμφύλιο, η αλλαγή πλεύσης της Σ. Ένωσης
(ειρηνική συνύπαρξη), άρα και του ΚΚΕ και τα γνωστά μετά την πτώση της χούντας.
Μετά το 1974
αρχίζουν να συσσωρεύονται οι μελέτες και μαρτυρίες για τη μαρτυρική αυτήν
εποχή. Στο χορό του φωτισμού της εποχής μπαίνει και η τέχνη (όλα τα είδη
λογοτεχνίας, εικαστικές, οπτικοακουστικές μορφές κ.λ.π.), για να διανθίσει (και
όχι καλλωπίσει) από τη δική της οπτική το σκηνικό της εποχής, μέσα από τις
εκδοχές των συντελεστών της.
Η ιστορία
καταγράφει με το δικό της ορθολογικό τρόπο, χωρίς το βάθος των συναισθημάτων.
Δεν είναι μόνο ο πόνος, το κλάμα, και ο θρήνος λόγω των απωλειών ή στερήσεων μη
μετρήσιμα μεγέθη. Τα ψυχολογικά αυτά τραύματα σε πόσο κόσμο και βάθος
χαράχτηκαν, είναι μεγέθη μη προσεγγίσιμα, σε έκταση, διάρκεια και τι
παρενέργειες δημιούργησαν. Κάθε στατιστική απόπειρα είναι αδιανόητη. Η ποιοτική
τέχνη φαντάζει ως αληθοφανής απεικόνιση της πραγματικότητας. Όμως δεν είναι
έτσι. Η λογοτεχνία, το θέατρο, ο κινηματογράφος, οι εικαστικές τέχνες, ακόμα
και η αρχιτεκτονική αποτελούν πολλές φορές, ίσως, σημαντικά μέσα για την
εξιχνίαση του βάθους ιστορικών γεγονότων, όταν αυτά δεν γίνεται να μετρώνται με
αριθμούς και ποσοστά. Έχουν δώσει εναύσματα συζητήσεων (π.χ. οι ταινίες, του
Αγγελόπουλου και του Βούλγαρη) για κάποια τέτοια θέματα. Έριξαν κάποια μικρά
φώτα, θα συνεχίσουν, υποκαθιστώντας εν μέρει ή υποβοηθώντας την ιστορική
έρευνα, που ποτέ δεν θα μπορέσει να φτάσει σ’ αυτά τα άδυτα.
Αυτά όλα είναι
τα εργαλεία των ιστορικών και της ακόρεστης ιστορίας, που δεν θα πάψει να λύνει
τους γρίφους και ταυτόχρονα να δημιουργεί νέα ερωτήματα. Μεγάλη η πρόοδος για
να εκτοπιστούν οι σκιάσεις της εποχής και τα πολλά ανεξιχνίαστα κενά.
Η προσπάθεια
αυτής της εργασίας, είναι μια σύντομη, περιεκτική και εκλαϊκευτική περιδιάβαση
στη σχετική βιβλιογραφία, μακριά (όσο γίνεται) από ιδεολογικές επιλεκτικότητες.
Ενώ δεν κομίζει νέα ιστορικά στοιχεία, ίσως προσπαθεί να δημιουργήσει
ερωτηματικά. Ασχολείται με ένα θέμα που χρησιμοποιήθηκε σαν εργαλείο για όσα
χρόνια χρειαζόταν. Μετά την αχρησία του, παρά τις «φιλότιμες» προσπάθειες, δεν έγινε
κατορθωτό να θαφτεί, μαζί με τις ενοχές που εμπεριείχε. Φιλοδοξία αυτής της
προσπάθειας είναι να φέρει, πιο κοντά στον αναγνώστη, τα μέχρι τώρα λίγα φώτα
που έριξαν οι ιστορικοί σ’ αυτό το σκοτεινό θέμα. Να φέρει λίγο πιο κοντά στον
πολυάσχολο άνθρωπο την άποψη, ότι η ιστορία δε δαγκώνει και ότι η μονομέρεια
της γραφής της δε θα μπορούσε να έχει μεγάλη διάρκεια ζωής. Και ακόμα να
αναδείξει, ότι η αντικειμενικότητα της ιστορίας είναι έννοια σχετική.
Αφορμή της
έναρξης ενασχόλησής μου στάθηκε η ενθάρρυνση του μπάρμπα Θόδωρου Κουλίτσου, για
να δικαιώσει τις απωθητικές διαθέσεις του για την εποχή αυτή. Ήθελε, όπως
έλεγε, η μνήμη του να σταματάει στο φθινόπωρο του 1944, με την απελευθέρωση της
χώρας μάς και ακολούθως, να υπερπηδάει την περίοδο μέχρι το 1950, συνεχίζοντας
το ταξίδι της, πράγμα που δεν πιστεύω να κατάφερνε και καλά.
ΠΑΙΔΟΜΑΖΩΜΑΤΑ – 2ο ΜΕΡΟΣ
Συνεχίζουμε με
το δεύτερο μέρος από την έρευνα με τον τίτλο “ΠΑΙΔΟΜΑΖΩΜΑΤΑ“.
Πρόκειται για ένα σύντομο απόσπασμα, που αναφέρεται στην κατηγοριοποίηση των
“παιδομαζωμάτων”.
Όπως, όμως, πολύ σωστά επισημαίνεται, πρόκειται για ΠΑΘΗ
παιδιών, όποιος κι αν είναι ο οργανισμός που πραγματοποιεί το “παιδομάζωμα”
και για όποιο σκοπό κι αν το διενεργεί. Τα παιδιά είναι τα θύματα ενός αγώνα
επιβίωσης και επικυριαρχίας…
Η ομάδα του blog των Λαμπράκηδων
2. ΟΙ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΟΙ
Υπήρξαν πολλών
ειδών μετακινήσεις πληθυσμών, ίσως και απρόβλεπτες, πριν από τη λήψη μέτρων για
τη μέριμνα του πληθυσμού. Τα μέτρα πρόληψης προσδιορίζονται στο 1946 και 1947. Μια
κατηγοριοποίηση των μετακινήσεων:
α) Η πολυπληθέστερη, οργανωμένη και
υποχρεωτική μετακίνηση, των «ανταρτόπληκτων ή «συμμοριόπληκτων», προς τις πόλεις,
με ευθύνη της Ελληνικής κυβέρνησης [2. Άγγελος Ελεφάντης, Μας πήραν την
Αθήνα. Ξαναδιαβάζοντας την ιστορία 1941-1950, εκδ. «Βιβλιόραμα», 2003, σελ.
129, επίσης ο Dominique Eudes Οι Καπετάνιοι. Ο ελληνικός εμφύλιος πόλεμος
1943-1949, εκδ. «Εξάντας», 1974, ανάγει την έναρξη του εγχειρήματος στο
1946-1947], με το σχέδιο «νεκρή ζώνη».
β) Σε περιορισμένη κλίμακα με ευθύνη του Δημοκρατικού Στρατού
Ελλάδας (ΔΣΕ) [3. Milan Ristovic, Το πείραμα του Μπούλκες. «Η Ελληνική
Δημοκρατία» στη Γιουγκοσλαβία 1945-1949, εκδ. «Αφοί Κυριακίδη ΑΕ», 2006, σελ.
15] προς τα βόρεια σύνορα.
Και γ) Η απροσδιόριστης έκτασης εθελούσια ή μη
απομάκρυνση μακριά από τα επικίνδυνα πεδία και η φυγή προς διάφορες
κατευθύνσεις.
Οι παραπάνω
μετακινήσεις ιστοριογραφικά δεν εντάσσονται στο παιδομάζωμα, ίσως διότι δεν
εμπερικλείουν «αρπαγμένα» παιδιά. Αυτό δεν έχει σχέση με προσπάθειες
ελαχιστοποίησης των δεινών, ούτε με τη χειραγώγηση της μνήμης. Στο παιδομάζωμα
εντάσσουμε και άλλες κατηγορίες παιδιών που δεινοπάθησαν, όπως αυτό που ονομάζομε
διευρυμένο παιδομάζωμα, όπως επίσης και κατηγορίες που συνθέτουν το όλο
πρόβλημα των παιδικών παθών.
Σίγουρα όμως οι παραπάνω κατηγορίες εμπεριέχουν
παιδιά, που θα ζήλευαν την τύχη των «αρπαγμένων» και η απορία που εύλογα
προκύπτει, είναι γιατί να το περιορίζουμε, αντί να το εξετάζουμε σε όλες τις
διαστάσεις του προβλήματος σε μια ενιαία βάση. Το σύνολό τους ίσως
αντικατοπτρίζει τη σφαιρική εικόνα. Γιατί είναι διαφορετική η εικόνα του
αντικειμένου από τον σπασμένο καθρέπτη, απ’ ό,τι από τον ατόφιο και καθαρό. Αν
ευσταθεί το σκεπτικό αυτό, ο όρος και οι συναφείς όροι που επικράτησαν, μάλλον
είναι αδόκιμοι. Ένας όρος που συμπυκνώνει τα παραπάνω θα μπορούσε να είναι ΤΑ
ΠΑΘΗ. Παρόλα αυτά θα συνεχίσουμε να χρησιμοποιούμε τους όρους που
επικράτησαν.
ΠΑΙΔΟΜΑΖΩΜΑΤΑ – 3ο ΜΕΡΟΣ
Με μεγάλη
καθυστέρηση δημοσιεύουμε το 3ο μέρος του έργου “ΠΑΙΔΟΜΑΖΩΜΑΤΑ”.
Ο υπότιτλος της
ενότητας είναι, όπως θα δείτε παρακάτω, “Το διευρυμένο παιδομάζωμα”. Και
αναφέρεται σε μετακινήσεις, γενικά, πληθυσμών, αλλά και σε μετακινήσεις παιδιών
που οφείλονταν σε ποικίλους λόγους.
Οι μετακινήσεις αυτές ήταν αναγκαστικές
αλλά και οικειοθελείς. Με την τακτική αυτή δημιουργούνταν θύλακες ανθρώπων,
“μεταναστών και προσφύγων”, μέσα στον τόπο τους. Και οι υπερσυγκεντρώσεις αυτές
λάβαιναν χώρα κυρίως στις πόλεις.
Γιατί έτσι ελέγχονταν καλύτερα οι
εξαθλιωμένοι πληθυσμοί. Δημιουργήθηκε, όμως, πρόβλημα επισιτισμού και στέγασης.
Κι έτσι, αυτοί οι “εκτοπισμένοι” βρίσκονταν συνεχώς υπό τον έλεγχο των εκάστοτε
αρχών αλλά και είχαν την ανάγκη των εράνων και των τροφίμων που μοίραζαν για να
εξασφαλιστεί η στοιχειώδης επιβίωση.
Κι αυτό υπήρξε μια αιτία του υπερπληθυσμού στις πόλεις. Μοιάζει να ξεκίνησε από
τότε η ερήμωση της υπαίθρου χώρας…
Η ομάδα του
blog των Λαμπράκηδων
3. ΤΟ ΔΙΕΥΡΥΜΕΝΟ ΠΑΙΔΟΜΑΖΩΜΑ
Ένα από τα
μεγάλα προβλήματα που προέκυψαν ήταν η προστασία του άμαχου πληθυσμού, που
κατοικούσε κοντά στις περιοχές των επιχειρήσεων. Η καθημερινή φωτιά των
εμπολέμων είχε παραλύσει την οικονομική ζωή των περιοχών. Είχε δημιουργήσει οξύ
πρόβλημα ασφάλειας, επισιτισμού, που είχε σαν αποτέλεσμα την έλλειψη εφοδίων
και συνέπεια την πείνα, την έλλειψη ρουχισμού, φαρμάκων και την αύξηση των
ασθενειών.
Στην κόλαση που
επικρατούσε στην εμπόλεμη ζώνη των επιχειρήσεων, η σωτηρία του άμαχου πληθυσμού
(και των παιδιών), όπως αναλύει η Τ. Βερβενιώτη [4. Τασούλα Βερβενιώτη. Περί
"παιδομαζώματος" και "παιδοφυλάγματος” ο λόγος ή τα παιδιά στη
δίνη της εμφύλιας διαμάχης, στο Το όπλο παρά πόδα. Οι πολιτικοί πρόσφυγες του
ελληνικού εμφυλίου πολέμου στην Ανατολική Ευρώπη, επιμ. Ε. Βουτυρά, Β.
Δαλκαβούρας, Ν. Μαραντζίδης, Μ. Μποτίλα, εκδ. «Πανεπιστημίου Μακεδονίας», 2005,
σελ. 101-123], αποτέλεσε «μέρος των επιχειρήσεων αφού οι αντιμαχόμενοι
στρατοί είχαν αναλάβει τη μεταφορά τους, κάνοντας πολλές φορές αγώνα δρόμου για
να προλάβουν να τα συγκεντρώσουν, πριν από τους άλλους, τους εχθρούς…
συνδέθηκαν με πολιτικούς και διπλωματικούς χειρισμούς, σε εθνικό, αλλά και σε
διεθνές επίπεδο».
Ενώ η διεξαγωγή
του εμφυλίου έγινε στα βουνά οι πόλεις ήταν κι αυτές θύμα του. Εκεί που κυριαρχούσε η κυβερνητική παράταξη, εκ των
πραγμάτων κατέφυγε μεγάλη μερίδα πληθυσμού. Αυτή η υπερσυγκέντρωση δημιούργησε
προβλήματα στέγασης, απασχόλησης, εκπαίδευσης, κοινωνικής συνοχής και προκάλεσε
διατάραξη της καθημερινής ζωής. Οι κατοικημένες αυτές περιοχές, αν δεν ήταν
εχθρικές, τουλάχιστον στην ενεργή πλειοψηφία τους δεν ήταν φιλικές προς τον
κυβερνητικό στρατό. Π.χ. σε αναφορά του ο αντιστράτηγος Θρ. Τσακαλώτος της
4/7/1948 γράφει:
«Τέλος διά τελευταίαν φοράν τονίζω ότι είναι ανίκανος ο Δ/ντής, όστις θα αφίνη το τμήμα του εις κατωκειμένους τόπους», και αλλού με ημερομηνία 16/1/1949:
«Δεν πρέπει να μετακινούνται μέσα στην πόλη μεμονωμένοι μαχητές [5. ΓΕΣ / Διεύθυνσις Ιστορίας Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου 1944-1949, Αθήνα 1998, τόμος 9ος, σελ. 150 και τόμος 11ος, σελ. 393].
«Τέλος διά τελευταίαν φοράν τονίζω ότι είναι ανίκανος ο Δ/ντής, όστις θα αφίνη το τμήμα του εις κατωκειμένους τόπους», και αλλού με ημερομηνία 16/1/1949:
«Δεν πρέπει να μετακινούνται μέσα στην πόλη μεμονωμένοι μαχητές [5. ΓΕΣ / Διεύθυνσις Ιστορίας Στρατού, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου 1944-1949, Αθήνα 1998, τόμος 9ος, σελ. 150 και τόμος 11ος, σελ. 393].
Το πρόβλημα της
οικειοθελούς ή αναγκαστικής απομάκρυνσης πληθυσμών εμφανίζεται μαζικά στα τέλη
του 1946 και διαρκεί μέχρι τα τέλη του 1949. Αφορούσε όλη την κεντρική βόρεια
Ελλάδα, την Ήπειρο, την Πελοπόννησο ακόμα και νησιά. Εντείνεται όσο μεγαλώνει
χωρικά και χρονικά η οξύτητα των πολεμικών συγκρούσεων.
Μία άλλη
παράμετρος που προκάλεσε τη φυγή ήταν η τρομοκρατία. Ο Ε. Αβέρωφ ομολογεί ότι
από «τις πρώτες εβδομάδες του 1945, αν είχε κανείς συμμετάσχει στον ΕΑΜ/ΕΛΑΣ,
δύσκολα μπορούσε να ζήσει σε ένα χωριό ή σε μια επαρχιακή πόλη. Έπρεπε να χαθεί
στη ανωνυμία της μεγαλουπόλεως». [6. Ευάγγελος Αβέρωφ, Ο Ελληνικός Εικοστός
Αιώνας βήμα προς βήμα. “Φωτιά και τσεκούρι!”. Ελλάς 1944-1949 και τα
προηγηθέντα, εκδ.«ΤΟ ΒΗΜΑ Βιβλιοθήκη», 2009, σελ. 148].
Οι βίαιες
μετακινήσεις των πληθυσμών αποτέλεσαν μέρος της τακτικής των στρατιωτικών
επιχειρήσεων και των δυο στρατοπέδων. Εκ των πραγμάτων όμως αποδείχθηκε, ότι
ήταν αναγκαίες για την προστασία των αμάχων. Οι μετακινήσεις αυτές αποκλήθηκαν
«εκτοπίσεις» και οι μετακινούμενοι «ανταρτόπληκτοι» ή «συμμοριόπληκτοι».
Οι όροι αυτοί που χρησιμοποιήθηκαν από την κυβερνητική παράταξη, ήταν μέρος του
πολέμου προπαγάνδας στο εσωτερικό και το εξωτερικό και αποσκοπούσαν να πείσουν
ότι έγιναν λόγω των επιθέσεων των ανταρτών. Πέραν αυτού υπήρξαν και
οικειοθελείς μετακινήσεις, με κατεύθυνση από ορεινές περιοχές, κοντινές σε
εμπόλεμα πεδία, προς ασφαλέστερες πεδινές περιοχές. Αυτοί αποκλήθηκαν «πρόσφυγες».
Το κυβερνητικό
σχέδιο «νεκρή ζώνη» ή «έρημη ζώνη» απέβλεπε στην άμεση εκκένωση των γύρω
περιοχών, όπου δρούσε ο Δημοκρατικός Στρατός, ώστε να του στερήσει κάθε
δυνατότητα ανεφοδιασμού σε τρόφιμα, περίθαλψη των τραυματιών, συλλογή
πληροφοριών από τον φιλικό του πληθυσμό και έμψυχο υλικό, λόγω πιθανής επιστράτευσης.
Όπως γράφει ο
Γ. Ιατρίδης [7. Γιάννης Ιατρίδης, Εμφύλιος πόλεμος 1946-1949, εθνικοί και
διεθνείς παράγοντες στο Η Ελλάδα στη δεκαετία 1940-1950, ένα έθνος σε κρίση,
επιμ. Γ. Ιατρίδης, εκδ. «Θεμέλιο», 1984, σελ. 364], που δεν έχει φιλοΚΚΕ
απόψεις, ο ανεφοδιασμός των ανταρτών γινόταν και μέσω φορολογίας σε είδος, όπου
οι υπεύθυνοι αξιωματικοί είχαν αυστηρές διαταγές να εκδίδουν λεπτομερείς
αποδείξεις για τα είδη που έπαιρναν, ως φορολογία. Αυτά συνέβαιναν όσο τα χωριά
είχαν ζωή και κίνηση. Μετά την ερήμωση των χωριών η παραπάνω εθελοντική και
οικειοθελής προσφορά, άρχισε να δίνει τη θέση της στον καταναγκασμό.
Όπως γράφει ο
Α. Ελεφάντης [8. Άγγελος Ελεφάντης, ό.π„ σελ. 132-133.], το σχέδιο
«νεκρή ζώνη» ήταν έμπνευση του Αμερικάνου στρατηγού Βαν Φλιτ στις Φιλιππίνες,
όπου στέφθηκε με επιτυχία, όπως άλλωστε και στην Ελλάδα.
Οι
«ανταρτόπληκτοι» (λες και είχαν πληγεί μόνο από τους αντάρτες), στεγάστηκαν σε
αντίσκηνα, παλαιά κτίρια, παράγκες και στρατιωτικά τολ όπως όπως. Ζούσαν υπό
επιτήρηση, ανάλογα με την ένταση των επιχειρήσεων. Αλλά και τον χαρακτηρισμό
της περιοχής καταγωγής τους, για «ύποπτες» σχέσεις με τους αντάρτες, μέχρι τη
σταδιακή κατάργηση των οικισμών, την άνοιξη του 1950. Επέζησαν χάρη στην
διανομή καθημερινού συσσιτίου και του επιδόματος ανταρτόπληκτου. Η διανομή
συσσιτίου διατηρήθηκε και μετά.
Η μετακίνηση
πολλές φορές ήταν αιφνιδιαστική και γινόταν εντός τακτής προθεσμίας λίγων ωρών,
ανάλογα με τις πληροφορίες για επικείμενες συγκρούσεις. Σύμφωνα με μαρτυρία του
μετέπειτα υπουργού Ευάγγελου Καλαντζή [9. Το αναφέρει ο Κώστας Γκριτζώνας,
Τα παιδιά του εμφυλίου πολέμου, εκδ. «Φιλίστωρ», 1998, σελ. 65.] (σε δεξιές
κυβερνήσεις), «οι κάτοικοι υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν το δικό τους χωριό
εντός τακτής προθεσμίας 12 ωρών».
Η άρνηση
μετακίνησης συνεπαγόταν παραπομπή σε στρατοδικείο με την κατηγορία του
«ανταρτοτρόφου» [10. Κώστας
Γκριτζώνας, ο.π. σελ. 60.] ή «ληστοτρόφου». Όσοι από τους
«ανταρτόπληκτους» δεν υπέγραψαν δήλωση ενάντια στους κομμουνιστές φυλακίστηκαν,
εξορίστηκαν ή έγιναν θύματα άλλων διώξεων [11. Άγγελος Ελεφάντης, ο.π., σελ.
132.]. Οι νεώτεροι επιστρατεύονταν υποχρεωτικά και στέλλονταν στο μέτωπο
ενάντια στους αντάρτες. Κάποιοι απέδρασαν για το βουνό ή πέραν των συνόρων και
άλλοι γύρισαν παράνομα στα χωριά τους ή έμειναν κρυμμένοι στις γύρω περιοχές.
Η
υπερσυγκέντρωση πληθυσμού υπήρξε δυσανάλογη των δυνατοτήτων των πόλεων
υποδοχής. Ενδεικτικά ο Ευάγγελος Αβέρωφ [12. Ευάγγελος Αβέρωφ, ο.π., σελ.
289, 251 και 241. Επίσης αναφέρει ότι η Καρδίτσα από 20.000 έφτασε τις 50.000.],
αναφέρει ότι την άνοιξη του 1948, τα Ιωάννινα με 25.000 πληθυσμό σε λίγους
μήνες έφτασαν τις 80.000, ότι τα Γρεβενά με 6.000 κατοίκους υποδέχτηκαν 8.000
πρόσφυγες και τέλος τον Ιούλιο του 1947 ο αριθμός των προσφύγων κυμαινόταν στις
400.000. Να σημειώσουμε ότι ο ίδιος συγγραφέας δεν αναφέρεται σε βίαιη ή
αναγκαστική μετακίνηση πληθυσμών, αλλά την παρουσιάζει ως αυτόβουλη.
Η εφημερίδα της
εποχής «Το Βήμα» έγραφε, ότι στην Λαμία οι 20.000 έφτασαν τους 55.000
κατοίκους. Η εφημερίδα Φωνή της Καστοριάς [13. Ραϋμόνδος Αλβανός, Ο εμφύλιος
από την οπτική της Εφημερίδας ‘φωνή της Καστοριάς», στο Πτυχές του εμφυλίου
πολέμου 1946-1949, επιμ. Κλ. Κουτσούκης – Ι. Σακκάς, εκδ. «Φιλίστωρ», 2000,
σελ. 338.] 24/10/48 γράφει ότι η πόλη από 8.000 κατοίκους σήμερα αριθμεί
20.000.
Η μεγέθυνση των
επαρχιακών πόλεων είχε σαν αποτέλεσμα τον μεγαλύτερο βαθμό αστυνομικής
επαγρύπνησης και καταστολής. Όπως λέει ο
Γ. Ρουμπάτης [14. Δούρειος ίππος. Η αμερικάνικη διείσδυση στην Ελλάδα
1947-1967, εκδ. «Οδυσσέας», 1987, σελ. 45.] επέφερε τη σχεδόν πλήρη
απαγόρευση δημοσίευσης ή κυκλοφορίας ακόμα και Κεντρώων εφημερίδων με εξαίρεση
τις μεγάλες πόλεις. Η συγκέντρωση δημιούργησε νέες κατηγορίες φτωχών στις ήδη
φτωχές πόλεις. Δημιούργησε επισιτιστικό πρόβλημα καθώς και μεγάλο πρόβλημα
συμπίεσης των ημερομισθίων, που από την άλλη πλευρά υπήρξε πηγή πλουτισμού για
κάποιους επιχειρηματίες και για άλλους, λόγω της αυξημένης ζήτησης, αύξηση του
κόστους ζωής και εμφάνισης φαινομένων μαυραγορητισμού.
Η νέκρωση των
χωριών και κωμοπόλεων, συνέβαλε στην καταστροφή αποθεμάτων προϊόντων,
λιπασμάτων, γεωργικών και βιοτεχνικών μηχανημάτων και εργαλείων λόγω αχρησίας,
τη μείωση του αριθμού των μικρών και μεγάλων ζώων παραγωγής και
αυτοκατανάλωσης, την δραστική μείωση της γεωργικής παραγωγής και την αναστολή
της όποιας εμπορικής και βιοτεχνικής δραστηριότητας του χωριού.
Οι κλοπές
επίσης δεν είναι αμελητέος παράγοντας. Μπορεί και να διευκολύνονταν προκειμένου
τα εγκαταλειμμένα κινητά αντικείμενα να περιέλθουν στους αντάρτες.
Το σχέδιο
«έρημη ζώνη» ήταν το αποφασιστικό κτύπημα για την ερήμωση των βόρεια της
Θεσσαλίας πόλεων και της εξάρθρωσης της Ελληνικής γεωργικής παραγωγής. Το
σχέδιο αυτό το περιγράφει με θαυμασμό ο Dominique Eudes ως εξής:
«…Η μεγάλη στρατηγική καινοτομία των κυβερνητικών δυνάμεων από τις αρχές του χειμώνα 1946-1947 έγκειται στη συστηματική εκκένωση των χωριών από τους κατοίκους των… η Αγγλική αποστολή με επικεφαλής τον στρατηγό Ρόουλινγκς αναλαμβάνει να ξεκαθαρίσει τα βουνά από τις κατοικημένες εστίες τους.
«…Η μεγάλη στρατηγική καινοτομία των κυβερνητικών δυνάμεων από τις αρχές του χειμώνα 1946-1947 έγκειται στη συστηματική εκκένωση των χωριών από τους κατοίκους των… η Αγγλική αποστολή με επικεφαλής τον στρατηγό Ρόουλινγκς αναλαμβάνει να ξεκαθαρίσει τα βουνά από τις κατοικημένες εστίες τους.
Τα στρατόπεδα των
“προσφύγων” αρχίζουν να κάνουν την εμφάνισή τους γύρω από τις μεγάλες
στρατιωτικές φρουρές. Οι αντάρτες κινδυνεύουν να μείνουν κύριοι σε μια
έρημο, όπου θα τους είναι δύσκολο να επιβιώσουν και να στρατολογήσουν νέα μέλη
τους…» [15. Το αναφέρει ο Κώστας Γκριτζώνας, ό.π., σελ. 58]. Όπως
φαίνεται, το σχέδιο αρχικά είχε εκπονηθεί από Άγγλους ειδικούς και ήταν
απομίμηση ομοίων σχεδίων, που είχαν εφαρμοσθεί σε αντιαποικιακές εξεγέρσεις.
Σύμφωνα με το
σχέδιο «νεκρή ζώνη», έπρεπε να προηγηθεί ο αποκλεισμός των χωριών από τον
εφοδιασμό τροφίμων, φαρμάκων, η απαγόρευση της κυκλοφορίας τη νύχτα [16.
Δημήτρης Σέρβος, Το παιδομάζωμα και ποιοι φοβούνται την αλήθεια, εκδ. Σύγχρονη
Εποχή, 2000, σελ. 138]. Έτσι η βιαιότητα της μετακίνησης θα αποκτούσε
έρεισμα συναίνεσης ή θα συναντούσε λιγότερες αντιστάσεις.
Υπολογίζεται
ότι η αναγκαστική ή μη αυτή μετακίνηση συνολικά αφορούσε 700.000-800.000
ανθρώπους, πάνω από το 10% του πληθυσμού της χώρας. Στην περιοχή της
Μακεδονίας, όπως αναφέρει ο M. Ristovic [17. Milan Ristovic, Ένα μακρύ
ταξίδι:
Τα παιδιά του "παιδωμαζόματος" στη Γιουγκοσλαβία 1948-1960, εκδ. «Επίκεντρο», 2008, ο.π., σελ. 19] η μετακίνηση των πληθυσμών έφτανε το 29%. Η Α. Λαΐου [18. Αγγελική Λαΐου, Μετακινήσεις πληθυσμού στην ελληνική ύπαιθρο κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, στο Μελέτες για τον εμφύλιο πόλεμο 1945-1949, επιμ. Lars Baerentzen, Γιάννης Ιατρίδης, Ole Smith, εκδ. «Ολκός», 2002, σελ. 84-88] που ασχολήθηκε με τις στατιστικές και αριθμούς του φαινόμενου, εμφανίζεται επιφυλακτική με τη χρήση των αριθμών. Για την περιοχή της Μακεδονίας-Θράκης και με βάση την απογραφή του 1940, αναφέρει ποσοστό 20-26%, αφού προηγούμενα εξαιρεί τα αστικά κέντρα, που δεν υπήρχε, όπως ισχυρίζεται, λόγος απομάκρυνσης. Αναφέρει ως αιχμή τον Μάιο του 1949 με 684.000 σύμφωνα με κυβερνητικά στοιχεία. Αλλού πάλι οι πρόσφυγες εμφανίζονται 706.000.
Τα παιδιά του "παιδωμαζόματος" στη Γιουγκοσλαβία 1948-1960, εκδ. «Επίκεντρο», 2008, ο.π., σελ. 19] η μετακίνηση των πληθυσμών έφτανε το 29%. Η Α. Λαΐου [18. Αγγελική Λαΐου, Μετακινήσεις πληθυσμού στην ελληνική ύπαιθρο κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, στο Μελέτες για τον εμφύλιο πόλεμο 1945-1949, επιμ. Lars Baerentzen, Γιάννης Ιατρίδης, Ole Smith, εκδ. «Ολκός», 2002, σελ. 84-88] που ασχολήθηκε με τις στατιστικές και αριθμούς του φαινόμενου, εμφανίζεται επιφυλακτική με τη χρήση των αριθμών. Για την περιοχή της Μακεδονίας-Θράκης και με βάση την απογραφή του 1940, αναφέρει ποσοστό 20-26%, αφού προηγούμενα εξαιρεί τα αστικά κέντρα, που δεν υπήρχε, όπως ισχυρίζεται, λόγος απομάκρυνσης. Αναφέρει ως αιχμή τον Μάιο του 1949 με 684.000 σύμφωνα με κυβερνητικά στοιχεία. Αλλού πάλι οι πρόσφυγες εμφανίζονται 706.000.
Όμως ο
υπολογισμός, όπως η ίδια ισχυρίζεται, με βάση την απογραφή του 1940, δεν είναι
ασφαλής, διότι ο πληθυσμός μεταξύ 1950-1960 μειώθηκε, κατά συνέπεια τα ποσοστά
εμφανίζονται μεγαλύτερα από τα αναφερόμενα. Επίσης υπάρχει επισφάλεια λόγω
άλλων παραγόντων. Τα αριθμητικά στοιχεία, ιδιαίτερα στην αρχή (1946), είναι
ελλιπή. Πάντως υπήρχε τάση διόγκωσης των αριθμών, για να εμφανίζεται μεγαλύτερο
το πλήγμα της χώρας από τους «συμμορίτες». Επίσης η ίδια τάση διόγκωσης των αριθμών
υπαγορευόταν από τη μεγιστοποίηση της αμερικανικής βοήθειας. Διότι όσο
αυξανόταν ο αριθμός των «συμμοριόπληκτων», τόσο άνοιγε η όρεξη επαιτείας
βοήθειας.
Ο πληθυσμός
είχε ενταχθεί σε ανταρτόπληκτους Α’ Β’ και Γ’ κατηγορίας, ανάλογα με κοινωνικά [19.
Αγγελική Λαΐου, ό.π., σελ. 95], όπως αριθμός οικογενειακών μελών, αν
υπήρχαν επιστρατευμένοι, τραυματίες κ.λ.π., αλλά και πολιτικά κριτήρια π.χ.
πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων, προκειμένου να πάρουν το «Βιβλιάριον
συμμοριοπλήκτου». Οι ενταγμένοι στην Α’ κατηγορία εκτός από τρόφιμα έπαιρναν
και χρηματικό επίδομα. Σύμφωνα με το νόμο 894/9-5-1949 για την ανακούφιση των
ανταρτόπληκτων, μεταξύ των 706.000 που συνολικά είχαν γραφτεί στους καταλόγους,
οι 660.000 ήταν χαρακτηρισμένοι Α’ κατηγορίας. Δεν χρειάζεται πολλή φαντασία
για το πόσο πλούτισαν κάποιοι. Επίσης παρατάθηκε η ζωή του εράνου «Φανέλλα του
στρατιώτου» στην υπηρεσία της «περιθάλψεως των συμμοριόπληκτων».
Από τα στοιχεία
που παραθέτει η Α. Λαΐου η σταδιακή αντίστροφη ροή προς το χωριό, μετά την αντίστοιχη
ύφεση των στρατιωτικών επιχειρήσεων ή την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού, υπήρξε
δυσανάλογη. Υπήρξαν χωριά που γύρισαν λίγοι και σε άλλες περιπτώσεις πολλοί
αρνήθηκαν να γυρίσουν στα χωριά τους. Αλλά και πολλοί από αυτούς που γύρισαν
έκαναν το ταξίδι για μεγαλύτερες πόλεις, γιατί το χωριό είχε χάσει τις
ευκαιρίες απασχόλησης, που τους προσφέρονταν πριν, καθώς και η ανωνυμία των
μεγάλων πόλεων, αποτελούσε ασπίδα προστασίας των «σημαδεμένων». Επίσης η
μεγέθυνση των πόλεων τη δεκαετία του 1950 δημιούργησε υποαπασχόληση, με
αποτέλεσμα να ανοίγουν οι πύλες για εξωτερική μετανάστευση.
Η Ι.
Παπαθανασίου [20. Ιωάννα Παπαθανασίου, «Το όπλο παρά πόδα», Λεκτική πολεμική
ή πολιτική στο «Ο Εμφύλιος πόλεμος, Από τη Βάρκιζα στο Γράμμο. Φεβρουάριος
1945-Αύγουστος 1949, επιμ. Η. Νικολακόπουλος, Α. Ρήγος, Γ. Ψαλίδας, εκδ.
«Θεμέλιο», 2002, σελ. 148 και 150] αναφέρει ότι το 70% των ανταρτών και το
55% των φυλακισμένων και εξόριστων είχαν αγροτική προέλευση. Υπολογίζεται
ότι το 1945-6 μετακινήθηκαν 150.000-200.000 αριστεροί προς τις πόλεις λόγω των
διώξεων και της τρομοκρατίας που ασκούνταν σε βάρος τους. Στις πολυάνθρωπες
πόλεις ήταν ευκολότερο να χαθούν τα ίχνη τους και να βρεθεί απασχόληση. Για
τους ίδιους λόγους μεγάλο μέρος των απολυομένων από φυλακές και εξορίες προτιμούσαν
να παραμείνουν στις πόλεις.
Ήδη από το 1945
η «Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση» (ΠΔΚ) είχε δημιουργήσει προσφυγικές εστίες,
στις φιλικές της γειτονικές χώρες, όπου κατέφευγαν οι διωκόμενοι, τραυματίες
και στελέχη του μηχανισμού του ΚΚΕ [21. Σε μια τέτοια κοινότητα αναφέρεται
ολόκληρο το έργο του Milan Ristovic, Το πείραμα του Μπούλκες. “Η Ελληνική
Δημοκρατία” στη Γιουγκοσλαβία 1945-1949, εκδ. «Αφοι Κυριακίδη ΑΕ», 2006].
Τότε όλοι πίστευαν, ότι η μετακίνηση αυτή θα είναι προσωρινή. Υπάρχουν πολλές μαρτυρίες
ότι ομάδες πληθυσμών που διέμεναν κοντά στα βόρεια σύνορα διέφυγαν αυτοβούλως
στις γειτονικές χώρες πριν από την αποχώρηση του Δημοκρατικού Στρατού. Αλλά και
μετά την αποχώρησή του για να ενωθούν με τις οικογένειές τους ή υπό τον φόβο
των αντιποίνων.
Ο Κ. Γκριτζώνας
[22. Κώστας Γκριτζώνας, ό.π., σελ. 52] για τη φυγάδευση των αμάχων προς
τα βόρεια σύνορα γράφει, ότι:
«…μετά την κατάληψη του Καρπενησίου (Γενάρης-Φλεβάρης 1949) και σε συνέχεια την αποχώρηση του Δημοκρατικού Στρατού έμειναν κρυμμένοι στην περιοχή 2.000 γυναικόπαιδα… Θυμάμαι πως οι εκπρόσωποι των οργανώσεων (από πριν) πίεζαν να προωθήσουμε αυτόν τον κόσμο προς τις λαϊκές χώρες, πράγμα που αργότερα έγινε… η πείνα, η γύμνια και οι σκοτωμοί από τα αεροπλάνα του εχθρού έφεραν μεγάλη δυστυχία».
«…μετά την κατάληψη του Καρπενησίου (Γενάρης-Φλεβάρης 1949) και σε συνέχεια την αποχώρηση του Δημοκρατικού Στρατού έμειναν κρυμμένοι στην περιοχή 2.000 γυναικόπαιδα… Θυμάμαι πως οι εκπρόσωποι των οργανώσεων (από πριν) πίεζαν να προωθήσουμε αυτόν τον κόσμο προς τις λαϊκές χώρες, πράγμα που αργότερα έγινε… η πείνα, η γύμνια και οι σκοτωμοί από τα αεροπλάνα του εχθρού έφεραν μεγάλη δυστυχία».
Από την πλευρά
της ΠΔΚ έγινε έκκληση στον ΟΗΕ, για «συστηματικές επιδρομές ενάντια στον άμαχο
πληθυσμό των ελεύθερων περιοχών, που δημιουργούν πολυάριθμα θύματα στα
γυναικόπαιδα… χιλιάδες πετάχτηκαν έξω από τα σπίτια τους και μεταφέρθηκαν στις
πόλεις…» [23. Αγγελική Λαΐου, ό.π., σελ. 74]. Το ΚΚΕ επίσης, έκανε
καταγγελία ότι από τα μέσα του 1947 η κυβέρνηση των Αθηνών αποφάσισε την
εφαρμογή του σχεδίου «έρημη ζώνη» (ή νεκρή ζώνη), με αιτιολογία τους
συμμορίτες, που επιδιώκουν «να αποδιοργανώσουν τη γεωργική παραγωγή,
εξαναγκάζοντας τις οικογένειες να καταφύγουν από την ύπαιθρο προς τις πόλεις
για να προστατεύσουν τα παιδιά τους».
Το ΚΚΕ, από τις
αρχές του 1948, σύμφωνα με τον Milan Ristovic [24. Milan Ristovic, 2008,
σελ. 28-29], «… αποφάσισε για την περισυλλογή των παιδιών, στις περιοχές
που είχε υπό τον έλεγχό του, ώστε να μετακινηθούν σε ασφαλέστερα μέρη, κυρίως
στις γειτονικές χώρες Αλβανία και Γιουγκοσλαβία», πριν απαχθούν από τους
“μοναρχοφασίστες”». Μέχρι τότε το ΚΚΕ δεν είχε προχωρήσει σε μαζικές βίαιες
επιστρατεύσεις, γιατί δεν είχαν .προκόψει ανάγκες ανεφοδιασμού του σε είδη ή σε
ανθρώπινο δυναμικό, πράγμα που είναι αμφιλεγόμενο. Αργότερα όμως, που η «νεκρή
ζώνη» αρχίζει να λειτουργεί, οι επιστρατεύσεις γίνονται αναγκαίες και αποτελούν
κοινό μυστικό. Ο Μιχάλης Γκανάς, που βρέθηκε μαζί με τους πρώτους πρόσφυγες
στην Αλβανία, γράφει:
«Μαζεύουνε τα παιδιά. Θα μας στείλουν αλλού, χώρια απ’ τους δικούς μας… οι δικές μας [μανάδες] αγρίεψαν… [τελικά] πήραν τα μεγαλύτερα, από-δέκα [ετών] και πάνω» [25. Μιχάλης Γκανάς, Μητριά πατρίδα, εκδ. «Κείμενα», 1981, σελ. 13].
«Μαζεύουνε τα παιδιά. Θα μας στείλουν αλλού, χώρια απ’ τους δικούς μας… οι δικές μας [μανάδες] αγρίεψαν… [τελικά] πήραν τα μεγαλύτερα, από-δέκα [ετών] και πάνω» [25. Μιχάλης Γκανάς, Μητριά πατρίδα, εκδ. «Κείμενα», 1981, σελ. 13].
Από βιβλίο της
αντίπαλης όχθης διαβάζουμε [26 Το αναφέρει ο Lars Baerentzen, Το παιδωμάζωμα
και οι παιδουπόλεις της βασίλισσας, στο Μελέτες για τον εμφύλιο πόλεμο
1945-1949, επιμ. Lars Baerentzen, Γ. Ιατρίδης, Ole Smith, εκδ. (Γ’ έκδοση)
«Ολκός», 2002, σελ. 137]:
«Οι κυρίες της Βασιλίσσης… μετακινούνταν επί ώρες πάνω σε μουλάρια, αψηφώντας τους κινδύνους του πολέμου, για να βρουν τα παιδιά μας, για να τα πάρουν προτού τα πάρουν οι κομμουνιστές».
«Οι κυρίες της Βασιλίσσης… μετακινούνταν επί ώρες πάνω σε μουλάρια, αψηφώντας τους κινδύνους του πολέμου, για να βρουν τα παιδιά μας, για να τα πάρουν προτού τα πάρουν οι κομμουνιστές».
Οι παραπάνω
αναταράξεις που επέφεραν σωρεία ανακατατάξεων, είναι άραγε εκτός πεδίου του
θέματος; Ανάμεσα στα παντοειδή αυτά θύματα βρίσκονται και παιδιά. Δεν είναι
μόνο τα σχολεία, που έκλεισαν, και οι δάσκαλοι, που μπορεί να έγιναν κάθε
είδους θύματα. Οι επιδράσεις στην οικογένεια, το χωριό, την πόλη, την
οικονομία, κ.λπ. συνηγορούν στην άποψη, ότι ολόκληρη η χώρα και το μέλλον της
εντάχθηκαν στην απεχθή έννοια παιδομάζωμα.
ΠΑΙΔΟΜΑΖΩΜΑΤΑ – ΜΕΡΟΣ 4ο
Το σύντομο αυτό
τέταρτο μέρος του αφιερώματος στα “Παιδομαζώματα” είναι ιδιαιτέρως
συγκινητικό. Περνούν μπροστά από τα μάτια μας – και πληγώνουν τις καρδιές μας –
εικόνες παιδιών που “σέρνονται” μακριά από τους δικούς τους και τα σπίτια τους,
μακριά από την πατρίδα τους – και φυσικά ο λόγος είναι το συνεχιζόμενο
εμφυλιοπολεμικό σκηνικό.
Γυναίκες
μεγαλύτερες αλλά και κορίτσια σε εφηβική ηλικία αναλαμβάνουν να οδηγήσουν τα
παιδιά και να παίξουν το ρόλο της μάνας, που δεν είναι δίπλα τους μια τόσο
δύσκολη στιγμή…
Με αυτά τα
καραβάνια κλείνει η μικρή αυτή ενότητα. Καραβάνια παιδιών ορφανών, παιδιών
γυμνών και πεινασμένων…
Παληοτάκης
4 ΤΑ ΚΑΤΑΡΡΑΚΩΜΕΝΑ ΑΡΠΑΓΜΕΝΑ ΠΑΙΔΙΑ
Σε μια
παραστατική περιγραφή στην εφημερίδα «Εξόρμηση» της 1/4/1948, διαβάζουμε:
«…ζώα κάρα γεμάτα παιδάκια, ολόκληρες φάλαγγες από μικρά παιδιά βαδίζουν προς διάφορες κατευθύνσεις… μερικά περπατούν. Άλλα είναι πάνω στα ζώα κι από κοντά οι μανάδες τους… τα πιο μικρά μισοκοιμούνται πάνω σε γαϊδουράκια» [27. Lars Baerentzen, ό.π., σελ, 142]. Μανάδες ονόμαζαν τις μεγαλύτερες γυναίκες, που ανά μικρές ομάδες είχαν την ευθύνη της συνοδείας των παιδιών. Η δραματική αυτή πομπή όδευε υπό την περιφρούρηση του Δημοκρατικού Στρατού, προς τα σύνορα της Αλβανίας ή της Γιουγκοσλαβίας. Σε όλους τους ημεδαπούς ή αλλοδαπούς παιδότοπους, τις ομαδάρχισσες που τα φρόντιζαν τις ονόμαζαν μανάδες. Μια ακόμα ταυτοσημία μέσων, που θα εξηγήσουμε παρακάτω, γιατί η παιδική ψυχολογία, σε ανατολή και δύση, έχει κοινούς παρονομαστές.
«…ζώα κάρα γεμάτα παιδάκια, ολόκληρες φάλαγγες από μικρά παιδιά βαδίζουν προς διάφορες κατευθύνσεις… μερικά περπατούν. Άλλα είναι πάνω στα ζώα κι από κοντά οι μανάδες τους… τα πιο μικρά μισοκοιμούνται πάνω σε γαϊδουράκια» [27. Lars Baerentzen, ό.π., σελ, 142]. Μανάδες ονόμαζαν τις μεγαλύτερες γυναίκες, που ανά μικρές ομάδες είχαν την ευθύνη της συνοδείας των παιδιών. Η δραματική αυτή πομπή όδευε υπό την περιφρούρηση του Δημοκρατικού Στρατού, προς τα σύνορα της Αλβανίας ή της Γιουγκοσλαβίας. Σε όλους τους ημεδαπούς ή αλλοδαπούς παιδότοπους, τις ομαδάρχισσες που τα φρόντιζαν τις ονόμαζαν μανάδες. Μια ακόμα ταυτοσημία μέσων, που θα εξηγήσουμε παρακάτω, γιατί η παιδική ψυχολογία, σε ανατολή και δύση, έχει κοινούς παρονομαστές.
Ο Δ. Σέρβος [28.
Δημήτρης Σέρβος, ό.π., σελ. 241] περιγράφει τις δύσκολες συνθήκες του
ταξιδιού (πεζοπορία κ.λπ.) των παιδιών, υπό το φόβο των αναγνωριστικών
αεροπλάνων και άλλων λαγωνικών και καταδιωκτικών μέσων του κυβερνητικού
στρατού. Η πορεία υποχρεωτικά γινόταν βράδυ με απόλυτη σιωπή. Η ίδια σιωπή
επιβαλλόταν κατά τη διάρκεια της ημέρας, όπου λούφαζαν κρυμμένοι οι πεζοπόροι.
Και πώς να
πείσεις, όπως γράφει, τα νεογέννητα να μην κλάψουν; Πώς να πείσεις τα παιδιά
(καθώς και τα ζώα) να υπομείνουν την πείνα, τη δίψα, την έλλειψη της μάνας και
τις λοιπές κακουχίες, που εμπεριείχε αυτή η περιπέτεια; Τα παιδιά που δεν μπορούσαν να περπατήσουν, τα
φόρτωναν στα ζώα και τα υπόλοιπα, μαζί με τη συνοδό (μάνα) και στρατιωτική
συνοδεία, ήταν πεζά. Κάθε συνοδός ήταν η επικεφαλής και υπεύθυνη ολιγομελούς
ομάδας παιδιών.
Ο ίδιος
αναφέρει τη μαρτυρία του 15χρονου τότε και μεγαλύτερου παιδιού, που έγινε κατά
την αναχώρηση 270 παιδιών στις 1/3/48, από τον Έβρο προς τα Ελληνοβουλγαρικά
σύνορα. Πορεία που κράτησε 15 ημέρες:
«Ξεκινήσαμε την 1 Μαρτίου 1948, απ’ το χωριό Λευκίμη με 15 βοϊδάμαξες, και 23 γαϊδούρια, όλα καταφορτωμένα παιδιά. Ήταν μια ηρωική πορεία παιδιών, που πεινούσαν και τρέμαν από φόβο. Ήταν παιδιά που δεν είχαν πατεράδες. Παιδιά μαχητών του Δ.Σ.Ε.
«Ξεκινήσαμε την 1 Μαρτίου 1948, απ’ το χωριό Λευκίμη με 15 βοϊδάμαξες, και 23 γαϊδούρια, όλα καταφορτωμένα παιδιά. Ήταν μια ηρωική πορεία παιδιών, που πεινούσαν και τρέμαν από φόβο. Ήταν παιδιά που δεν είχαν πατεράδες. Παιδιά μαχητών του Δ.Σ.Ε.
Οι μανάδες τους τα φέρναν
στην αγκαλιά ή τα παρέδιναν στους παππούδες, που περίμεναν με τις βοϊδάμαξες
έξω απ’ το χωριό. Κλαίγαν οι μανάδες, κλαίγαν τα παιδάκια και οι παππούδες… η
Μυρσίνη Βρανίδου 14 ετών απ’ το χωριό Τριφύλι ήταν η μεγαλύτερη. Ήταν η μάνα, η
δασκάλα, η συνοδός των υπόλοιπων 21 παιδιών του χωριού…» [29. Δημήτρης
Σέρβος, ό.π., σελ. 283]. Στη συνέχεια αναφέρονται και άλλοι συνοδοί
παρόμοιων ηλικιών. Σε άλλη μαρτυρία συναντάμε ως επικεφαλής ομάδας τη γιαγιά
ενός εκ των παιδιών [30. Ρίκη Βαν Μπουσχότεν, Περάσαμε πολλές μπάρες κορίτσι
μου..., εκδ. «Πλέθρον», 1998, σελ. 272].
“Τα παιδιά
έφταναν στις παιδουπόλεις σε κακή κατάσταση, σωστά αγρίμια, πραγματικά
«φαντάσματα, κουρελιασμένα, ψειριασμένα, ψωριασμένα, πεινασμένα, διψασμένα, και
προπαντός βλέπαμε στο πρόσωπό τους το φόβο… το θέαμα ήταν απαίσιο και
αποκρουστικό… οι ταλαιπωρίες, η γύμνια, η πείνα και ο τρόμος είχαν σπάσει το
ηθικό τους” [31.
Ελένη Αναγνωστοπούλου, Το έργο της βασίλισσας Φρειδερίκης. Παιδοπόλεις
1948-1950, Αθήνα, 2003, σελ. 27].
ΠΑΙΔΟΜΑΖΩΜΑΤΑ
Μέρος 5ο
Στη σημερινή
ανάρτηση θα διαβάσουμε για τις οργανώσεις και τους φορείς που συστάθηκαν,
προκειμένου να στεγάσουν και να περιθάλψουν τα παιδιά.
Οι απόπειρες
αυτές έγιναν και από τις δυο πλευρές των αντιμαχομένων. Από τη μια πλευρά οι
γειτονικές βαλκανικές χώρες στέγασαν και επιμόρφωσαν πολλά παιδιά. Από πλευράς
κυβερνητικής, ήταν κυρίως το Παλάτι που οργάνωσε και καρπώθηκε – και προσωπικά
η Φρειδερίκη – τα θετικά σημεία αυτής της προσπάθειας.
Σε όλα αυτά, σ’
αυτόν τον αγώνα, που είχε και χαρακτήρα προπαγάνδας και προσηλυτισμού, τα
θύματα ήταν τα παιδιά, που είχαν χάσει τους γονείς ή που ζούσαν μακριά από τους
γονείς τους…
Παληοτάκης
5 ΦΟΡΕΙΣ ΥΠΟΔΟΧΗΣ-ΠΕΡΙΘΑΛΨΗ ΤΩΝ ΑΡΠΑΓΜΕΝΩΝ
Με σκοπό την
προστασία αυτού του παιδικού πληθυσμού, η ελληνική κυβέρνηση με το βασιλικό
διάταγμα της 10 Ιουλίου 1947, ίδρυσε την «Ειδική Επιτροπή Εράνου» ως
υποεπιτροπή της «Πρόνοιας Βορείων Επαρχιών Ελλάδος», που είχε σκοπό, σύμφωνα
με το καταστατικό της, «την περίθαλψη των συνεπεία του συμμοριτοπολέμου
προσφυγοπαίδων και ορφανών και εν γένει την παροχήν πάσης δυνατής βοηθείας εις
τους απομακρυθέντας εκ των εστιών των πληθυσμούς».
Ο «Έρανος»
ή «Πρόνοια», όπως σχηματικά ονοματίστηκε αυτή η προσπάθεια, ετέθη υπό
την προστασία της βασίλισσας Φρειδερίκης. Συστάθηκε στις 20 Ιουνίου
1948, από 72 Αθηναίες κυρίες και διευθυνόταν από εικοσαμελή κυρίως γυναικεία
επιτροπή με επικεφαλής την Λίνα Τσαλδάρη και την Αλεξάνδρα Μελά.
Στην επιτροπή αυτή συμμετείχε και ο αυλάρχης. Η διάρκεια του «Εράνου»
υπολογιζόταν για έξι μήνες. Την ονομασία του πήρε από τον έρανο για τη συλλογή
χρημάτων, που προκήρυξε για την ευόδωση και προαγωγή των σκοπών του.
Πέρα
από τους επιδιωκόμενους σκοπούς, η υπόσταση του «Εράνου» αποδείχτηκε χρήσιμη,
για τις ανάγκες των δημοσίων σχέσεων του παλατιού, οπότε αποφασίστηκε η
παράταση της διάρκειάς του, μέχρι που καταργήθηκε με την έξωση της βασιλικής
οικογένειας το 1967! Τα ανάκτορα έγιναν ο αποκλειστικός φορέας
κοινωνικής πολιτικής. Το τεράστιο δίκτυο δημοσίων σχέσεων, που υποστηριζόταν
μονότονα από όλα τα μέσα δημοσιότητας, κατέστησε το παλάτι ένα σημαντικό κέντρο
εξουσίας, πάνω από το κοινοβούλιο.
Η «Πρόνοια»
εξέδιδε το περιοδικό «Παιδόπολις», που αργότερα μετονομάστηκε «Το
σπίτι του παιδιού». Ιδρύθηκαν τοπικές επιτροπές του «Εράνου» σε όλες τις
πόλεις. Στις επιτροπές αυτές περιλαμβάνονταν τα πιο λαμπερά ονόματα της κάθε
περιοχής, που ξεχείλιζαν από φιλανθρωπικά, χριστιανικά και εθνικά αισθήματα,
άνθρωποι γεροί στην ψυχή και το πνεύμα [32. Ελένη Αναγνωστολοπούλου, ό.π.,
σελ. 23]. Ο Μ. Ristovic [33. Milan Ristovic, 2008, σελ.19], αναφέρει
από τα απομνημονεύματα της Φρειδερίκης, ότι «ο αγώνας να φτάσουμε στα παιδιά
πριν τους κομμουνιστές …άρχισε αμέσως μετά την ίδρυση της “Πρόνοιας”…». Το 1947
ο «Έρανος» (ή «Πρόνοια») φιλοξένησε 2.000 παιδιά και τα επόμενα έτη και σύμφωνα
με συγκρουόμενα στοιχεία έφτασε 13.000-18.000.
Για το σκοπό
αυτό δημιουργήθηκαν 53 παιδοπόλεις: 23 στην Αθήνα, 12 στη Θεσσαλονίκη, από
τρείς στα Γιάννενα, Ρόδο, από δύο στη Λαμία και Σύρο και στην Καβάλα, Αγρίνιο,
Βόλο, Λάρισα, Πάτρα και Τήνο, Μυτιλήνη και Κέρκυρα κ.λπ. όλες οι παιδοπόλεις
έφεραν όνομα αγίων. Η πρώτη εγκαινιάστηκε στη Θεσσαλονίκη από τη βασίλισσα, που
συνοδευόταν από πολλούς πρώτης γραμμής υπουργούς και πλήθος κρατικών και
εκκλησιαστικών παραγόντων. Πήρε το όνομα Αγία Ειρήνη [34. Εφημερίδα
«Ελληνικόν Αίμα», 31/7/1947], ως δηλωτικό των ειρηνόφιλων αισθημάτων των
Ελλήνων. Όπως αναγράφεται στον κανονισμό των παιδοπόλεων, σκοπός της ίδρυσης
είναι «η παροχή προσωρινού ασύλου και η περίθαλψις των διασωζομένων εκ της
απειλής του παιδομαζώματος».
Σύμφωνα δε με εκτιμήσεις, επιπλέον σιτίζονταν μία
φορά την ημέρα 10.000-13.000 παιδιά, στις εστίες διανομής συσσιτίου σε διάφορες
πόλεις και χωριά. Επίσης ιδρύθηκαν επαγγελματικές σχολές στη Λέρο για 1.300
νέους και στη Νεάπολη Κρήτης για 400 κορίτσια. Ο Γ. Μαργαρίτης [35. Γιώργος
Μαργαρίτης, «Γενική επισκόπηση του εμφυλίου πολέμου», στο «Εμφύλιος πόλεμος, 60
χρόνια μετά», εκδ. «“Ε” Ιστορικά Ελευθεροτυπία», 1999, σελ. 34] για την
απόκρυψη του ακριβούς αριθμού των παιδιών των παιδουπόλεων αυτών γράφει, ότι
υπήρχε η σκοπιμότητα να παρουσιαστεί μικρότερος ο αριθμός αυτός, από τον
αντίστοιχο των παιδιών που κατέληξαν στις ανατολικές χώρες. Ο μεγαλύτερος
δυνατός αριθμός των απαχθέντων τροφοδοτούσε περισσότερο τα αντικομμουνιστά
αισθήματα.
Στο αυστηρά
κλειστό περιβάλλον που έζησαν τα παιδιά, τα πράγματα θα μπορούσαν να έχουν
εξελιχθεί και διαφορετικά, όπως στα κολαστήρια των φυλακών κ.λπ., που έχουμε
διαβάσει σε μαρτυρίες της εποχής. Όμως τα παιδιά ήταν η εύπλαστη εκείνη πρώτη
ύλη, που η επιθυμητή διαμόρφωσή της προσδίδει την εφήμερη αίγλη πραγματικής
αλληλεγγύης και την αισιόδοξη προοπτική στην επιθυμητή μελλοντική κοινωνία, που
προσβλέπουν οι εκάστοτε πλαστουργοί. Και σημασία είχε ο πεντακάθαρος καθρέπτης,
όπως θα δούμε παρακάτω, σε τυποποιημένες μαρτυρίες, και όχι το τι κρύβεται πίσω
του.
Δεν ήταν μόνο ο
φόβος δυσάρεστων διαρροών κακομεταχείρισης, που καραδοκούσε για να υπονομεύσει
την καλή εικόνα των εντυπώσεων, αλλά μέσω αυτής της εικόνας, η διατήρηση και
μελλοντική επαύξηση της κοινωνικής υπεροχής, έναντι της πανταχού παρούσας
αντίπαλης πλευράς.
Αυτό ισχύει
αμφίπλευρα, όπως επίσης και η συνέχεια, για την οποία η κάθε πλευρά επαίρεται,
για να αναδείξει την υπεροχή της σε θέματα ανθρωπιάς, που πράγματι δόθηκαν
απλόχερα από τις εμπλεκόμενες πλευρές, μέσα βέβαια στο περιβάλλον αξιών, που
επιδίωκε να αναδείξει η καθεμία. Από τις διαθέσιμες πληροφορίες, επιβεβαιώνεται
ότι στα εξαθλιωμένα αυτά παιδιά παρασχέθηκε κάθε δυνατή υλική, ψυχική φροντίδα
και στοργή, ιατρική περίθαλψη και καλή … στέγαση.
Παραθέτουμε
τέσσερις μαρτυρίες, που αφορούν τη στέγαση. Για του λόγου το αληθές, συνήθως
συνοδεύονται από σκηνοθετημένες φωτογραφίες, ως στοιχείο τεκμηρίωσης.
Από τις
ανατολικές χώρες:
«Στα παλάτια που μας βάλανε, [ήταν] των πλουσίων που φύγανε… Παλάτια, τι να σας πω, με ζωγραφιές τεράστιας αξίας , από Ιταλούς ζωγράφους…». [36. Ρίκη Βαν Μπουσχότεν, ό.π., 1998, σελ. 273, από συνέντευξη].
«Στα παλάτια που μας βάλανε, [ήταν] των πλουσίων που φύγανε… Παλάτια, τι να σας πω, με ζωγραφιές τεράστιας αξίας , από Ιταλούς ζωγράφους…». [36. Ρίκη Βαν Μπουσχότεν, ό.π., 1998, σελ. 273, από συνέντευξη].
Από την Ελλάδα:
«Η παιδούπολη σαν κτίριο, ήταν ωραιότατη και μεγάλη. Είχε δύο ορόφους, με πολλούς και μεγάλους θαλάμους (παραθέτει και φωτογραφία του κτιρίου)…» [37. Ελένη Αναγνωστοπούλου, ό.π., σελ. 33].
«Η παιδούπολη σαν κτίριο, ήταν ωραιότατη και μεγάλη. Είχε δύο ορόφους, με πολλούς και μεγάλους θαλάμους (παραθέτει και φωτογραφία του κτιρίου)…» [37. Ελένη Αναγνωστοπούλου, ό.π., σελ. 33].
Από τη
Γιουγκοσλαβία:
«Μετά τα προσωρινά καταλύματα… Στα τέλη του 1948… το νηπιαγωγείο και αρκετές πρώην ιδιωτικές βίλλες ανακαινίστηκαν για την μόνιμη εγκατάσταση των παιδιών» [38. Milan Ristovic, 2008, σελ. 69].
«Μετά τα προσωρινά καταλύματα… Στα τέλη του 1948… το νηπιαγωγείο και αρκετές πρώην ιδιωτικές βίλλες ανακαινίστηκαν για την μόνιμη εγκατάσταση των παιδιών» [38. Milan Ristovic, 2008, σελ. 69].
Εντυπώσεις από
επίσκεψη μιας γιαγιάς στην Ουγγαρία:
«Τα ζαβόλιαμ, βασιλόπουλα έγιναν, σε παλατ’ κάθοντι. Έλεγα γω η έρμη, καλά θα ειν’ τα παιδιά μας. Αυτοί οι Ουγγαρέζ πολύ μας πηρετεύουν…» [39. Δημήτρης Σέρβος, ό.π., σελ. 293].
«Τα ζαβόλιαμ, βασιλόπουλα έγιναν, σε παλατ’ κάθοντι. Έλεγα γω η έρμη, καλά θα ειν’ τα παιδιά μας. Αυτοί οι Ουγγαρέζ πολύ μας πηρετεύουν…» [39. Δημήτρης Σέρβος, ό.π., σελ. 293].
Είναι γνωστό
ότι όλες οι χώρες υποδοχής των παιδιών αιφνιδιάστηκαν από τον μεγάλο αριθμό των
παιδιών, ήταν ανέτοιμες να το αντιμετωπίσουν. Επιδόθηκαν, όμως στη συνέχεια για
την εξεύρεση της καλύτερης δυνατής λύσης.
Η διάσωση των
παιδιών στην ένταση του εμφυλίου παρουσιάζεται από το επίσημο ΚΚΕ ως εξής:
«Πολλοί κάτοικοι των ελεύθερων περιοχών πρότειναν στα λαϊκά συμβούλια να ζητηθεί από τις γειτονικές λαϊκοδημοκρατικές χώρες να φιλοξενήσουν τα παιδιά τους, για να σωθούν από τους κινδύνους που κάθε στιγμή αντιμετώπιζαν. Ύστερα απ’ αυτό η ΠΔΚ. απευθύνθηκε στις κυβερνήσεις αυτές και, όπως ανακοινώθηκε στις 7 του Μάρτη 1948, με χαρά και ευχαρίστηση ανέλαβαν να περιθάλψουν τα Ελληνόπουλα… συγκεντρώθηκαν 25.000 παιδιά με την ελεύθερη συγκατάθεση των γονιών ή συγγενών τους κι όχι με βίαιο τρόπο…» [40. ΚΚΕ, Δοκίμιο ιστορίαςτου ΚΚΕ, 1ος τόμος 1918-1949, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», 1995», σελ. 589]. Στην εφημερίδα «Εθνικός Στρατός» της 27/6/48, διαβάζουμε, σε σημείωμα ανταποκριτή, ότι η Γιουγκοσλαβική απάντηση στις παραπάνω κατηγορίες, είναι ευθυγραμμισμένη με της Πολωνίας και Ουγγαρίας, που ισχυρίζονται ότι «η επικρατούσα εν Ελλάδι κατάστασις ηνάγκασε τους Ελληνόπαιδας να ζητήσουν άσυλον…».
«Πολλοί κάτοικοι των ελεύθερων περιοχών πρότειναν στα λαϊκά συμβούλια να ζητηθεί από τις γειτονικές λαϊκοδημοκρατικές χώρες να φιλοξενήσουν τα παιδιά τους, για να σωθούν από τους κινδύνους που κάθε στιγμή αντιμετώπιζαν. Ύστερα απ’ αυτό η ΠΔΚ. απευθύνθηκε στις κυβερνήσεις αυτές και, όπως ανακοινώθηκε στις 7 του Μάρτη 1948, με χαρά και ευχαρίστηση ανέλαβαν να περιθάλψουν τα Ελληνόπουλα… συγκεντρώθηκαν 25.000 παιδιά με την ελεύθερη συγκατάθεση των γονιών ή συγγενών τους κι όχι με βίαιο τρόπο…» [40. ΚΚΕ, Δοκίμιο ιστορίαςτου ΚΚΕ, 1ος τόμος 1918-1949, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», 1995», σελ. 589]. Στην εφημερίδα «Εθνικός Στρατός» της 27/6/48, διαβάζουμε, σε σημείωμα ανταποκριτή, ότι η Γιουγκοσλαβική απάντηση στις παραπάνω κατηγορίες, είναι ευθυγραμμισμένη με της Πολωνίας και Ουγγαρίας, που ισχυρίζονται ότι «η επικρατούσα εν Ελλάδι κατάστασις ηνάγκασε τους Ελληνόπαιδας να ζητήσουν άσυλον…».
Τον Μάιο του
1948, το ΚΚΕ συνέστησε την «Επιτροπή Βοήθεια στο Παιδί» (ΕΒΟΠ), με πρόεδρο τον
καρδιολόγο καθηγητή πανεπιστημίου Πέτρο Κόκκαλη, που ταυτόχρονα ήταν υπουργός
υγείας της «Δημοκρατικής Κυβέρνησης». Η επιτροπή αυτή λειτούργησε μέχρι το
1956, οπότε και ενηλικιώθηκαν τα παιδιά, που τελικά παρέμειναν στις ανατολικές
χώρες.
Από το 1945
είχαν φτάσει στην Γιουγκοσλαβία πολλά παιδιά και είχαν εγκατασταθεί με τους
γονείς τους, όπως και στην Αλβανία. Οι περισσότεροι ήταν οι αυτόβουλοι
πρόσφυγες, που πέρασαν τα σύνορα, κυρίως για λόγους προστασίας. Σύμφωνα με τον
Γ. Γκαγκούλια [41. Γεώργιος Γκαγκούλιας, «Παιδομάζεμα Τα παιδιά στη θύελλα
του Εμφυλίου Πολέμου και μετά», εκδ. «Ιωλκός», 2004, σελ.85-86] είχε
ιδρυθεί και λειτουργούσε ο πρώτος προσφυγικός παιδικός σταθμός (1947) στην πόλη
Σκόδρα της Αλβανίας, ενώ ο δεύτερος είναι αυτός του Μπούλκες στη Γιουγκοσλαβία,
που ιδρύθηκε στις 5 Νοεμβρίου 1947 με 92 παιδιά από τα χωριά της Ηπείρου, των
Γρεβενών, της Καστοριάς και της Φλώρινας.
Ο ίδιος συγγραφέας αναφέρεται στον Θ.
Μητσόπουλο [42. Θανάσης Μητσόπουλος, Μείναμε Έλληνες, εκδ. «Οδυσέας», 1979,
σελ.23. Στις ίδιες διαπιστώσεις καταλήγει, παραθέτοντας περισσότερα στοιχεία ο
Ristovic, 2008, ό.π., σελ. 26], που συμπληρωματικά αναφέρει, ότι τα πρώτα
προσφυγικά σχολεία, με μερικές δεκάδες παιδιά, λειτούργησαν στο Μπούλκες στις
αρχές του 1946 και ότι το 1947 στην ίδια πόλη είχαν ιδρυθεί τρία δημοτικά
σχολεία, δύο νηπιαγωγεία και ένας βρεφικός σταθμός.
Όπως
προαναφέραμε, η προς βοράν αναχώρηση των παιδιών γινόταν υπό την συνοδεία
γυναικών, κατά κανόνα νέων, που είχαν και δικά τους παιδιά ή που προσφέρονταν
να τα συνοδεύσουν. Τόπος προσωρινής διαμονής ήταν η Αλβανία ή η Γιουγκοσλαβία,
όπου πέρασαν μέχρι το φθινόπωρο του 1949 οργανωμένα περίπου 3.300 και 12.000
αντίστοιχα, οπότε ακολουθούσε η διοχέτευσή τους στις άλλες ανατολικές χώρες. Η
Βουλγαρία στάθηκε διακριτικά και επιφυλακτικά απέναντι στη βοήθεια προς το ΚΚΕ
και το θέμα των παιδιών. Τούτο γιατί η χώρα αυτή μέχρι το τέλος του πολέμου
ήταν σύμμαχος των δυνάμεων του άξονα και τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια
παρουσίαζε ένα ασταθές και κλυδωνιζόμενο καθεστώς.
Τα κριτήρια της
διασποράς των παιδιών και ο τρόπος κατανομής στις ανατολικές χώρες, παραμένουν
μέχρι σήμερα αδιευκρίνιστα. Το βέβαιο είναι ότι η Γιουγκοσλαβία ποτέ δεν έδωσε
ακριβή αριθμό παιδιών [43. Ειρήνη Λαγάνη, Το "παιδομάζωμα” και οι
ελληνογιουγκοσλαβικές σχέσεις 1949-1953. Μια κριτική προσέγγιση, εκδ. «I.
Σιδέρης», 1995, σελ. 63]. Όλοι οι παιδότοποι ήταν μακριά από τα σύνορα με
την Ελλάδα.
Υπολογίζεται
ότι ο παιδικός πληθυσμός που φιλοξενήθηκε στις παιδουπόλεις των ανατολικών
χωρών, ανέρχεται σε 25.000-28.000. Ο Μ. Ristovic [44. Milan Ristovic, 2008,
σελ.90] αναφέρει ότι στα τέλη Απριλίου 1948 στη Γιουγκοσλαβία υπήρχαν
συνολικά 9.373 παιδιά, εκ των οποίων 4.080 στη Δημοκρατία της Μακεδονίας. Όμως
ο αριθμός αυτός ήταν μια κινούμενη άμμος, λόγω των εισροών από την Ελλάδα και
των αποστολών προς τις άλλες ανατολικές χώρες, που συνεχίστηκαν μέχρι τον
Δεκέμβριο του 1948 [45. Milan Ristovic,’ 2008, σελ,89], παρά τις μεταξύ
τους τεταμένες σχέσεις, που είχαν προηγηθεί. Μεταξύ των παιδιών αυτών ήταν και
σλαβόφωνα, που αργότερα θα αποτελέσουν αντικείμενο διαπραγματεύσεων,
διεκδικήσεων και τριβών.
Ο
αυτοαποκαλούμενος γενικός επιθεωρητής παιδομαζώματος, παραθέτει πίνακα, που
συμπίπτει περίπου με τα στοιχεία του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού [46. Ειρήνη
Λαγάνη, 1995, σελ. 58], «εμφαίνοντα τον αριθμόν των απαχθέντων κατά νομούς
[σ.σ. της Ελλάδας] και ευρεθέντων εις παιδουπόλεις του παραπετάσματος το 1959,
[σ.σ. εκτός της Γιουγκοσλαβίας]». Στο σύνολό τους είναι 28.010 και τα χωρίζει
στις παρακάτω κατηγορίες:
[47. Γεώργιος Μανούκας, ό.π., σελ.26, 27. Δεν
έχουμε συναντήσει το όνομα και την ιδιότητά του, στη μέχρι τώρα βιβλιογραφία.
Προφανώς θα πρόκειται για μεσαίο διοικητικό στέλεχος. Οι αριθμοί που παραθέτει
είναι επισφαλείς]. Απαχθέντα απροστάτευτα 12.941, απαχθέντα μετά των γονέων
των 721, ακολουθήσαντα τους εκουσίως ή ακουσίως οδηγηθέντας γονείς 12.248,
γεννηθέντα εις τα βουνά (κατά προσέγγιση) 2100. Αν είναι δυνατό στο
«παραπέτασμα» και υπό αυτές τις συνθήκες φυγής η απογραφή να μπορούσε να γίνει
με βάση αυτούς τους απίθανους διαχωρισμούς. Και μάλιστα κατά νομό καταγωγής των
παιδιών.
ΠΑΙΔΟΜΑΖΩΜΑΤΑ
– ΜΕΡΟΣ 6ο
Στο σημερινό
απόσπασμα της ανάρτησής μας για τα “Παιδομαζώματα” διαβάσαμε συγκλονιστικές και
συγκινητικές μαρτυρίες παιδιών και μανάδων.
Θεωρούμε πως τα
δικά μας σχόλια θα βαρύνουν και θα μειώσουν την αξία αυτού καθαυτού του
κειμένου.
Επιλέγουμε, λοιπόν, τη σιωπή τη δική μας και αφήνουμε τα παιδιά της
εποχής εκείνης, τους γονείς τους, όσους τα έζησαν και τα μελέτησαν να μιλήσουν
στην ψυχή και στο μυαλό των αναγνωστών μας.
Η ομάδα του
blog των Λαμπράκηδων
Για τον Παληοτάκη
Για τον Παληοτάκη
ΜΕΡΟΣ 6ο – ΤΟ ΠΑΡΑΓΝΩΡΙΣΜΕΝΟ ΠΑΙΔΟΜΑΖΩΜΑ
Οι νέοι ως
εκτελεστικά όργανα και των δυο στρατοπέδων αποτέλεσαν την πρώτη ύλη, που άλεσε
η πολεμική μηχανή και οι συνακόλουθες συνέπειες του διχασμού. Είναι τα παιδιά
που γεννήθηκαν στις φυλακές, είναι τα παιδιά θύματα αντεκδικήσεων, τα
μεγαλύτερα παιδιά τα έγκλειστα σε παιδικές φυλακές, είναι τ’ ανήλικα της
Μακρονήσου και άλλες αδιανόητες κατηγορίες, που μπορούμε να βρούμε στις παρακάτω
μαρτυρίες:
«Ήταν τότε επτά
μωρομάνες στο θάλαμο, όλες αγρότισσες. Τα παιδιά τους ήταν από δυόμισι ως τριών
χρόνων, σε λίγο θα τα έπαιρναν από τη φυλακή, για να τα στείλουν στα ιδρύματα
της Φρειδερίκης – στα χωριά τους δεν μπορούσαν να τα στείλουν, ήταν
κατεστραμμένα, οι δικοί τους σκοτωμένοι, διωγμένοι, ξεκληρισμένοι. Εκεί, στη
φυλακή, γινόταν ένα αληθινό «παιδομάζωμα» – αληθινή αρπαγή των παιδιών από την
αγκαλιά των μανάδων – κι οι μανάδες δεν ήξεραν πού και πώς θα ζούσαν και θα
μεγάλωναν τα παιδιά τους. Όταν πήγα εγώ, λεχώνα, στο θάλαμο, τα παιδιά ήταν
μεγαλωμένα, προσαρμοσμένα στις συνθήκες της φυλακής» [48. Έλλη Παππά,
Μαρτυρίες μιας διαδρομής, εκδ. «Βιβλιοθήκη του Μουσείου Μπενάκη». 2010, σελ.
121].
Η
Μαστρολέων-Ζέρβα επιβεβαιώνει για το άρπαγμα των παιδιών, στις φυλακές της
Χίου, όταν γράφει, ότι «ποτέ δεν έμαθαν οι μανάδες πού τα είχαν πάει… στα
αναμορφωτήρια της Φρειδερίκης», πράγμα που πρέπει να δημιουργούσε έντονες
αντιδράσεις και προσφυγές σε ντόπιες και αλλοδαπές οργανώσεις, ενώ για την
επιστροφή στις μανάδες γράφει:
«η Ζωζώ σκέφτηκε να φτιάξει μια παιδική χαρά και να παίρνει τα λίγα παιδάκια που μας είχαν έρθει από το παιδομάζωμα της Φρειδερίκης…» [49. Μαριγούλα Μαστρολέων-Ζέρβα, Εξόριστες. Χίος, Τρίκερι, Μακρονήσι, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», 1986, σελ.13 και 56].
«η Ζωζώ σκέφτηκε να φτιάξει μια παιδική χαρά και να παίρνει τα λίγα παιδάκια που μας είχαν έρθει από το παιδομάζωμα της Φρειδερίκης…» [49. Μαριγούλα Μαστρολέων-Ζέρβα, Εξόριστες. Χίος, Τρίκερι, Μακρονήσι, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», 1986, σελ.13 και 56].
Το πιο
χαρακτηριστικό, αξιόπιστο και αδιαμφισβήτητο γεγονός μαζικού αρπάγματος
παιδιών, από τις κρατούμενες στις φυλακές Αβέρωφ μανάδες, για να τις
τιμωρήσουν, επειδή με τις έντονες πολιτικές κινητοποιήσεις τους ξεσήκωναν την
κοινή γνώμη:
Το 1950 «πενήντα τέσσερα παιδιά δόθηκαν σε θετούς γονείς καθώς οι μητέρες τους φοβούνταν ότι, σε διαφορετική περίπτωση, το κράτος θα τα έστρεφε εναντίον τους, και άλλα τριάντα επτά στάλθηκαν σε κρατικά ιδρύματα όπου παρέμειναν μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1960» [50. Μαντώ Δαλιάνη-Mark Mazower, Παιδιά στη δίνη τον Εμφυλίου πολέμου. Οι ενήλικες του σήμερα, στο Μετά τον Πόλεμο. Η ανασυγκρότηση της οικογένειας, του έθνους και του κράτους, επιμ. Mark Mazower, έκδ. «Αλεξάνδρεια», 2000, σελ. 107]. Ο τραγικός επίλογος των παιδιών αυτών κλείνει όταν τον Οκτώβριο του 1962 τρία από αυτά και στα τέλη του 1965 τα εναπομείναντα τρία εγκαταλείπουν τα ιδρύματα που φιλοξενήθηκαν.
Το 1950 «πενήντα τέσσερα παιδιά δόθηκαν σε θετούς γονείς καθώς οι μητέρες τους φοβούνταν ότι, σε διαφορετική περίπτωση, το κράτος θα τα έστρεφε εναντίον τους, και άλλα τριάντα επτά στάλθηκαν σε κρατικά ιδρύματα όπου παρέμειναν μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1960» [50. Μαντώ Δαλιάνη-Mark Mazower, Παιδιά στη δίνη τον Εμφυλίου πολέμου. Οι ενήλικες του σήμερα, στο Μετά τον Πόλεμο. Η ανασυγκρότηση της οικογένειας, του έθνους και του κράτους, επιμ. Mark Mazower, έκδ. «Αλεξάνδρεια», 2000, σελ. 107]. Ο τραγικός επίλογος των παιδιών αυτών κλείνει όταν τον Οκτώβριο του 1962 τρία από αυτά και στα τέλη του 1965 τα εναπομείναντα τρία εγκαταλείπουν τα ιδρύματα που φιλοξενήθηκαν.
Η τότε γιατρός
Μαντώ Δαλιάνη ήταν συγκρατούμενη των γυναικών αυτών. Εξειδικεύθηκε στην
παιδοψυχιατρική, παρακολούθησε και μελέτησε την πορεία των παιδιών και των
οικογενειών τους μέχρι το 1986, οπότε και κατέθεσε τη διατριβή της (516 σελίδων)
με αυτό το αντικείμενο. Η μελέτη αυτή, μεταξύ πολλών άλλων ευρημάτων, καταλήγει
ότι:
«Τα περισσότερα από τα παιδιά είχαν το αίσθημα ότι είχαν εξαναγκαστεί να μεγαλώσουν γρήγορα», [51. Μαντώ Δαλιάνη, Παιδιά στη δίνη του ελληνικού εμφυλίου πολέμου 1946-1949, σημερινοί ενήλικες, εκδόσεις της «Σχολής I. Μ. Παναγιωτόπουλου», 2010, σελ. 498] και παραθέτει κάποιες αποκαλυπτικά χαρακτηριστικές εκφράσεις τους:
«Τα περισσότερα από τα παιδιά είχαν το αίσθημα ότι είχαν εξαναγκαστεί να μεγαλώσουν γρήγορα», [51. Μαντώ Δαλιάνη, Παιδιά στη δίνη του ελληνικού εμφυλίου πολέμου 1946-1949, σημερινοί ενήλικες, εκδόσεις της «Σχολής I. Μ. Παναγιωτόπουλου», 2010, σελ. 498] και παραθέτει κάποιες αποκαλυπτικά χαρακτηριστικές εκφράσεις τους:
«δεν θυμάμαι την παιδική μου ηλικία», «δεν
έπαιξα ποτέ», «δεν ήμουν ποτέ παιδί ή έφηβος», «έμαθα να παίζω όταν έγινα
γονιός». Επίσης «Όλα τα παιδιά είχαν εκτεθεί σε ακραίους τραυματισμούς πολέμου…
σε συνεχή καταπίεση, σε ατομική και κοινωνική περιθωριοποίηση κατά τη διάρκεια
ολόκληρης της παιδικής και εφηβικής ηλικίας… η πλειονότητα των παιδιών επέτυχε επαρκή
ψυχοκοινωνική προσαρμογή κατά την ενήλικη ζωή…η αντοχή των παιδιών είχε
ευοδωθεί από τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας κάθε παιδιού, από παράγοντες
σχετικούς με την οικογένεια και τα δίκτυα υποστήριξης του…» [52. Μαντώ
Δαλιάνη, 2010, σελ. 502-503].
Υπολογίζεται,
ότι στο ΔΣΕ οι μάχιμες γυναίκες έφτασαν στο 20-30% του συνόλου και οι
απασχολούμενες σε βοηθητικές υπηρεσίες, όπως την υγειονομική, την ταχυδρομική,
την επιμελητεία κ.λ.π., μπορεί να έφταναν και το 70%. Υπήρχαν πολλά ζευγάρια
που είχαν βγει στο βουνό ή που η γυναίκα ακολούθησε μεταγενέστερα τον άνδρα.
Επίσης κατά τη διάρκεια της πολεμικής περιόδου δημιουργήθηκαν ερωτικές σχέσεις
και γάμοι. Οι γυναίκες που έμεναν έγκυοι στέλνονταν για να γεννήσουν στις
γειτονικές χώρες, κυρίως την Γιουγκοσλαβία, και μετά τον τοκετό επέστρεφαν.
Οπότε στη δύναμη των πρώτων παιδουπόλεων πρέπει να περιλαμβάνονται και αυτά τα
παιδιά, που οι γονείς τους ήταν στο πολεμικό μέτωπο.
Μια άλλη
κατηγορία παιδιών-θυμάτων είναι αυτά που, όπως γράφει η Μαργαρίτα Λαζαρίδη, προέκυψαν
από «εύθραυστες και εφήμερες σχέσεις» [53. Μαργαρίτα Λαζαρίδη, Πόλεμος και
αίμα. Ταξίδι στο παρελθόν. Ταξίδι στον πόνο, εκδ, «Διογένης», 2004, σελ. 309],
που δημιουργήθηκαν στο βουνό μέσα στις φλόγες του πολέμου, από παιδιά που
«παθιασμένα ζούσαν το σήμερα», γιατί αύριο δεν ήξεραν τι τους ξημερώνει και
μετά τις μάχες γιόρταζαν το γεγονός ότι επέζησαν, παρ’ ότι είχαν χαθεί (στη
μάχη) καρδιακοί τους φίλοι. Είναι γνωστές οι απαγορεύσεις, ακόμα και επί ποινή
θανάτου, για σύναψη και λύση ερωτικών σχέσεων. Ήταν η εποχή που χρειαζόταν
άδεια από το κόμμα ακόμα και για τη σύναψη γάμου. Και όταν το ζευγάρι
παντρευόταν στο βουνό, ο κανόνας ήταν να βρίσκονται σε διαφορετικές
απομακρυσμένες μεταξύ τους μονάδες. Ακόμα η συγγραφέας διαβεβαιώνει ότι
ανακοίνωσε τον χωρισμό με τον σύζυγό της στο κόμμα [54. Μαργαρίτα Λαζαρίδη,
ό.π., σελ. 201].
Η ίδια
συγγραφέας, από την εμπειρία της στη Ρουμανία, γράφει για μάνες παιδοκτόνες.
Είναι οι μάνες εκείνες των οποίων οι άντρες είχαν σκοτωθεί σε μάχη ή που ο
πατέρας αρνιόταν την αναγνώριση των παιδιών. Κορίτσια παραμεθορίων περιοχών που
είδανε και πάθανε να τις πείσουν να «βγάλουν τα τσεμπέρια από τα κεφάλια τους,
να βγάλουν τις χωριάτικες μακριές ως το χώμα φούστες». Η προκατάληψη ότι έχουν
«νόθο» παιδί πολλές φορές τις οδηγούσε σε απόγνωση. Αναφέρεται ακόμα και σε
εμπόριο παιδιών και σε παιδιά που ποτέ δεν γνώρισαν τους φυσικούς τους γονείς ή
ότι αυτοί ήταν Έλληνες.
Η Βιργώ
Βασιλείου [55. Βιργώ Βασιλείου, Ένα κλωνάρι ανθισμένο ρείκι, εκδ. «Θεμέλιο»,
σελ. 17] σε μαρτυρία της γράφει για μια άλλη κατηγορία γυναικών σε
κατάσταση κύησης από βιασμό κατά τη διάρκεια ανακρίσεων και βασανιστηρίων, που
προσπαθούσαν να αποβάλουν το έμβρυο κτυπώντας την κοιλιά τους. Γυναίκες που
μισούσαν θανάσιμα τον αντίπαλο βιαστή και πατέρα του παιδιού τους. Γυναίκες
ψυχολογικά τραυματισμένες με ανάμικτα και αντιφατικά αισθήματα απέναντι στο
σπλάχνο τους. Στιγμές αισθημάτων μίσους και άλλες στιγμές στοργής. Ποιος ξέρει,
σημειώνει, πόσο τραυματικά εξελίχθηκε η παραπέρα ζωή αυτής της κατηγορίας των
παιδιών και κάθε μάνα πώς αντιμετώπισε τη σχέση με το παιδί, όταν αυτό άρχισε
να αποκτά συνείδηση; Πώς απαντούσε στις πολύ φυσιολογικές και αυθόρμητες
ερωτήσεις του παιδιού; Πώς αυτό το παιδί αντιμετώπισε και αντιμετωπίστηκε από
το συντροφικό και συγγενικό περίγυρο; Και βέβαια, σε μια εποχή που οι τρέχουσες
ανάγκες καθιστούσαν την επίσκεψη στον ψυχίατρο όνειρο.
Η ίδια πάλι
μιλάει για ένα δωδεκάχρονο κορίτσι, τη Νίνα, που καταδικάστηκε, όπως αναφέρει
και η Ε. Παππά, σε διετή φυλάκιση από το στρατοδικείο Αθηνών, μια και φαίνεται
δεν είχαν σκεφτεί, τότε, να δημιουργήσουν στρατοδικείο ανηλίκων. Και μια απορία
και ερώτημα ταυτόχρονα:
Πώς είναι δυνατό αυτοί που θεωρούσαν αδιανόητη τη στράτευση των γυναικών, για πιθανά αδικήματα να τις παραπέμπουν σε στρατιωτικά δικαστήρια;
Πώς είναι δυνατό αυτοί που θεωρούσαν αδιανόητη τη στράτευση των γυναικών, για πιθανά αδικήματα να τις παραπέμπουν σε στρατιωτικά δικαστήρια;
Η Τ. Βερβενιώτη
καταθέτει ενδιαφέροντα στοιχεία από εκθέσεις, που συντάχθηκαν από εκπροσώπους
του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού, μετά από επισκέψεις τους στους τόπους κράτησης,
με φωτογραφίες «που προσθέτουν στο ιστορικό περιεχόμενο [της εργασίας της], το
φωτίζουν και το τεκμηριώνουν». Στο παράρτημα περιλαμβάνονται πολλά στοιχεία για
ανήλικα παιδιά. Σε ένα μόνο από τα στρατόπεδα της Μακρονήσου βρίσκονται 372
καταδικασμένοι ανήλικοι [56. Τασούλα Βερβενιώτη, Αναπαραστάσεις της
ιστορίας: Η δεκαετία του 1940, μέσα από τα αρχεία του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού,
εκδ. «Μέλισσα», 2009, σελ. 305. Είναι συγκλονιστική η φωτογραφία (σελ. 127) από
το «Ειδικόν Σχολείον Αναμορφώσεως Γυναικών» (Μακρονήσου), με τις γυναίκες και
τα μικρά παιδιά τους], πολλοί από αυτούς καταδικασμένοι σε ισόβια.
Μερικές
συναφείς μαρτυρίες:
«Φέρνουν στη
φυλακή ταχτικά, και εκείνη και άλλες γειτόνισσες, τα παιδιά των κρατουμένων
μανάδων… Πώς να φαίνεται σ’ αυτά τα παιδιά άραγε η μάνα τους, πίσω απ’ αυτά τα
σύρματα… τι θα χαραχτεί στην ψυχή τους για όλη τους τη ζωή… πώς να βλέπουνε το
γονιό τους πίσω από το ανεξήγητο γι’ αυτά εμπόδιο της «σίτας», που δεν αφήνουν
τα χεράκια τους, να πιάσουν με τα χεράκια τους τη μαμά. Κολλάνε τα χειλάκια
τους πάνω στη σίτα, το ίδιο κι η μαμά από δω, και δίνουνε ένα φιλάκι». [57.
Ολυμπία Παπαδούκα, Γυναικείαι φυλακαί Αβέρωφ, Αθήνα, 1981, σελ. 141].
«Πέντε παιδιά
άφησε στους πέντε δρόμους. Έρχονται τακτικά και τις τρεις φορές τη βδομάδα που
είναι το επισκεπτήριο… τα παιδιά φέρνουν επισκεπτήριο στη μάνα τ’ άπλυτα ρούχα
τους και παίρνουνε τα καθαρά. Φέρνουνε άδεια τα κατσαρολάκια και τα παίρνουνε
γεμάτα με το φαΐ της φυλακής… Τους δίνει και λεφτά για να πληρώνουνε το νοίκι.
Πλένει τα ρούχα των υπαλλήλων της φυλακής για να εξοικονομήσει αυτό το νοίκι» [58.
Ολυμπία Παπαδούκα ό.π., σελ. 60].
«Πώς δέθηκαν –
κι αν δέθηκαν – τα τρυφερά νήματα της πιο τρυφερής, της γλυκιάς, της θείας
σχέσης, που είναι η σχέση μάνας με τα παιδιά της και των παιδιών με τη μάνα
τους, που τη στερήθηκαν χιλιάδες Ελληνόπουλα;» [59. Ολυμπία Παπαδούκα ό.π.,
σελ. 58].
Δεν έλειψε και
το εμπόριο παιδιών, σύμφωνα με πολλές μαρτυρίες, όπως:
«Η αρχηγός άνοιξε πάλι εκείνο το μεγάλο βιβλίο, όπου ήταν γραμμένα όλα τα παιδιά της παιδούπολης, με κοίταξε για πολλήν ώρα στα μάτια και μετά με ρώτησε αν θα ήθελα να με πάρει μια καλή και πλούσια οικογένεια στην Αμερική. «Θα σ’ έχουν σαν δικό τους παιδί και θα έχεις καλά ρούχα και παιχνίδια και ό,τι άλλο θέλεις», μου είπε» [60. Γιάννης Ατζακάς, Θολός βυθός, εκδ. «Άγρα», 2009, σελ. 68].
«Η αρχηγός άνοιξε πάλι εκείνο το μεγάλο βιβλίο, όπου ήταν γραμμένα όλα τα παιδιά της παιδούπολης, με κοίταξε για πολλήν ώρα στα μάτια και μετά με ρώτησε αν θα ήθελα να με πάρει μια καλή και πλούσια οικογένεια στην Αμερική. «Θα σ’ έχουν σαν δικό τους παιδί και θα έχεις καλά ρούχα και παιχνίδια και ό,τι άλλο θέλεις», μου είπε» [60. Γιάννης Ατζακάς, Θολός βυθός, εκδ. «Άγρα», 2009, σελ. 68].
Σύμφωνα με
καταγγελίες Συλλόγων Υιοθετημένων παιδιών:
μιλάνε για αγοραπωλησίες παιδιών ή εκδόσεις πλαστών πιστοποιητικών θανάτων ή με άλλο τρόπο εξαφάνιση παιδιών, προκειμένου να δοθούν προς υιοθεσία. Αναφέρεται επίσης ότι τα παιδιά του Αργυριάδη, που εκτελέστηκε μαζί με τον Μπελογιάννη, απήχθησαν προς υιοθεσία και στάλθηκαν στις ΗΠΑ [61. Δημήτρης Σέρβος, ό.π., σελ. 162-163].
μιλάνε για αγοραπωλησίες παιδιών ή εκδόσεις πλαστών πιστοποιητικών θανάτων ή με άλλο τρόπο εξαφάνιση παιδιών, προκειμένου να δοθούν προς υιοθεσία. Αναφέρεται επίσης ότι τα παιδιά του Αργυριάδη, που εκτελέστηκε μαζί με τον Μπελογιάννη, απήχθησαν προς υιοθεσία και στάλθηκαν στις ΗΠΑ [61. Δημήτρης Σέρβος, ό.π., σελ. 162-163].
Η Μαργαρίτα
Λαζαρίδη [62. Μαργαρίτα Λαζαρίδη, ό.π., σελ. 145-150], μητέρα δίχρονου
και άρρωστου παιδιού, γράφει για την καταναγκαστική αποστολή της μια βραδιά του
Δεκέμβρη 1947, από το Μπούλκες της Γιουγκοσλαβίας, όπου διέμενε, στο βουνό,
καθώς και άλλης γυναίκας μητέρας δύο παιδιών, εκ των οποίων το ένα ήταν 10
μηνών – τα μικρά παιδιά τα ανελάμβαναν οι παιδουπόλεις. Ήταν μια αποστολή 130
ατόμων. Γράφει ότι οι αποστολές γίνονταν πάντα βράδυ και κρυφά. Γράφει ακόμα
για την καταναγκαστική επιστράτευση κοριτσιών 13 και 15 ετών. Αργότερα το 1949
η ίδια πάλι ως ανακρίτρια ή πρόεδρος λαϊκού δικαστηρίου βρέθηκε αντιμέτωπη με 7
παιδιά, που είχαν απαχθεί και επιστρατευθεί από το χωριό τους σε επιδρομή
ανταρτών. Τα παιδιά αυτά είχαν αυτοτραυματιστεί, για να αποφύγουν τις μάχες [63.
Μαργαρίτα Λαζαρίδη, ό.π., σελ. 166].
Αναφέρεται στις πιέσεις που είχε από
ηγετικά στελέχη του ΚΚΕ, προκειμένου να εκδοθεί απόφαση θανατικής καταδίκης,
για παραδειγματισμό μη επανάληψης παρόμοιων φαινομένων. Μετά την άρνησή της να
εκδώσει θανατική καταδίκη αναφέρεται στην απομάκρυνσή της από το δικαστικό σώμα
[64. Βλέπε ΓΕΣ/Διεύθυνσις Ιστορίας Στρατού, ό.π., τόμος 9ος, σελ. 55, όπου η
Λαζαρίδη, σύμφωνα με πληροφορίες του κυβερνητικού στρατού, είναι υπεύθυνη της
διεύθυνσης δικαστικού του ΔΣΕ]. Αναφέρεται επίσης σε ομιλία του Βασίλη
Μπαρτσιώτα, ηγετικού στελέχους, που λέει [Ιανουάριος 1949], ότι «μετά την
αποτυχία της μάχης πληθαίνουν οι λιποταξίες:
Μέσα σε 11 μέρες είχαμε 40 λιποταξίες, απ’ αυτούς 16 πήγαν προς τους «μοναρχοφασίστες» και 40 στα Σκόπια». Σε απόφαση του Π.Γ. της Κ.Ε. του ΚΚΕ της 1/11/48 διαβάζουμε:
«Είχαμε και έχουμε λιποταξίες. Το Σεπτέμβρη λιποτάχτησε ένας αριθμός ίσος προς το ένα έβδομο των δυνάμεων που επιστρατεύσαμε» [65. ΚΚΕ, Το ΚΚΕ. Επίσημα κείμενα, τόμος 6ος, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», 1987, σελ.295-296].
Μέσα σε 11 μέρες είχαμε 40 λιποταξίες, απ’ αυτούς 16 πήγαν προς τους «μοναρχοφασίστες» και 40 στα Σκόπια». Σε απόφαση του Π.Γ. της Κ.Ε. του ΚΚΕ της 1/11/48 διαβάζουμε:
«Είχαμε και έχουμε λιποταξίες. Το Σεπτέμβρη λιποτάχτησε ένας αριθμός ίσος προς το ένα έβδομο των δυνάμεων που επιστρατεύσαμε» [65. ΚΚΕ, Το ΚΚΕ. Επίσημα κείμενα, τόμος 6ος, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», 1987, σελ.295-296].
Αλλού
διαβάζουμε μαρτυρία, που διαδραματίζεται σε πόλη της Β. Ελλάδας: «Ήμουν έντεκα
χρονών το 1954, όταν με κάλεσαν στην ασφάλεια. Κι ακούω τον διοικητή της
Ασφάλειας να λέει:
-Φέρτε το φάκελο του μικρού Κιάου. Δεν πολυκαταλάβαινα, αλλά αυτό που τους ενδιέφερε ήταν πού έβρισκα χρήματα κι έστελνα στον πατέρα μου στην εξορία. Προφανώς οι δικοί μου βάζαν το όνομά μου για να βλέπει ο πατέρας μου το όνομα του παιδιού του» [66. Νίκος Κιάος, Τα παιδιά που μεγαλώνουν χωρίς γονείς, εφημερίδα «Η Αυγή», 29/11/2009]. Αυτό συμβαίνει πέντε χρόνια μετά τη λήξη των ένοπλων συρράξεων, και όταν η χώρα έχει μπει για τα καλά στον κοινοβουλευτικό δρόμο!
-Φέρτε το φάκελο του μικρού Κιάου. Δεν πολυκαταλάβαινα, αλλά αυτό που τους ενδιέφερε ήταν πού έβρισκα χρήματα κι έστελνα στον πατέρα μου στην εξορία. Προφανώς οι δικοί μου βάζαν το όνομά μου για να βλέπει ο πατέρας μου το όνομα του παιδιού του» [66. Νίκος Κιάος, Τα παιδιά που μεγαλώνουν χωρίς γονείς, εφημερίδα «Η Αυγή», 29/11/2009]. Αυτό συμβαίνει πέντε χρόνια μετά τη λήξη των ένοπλων συρράξεων, και όταν η χώρα έχει μπει για τα καλά στον κοινοβουλευτικό δρόμο!
ΠΑΙΔΟΜΑΖΩΜΑΤΑ
– ΜΕΡΟΣ 7ο
Μια μικρή
αναφορά στην “επέμβαση” των ξένων δυνάμεων στο θέμα. Αυτών που αναδεικνύονταν
μέσα από τους νικητές και τους νικητές του πολέμου, των κρατών δορυφόρων τους,
των “κρατών-ανταρτών”, αλλά – κυρίως – των κρατών που βρίσκονταν στα σύνορά μας
και φιλοξένησαν παιδιά.
Για τον
Παληοτάκη
Η ομάδα του
blog των Λαμπράκηδων
7. Ο ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ
Η σωτηρία των
παιδιών αποτέλεσε επίσης μέρος του διεθνούς ιδεολογικού και επικοινωνιακού
πολέμου, μεταξύ των δύο υπό διαμόρφωση υπερδυνάμεων και των συμμάχων –
δορυφόρων τους, αλλά και της Γιουγκοσλαβίας, μετά τη σύγκρουσή της με την Σ.
Ένωση, που εκδηλώθηκε το καλοκαίρι του 1948.
Ο ρόλος της Γιουγκοσλαβίας ήταν κομβικός, όχι μόνο επειδή αποτέλεσε τη
χώρα υποδοχής των αμάχων και μη, που περνούσαν τα βόρεια σύνορα, αλλά γιατί
κινήθηκε μεταξύ των υπερδυνάμεων και αποτέλεσε το μήλο της έριδος μεταξύ τους.
Η διαμάχη απασχόλησε για χρόνια τον ΟΗΕ, που συγκρότησε Ειδική Επιτροπή για
τα Βαλκάνια (UNSCOB), για τη διερεύνηση των ενδοελληνικών διαφορών για τα
παιδιά, που εμπλέκονταν και άλλες χώρες, αλλά και συνοριακές διαφορές.
Συγκεκριμένα για να διερευνήσει καταγγελίες της Αλβανίας [67. Βαγγέλης
Κουφουδάκης, Οι ΗΠΑ, τα Ηνωμένα Έθνη και το Ελληνικό ζήτημα 1946-1952, στο Η
Ελλάδα στη δεκαετία 1940-1950 ένα έθνος σε κρίση, επι. Γ. Ιατρίδης, εκδ.
«Θεμέλιο», 1984, σελ. 521] κατά της Ελλάδας, για εδαφικές διεκδικήσεις εις
βάρος της και τις διώξεις μειονοτήτων στη Βόρεια Ελλάδα.
Πρωτεύων σκοπός της
επιτροπής ήταν οι συνοριακές διαφορές μεταξύ της Ελλάδας από τη μια και των
βορείων γειτόνων της Γιουγκοσλαβίας, Βουλγαρίας και Αλβανίας. Στην
ιστοριογραφία φαίνεται ότι κυριάρχησε όμως η «μάχη» για τα παιδιά, γιατί αυτή
μπορούσε να διεγείρει τα αισθήματα και να συμβάλει στην κινητοποίηση της
ελληνικής και παγκόσμιας κοινής γνώμης σε δύση και ανατολή. Μάλλον δεν
είναι έτσι. Αυτό προκύπτει από ένα απλό ξεφύλλισμα του τύπου της εποχής, που
αναφέρεται στα θέματα του εμφυλίου. Ενώ υπάρχει καθημερινό ρεπορτάζ από τα
πεδία των μαχών και τακτική ενημέρωση για το τι συζητείται στον ΟΗΕ, οι
αναφορές που σχετίζονται με τα παιδιά σπανίζουν. Μια πρώιμη ένοχη σιωπή
καλύπτει το θέμα.
Μια αιτιολόγηση, που δεν θα μπορούσε εύκολα να προκαλέσει
διαφωνία, είναι ότι προβάλλεται η εξέλιξη των πολεμικών επιχειρήσεων, που είναι
και η αιτία που προκάλεσε το πρόβλημα. Το πρόβλημα όμως συνέχισε να υπάρχει και
λύθηκε όχι με τη λήξη του εμφυλίου, αλλά με την ενηλικίωση των παιδιών αυτής
της συγκυρίας. Αντίθετα, κυριαρχούν οι ειδήσεις σχετικά με τη φιλανθρωπική
δραστηριότητα του βασιλικού ζεύγους, οι επισκέψεις της βασίλισσας και οι
συναφείς δραστηριότητες διαφόρων παραγόντων. Οι ανυποψίαστοι που συγκινήθηκαν
και προσπάθησαν (π.χ. εκκλησιαστικοί παράγοντες) να το αναδείξουν είχαν
φαίνεται μεσάνυχτα από δημόσιες σχέσεις.
Επίσης στην «παράσταση» είχε εμπλοκή ο
Διεθνής Ερυθρός Σταυρός, ένας μη πολιτικός υπερεθνικός οργανισμός, που εδράζει
την υπόστασή του σε ανθρωπιστικά κίνητρα. Η συμβολή του αναγνωρίζεται ως σημαντική.
Προσπάθησε να ισορροπήσει μεταξύ σφοδρά συγκρουόμενων δυνάμεων, μέσα από
διπλωματικούς δρόμους. Τα εθνικά του τμήματα, υποτίθεται αδέσμευτα πολιτικής
τοποθέτησης, κάθε άλλο παρά ουδέτερα αποδείχτηκαν. Αντίθετα, αποδείχτηκαν
όργανα εξυπηρέτησης κρατικών πολιτικών, σε ανατολή και δύση. Αυτό γιατί οι
ηγεσίες τους αντλούσαν τη νομιμοποίησή τους από διορισμό και λογοδοτούσαν στην
εκάστοτε κυβέρνηση.
ΠΑΙΔΟΜΑΖΩΜΑΤΑ
– ΜΕΡΟΣ 8ο
Διαφορετικές
λέξεις, αντιθετικές μεταξύ τους, για να αποδώσουν το ίδιο πρόβλημα:
την αξιοποίηση των παιδιών – σε όποιο στρατόπεδο κι αν είχαν “συναχθεί” – προκειμένου να υποστηριχθούν και να αναδειχθούν καλύτερα τα πολιτικά και ιδεολογικά καθεστώτα.
την αξιοποίηση των παιδιών – σε όποιο στρατόπεδο κι αν είχαν “συναχθεί” – προκειμένου να υποστηριχθούν και να αναδειχθούν καλύτερα τα πολιτικά και ιδεολογικά καθεστώτα.
Και μιλάμε για
την Ελλάδα και την κυρίαρχη κυβέρνησή της, τη βασίλισσα Φρειδερίκη με την αυλή
της που εναντιώνονταν στα σοσιαλιστικά κρατίδια που φιλοξενούσαν παιδιά, και
από την άλλη το αντίπαλο στρατόπεδο, που υπεραμύνονταν των συνθηκών “φύλαξης”
των παιδιών στα δικά τους κράτη.
Ταυτοσημίες ο
τίτλος της ενότητας. Μάλλον πετυχημένος.
Για τον
Παληοτάκη
Η ομάδα του
blog των Λαμπράκηδων
8. ΤΑΥΤΟΣΗΜΙΕΣ
Το ΚΚΕ σε
απολογητικούς τόνους και αμυνόμενο για τον απαξιωτικό όρο «παιδομάζωμα», που
του είχε προσάψει ο εχθρός, επέλεξε για τον εαυτό του τον τιμητικό όρο «παιδοφύλαγμα»,
με ασπίδα την «προστασία» των παιδιών και, όπως ισχυριζόταν, την άψογη
φιλοξενία που απολαμβάνουν στις σοσιαλιστικές δημοκρατίες. Η ασπίδα της ελληνικής
κυβέρνησης (εχθρού) ήταν οι δικοί της παιδότοποι με τα ίδια χαρακτηριστικά για
την προστασία… Η διαφορά βρίσκεται στο πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον
διαπαιδαγωγικής φιλοξενίας:
Σοσιαλιστικές δημοκρατίες (ανατολή) έναντι της Ελλάδας (δύση).
Σοσιαλιστικές δημοκρατίες (ανατολή) έναντι της Ελλάδας (δύση).
Άλλα εναλλακτικά
αντιθετικά ζεύγη λέξεων που χρησιμοποιήθηκαν στον επικοινωνιακό πόλεμο είναι:
απαγωγή-μεταφορά, απαγωγή-σωτηρία, δασκάλεμα-εκπαίδευση.
απαγωγή-μεταφορά, απαγωγή-σωτηρία, δασκάλεμα-εκπαίδευση.
Οι παραπάνω δήθεν αντιθετικές λέξεις, ταυτόσημες στην ουσία, θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν και αντίστροφα. Καθιερώθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν ως πρόσθετα σύμβολα διαφορετικών κόσμων, υπηρέτησαν όμως παρόμοιους σκοπούς, που συμπυκνώνονται στη λογική της εξόντωσης του αντιπάλου στο εσωτερικό και ενδυνάμωση των συμμαχιών των υπό διαμόρφωση μεγάλων συνασπισμών στο εξωτερικό. Οι αναμφισβήτητες ευθύνες των εσωτερικών πολιτικών δυνάμεων δεν θα μας απασχολήσουν. Αυτό δεν αποτελεί άλλοθι τήρησης ίσων αποστάσεων.
Μια ακόμα
μαρτυρία που επιβεβαιώνει ότι αντίθετοι σκοποί οδηγούσαν σε ταυτόσημα μέσα:
Ανταρτόπληκτος και συμμοριόπληκτος ή πρόσφυγας, ανεξάρτητα από τη σηματοδότηση των λέξεων. Τα ταυτόσημα μέσα οδηγούν στην κοινή τραγωδία. Τα παραπάνω επιβεβαιώνει η παρακάτω μαρτυρία:
«…Τον άντρα της τον είχανε πάρει οι αντάρτες στα βουνά. Ένα ανθρωπάκι άκακο, δεν είχε πειράξει μερμήγκι και βρέθηκε στα βουνά, χωρίς να το καταλάβει… [Μετά] ήρθανε από τη Χώρα ο Στρατός και τα TEA. Για εκδίκηση κάψανε τα σπίτια όσων ήτανε στο βουνό, μαζί και το σπίτι τούτου» [68. Γιάννης Αντ. Αντωνόπουλος, Στου Αλφειού τα γυρίσματα, Αθήνα, 2000, σελ. 45]. Και μάλιστα στην περιοχή της Πελοποννήσου, μια περιοχή που δεν βρέθηκε στο κέντρο, ούτε στην κορύφωση των επιχειρήσεων.
Ανταρτόπληκτος και συμμοριόπληκτος ή πρόσφυγας, ανεξάρτητα από τη σηματοδότηση των λέξεων. Τα ταυτόσημα μέσα οδηγούν στην κοινή τραγωδία. Τα παραπάνω επιβεβαιώνει η παρακάτω μαρτυρία:
«…Τον άντρα της τον είχανε πάρει οι αντάρτες στα βουνά. Ένα ανθρωπάκι άκακο, δεν είχε πειράξει μερμήγκι και βρέθηκε στα βουνά, χωρίς να το καταλάβει… [Μετά] ήρθανε από τη Χώρα ο Στρατός και τα TEA. Για εκδίκηση κάψανε τα σπίτια όσων ήτανε στο βουνό, μαζί και το σπίτι τούτου» [68. Γιάννης Αντ. Αντωνόπουλος, Στου Αλφειού τα γυρίσματα, Αθήνα, 2000, σελ. 45]. Και μάλιστα στην περιοχή της Πελοποννήσου, μια περιοχή που δεν βρέθηκε στο κέντρο, ούτε στην κορύφωση των επιχειρήσεων.
Η επίκληση των
ανθρωπιστικών λόγων ήταν άλλη κοινή συνισταμένη. Κοινή συνισταμένη επίσης ήταν η κακόπιστη και
καχύποπτη στάση για τις προθέσεις της αντίπαλης πλευράς. Η κατάκτηση της
σφαίρας των εντυπώσεων δικαιολογούσε την πιο άκριτη και αυθαίρετη απόδοση
προθέσεων, αρκεί αυτές να εξυπηρετούσαν την επικοινωνιακή εξόντωση του
αντιπάλου. Προς επιβεβαίωση των παραπάνω, με εξαίρεση την γλωσσική μορφή
(δημοτική- καθαρεύουσα), που κάνει διακριτή την προέλευση της κάθε ιδεολογικής
τοποθέτησης, η συλλογή των παρακάτω κακόγουστων επιχειρημάτων και εκφράσεων,
που μεταξύ πολλών παραθέτουμε, αναδείχνει την ταυτοσημία των άκριτων, χωρίς
αποδεικτικό ειρμό και όρια φραστικών μέσων, που φιλοξενήθηκαν σε επίσημα
έγγραφα:
«Φρικτή
τραγωδία του παιδομαζώματος…»
«Ούτω
καθιερούται ο αφελληνισμός και η
γενοκτονία…»
«Απήχθησαν
βιαίως υπό των συμμοριτών…»
«Να
καταστρέψουν την ελληνική φυλή
αποξενώνοντας τα Ελληνόπουλα…»
«Να
μεταβάλουν τα Ελληνόπουλα εις γενιτσάρους…»
«Στα
παιδιά προσφέρθησαν ως κατοικίαι αλλού
σταύλοι…»
«Για
την σωτηρίαν των παιδιών που έχουν
εμποτισθεί με την κομμουνιστικήν
διδασκαλίαν…»
«Να
αποβάλουν τας κακάς συνηθείας… να
ανανήψουν…»
«Το Εθνικό Συμβούλιο
Νορβηγίδων κατήγγειλεν… ότι τα κορίτσια βιάζονται αδιαλείπτως και ζήτησαν τον
επαναπατρισμόν… ώστε να μην απεθνικοποιηθούν τα παιδιά…»
«Που ζουν σε
τρώγλες και στις λεγόμενες παιδουπόλεις της χιτλεροφασίστριας βασίλισσας
Φρειδερίκης…»
«Για την επιστροφή
στις εστίες τους των χιλιάδων Ελληνόπουλων που οι μοναρχοφαστικές ορδές
απήγαγαν με τη βία…»
«Την τρομερή
τραγωδία που ξετυλίγεται σε βάρος εκατοντάδων [!] χιλιάδων παιδιών…»
«Τα έκλεισαν σε
στρατόπεδα συγκέντρωσης [!], στα οποία τα υποχρεώνουν να δουλεύουν με το ζόρι…»
Ο Ευάγγελος
Αβέρωφ [69. Ευάγγελος Αβέρωφ, ο.π., σελ. 338], από τα πρακτικά σχετικής
συνέλευσης του ΟΗΕ, αναφέρει ότι ο Γιουγκοσλάβος αντιπρόσωπος, μεταξύ άλλων,
ισχυρίστηκε ότι ο ελληνικός στρατός, κατά τη διάρκεια των μαχών, χρησιμοποιούσε
τα παιδιά για να καθαρίζουν τα ναρκοπέδια [!].
Οι
ανθρωπιστικοί λόγοι δεν επιστρατεύτηκαν για τα «350.000-400.000 παιδιά, που
υπολογίζεται ότι, μετά το τέλος του πολέμου, ήταν ορφανά και είχαν πραγματική
ανάγκη κοινωνικής μέριμνας, αλλά για 40.000-60.000 παιδιά [του Εμφυλίου]» [70.
Τασούλα Βερβενιώτη, Παιδομάζωμα ή/και Παιδοφύλαγμα, περιοδικό «Ιστορία», έκδ.
«Εκδοτικός Οργανισμός Πάπυρος», τεύχος 503, Μάιος 2010, σελ. 13]. Προς
επιβεβαίωση της επισήμανσης αυτής στα μέσα του 1946, ο καθηγητής Χωρέμης
ανακοινώνει σε συνέδριο με θέμα «Η προστασία του παιδιού» ότι επί 75.000
παιδιών το 25%, έχει μολυνθεί από φυματίωση [71. Εφημερίδα «Ελευθερία»
30/6/1946].
Το ΚΚΕ ήταν σε
θέση άμυνας στο παιχνίδι των εντυπώσεων, διότι δεν διέθετε τα ανάλογα
επικοινωνιακά μέσα και τα ερείσματα διεθνών συμμαχιών, που διέθεταν οι
αντίπαλοί του. Ενώ οι στρατιωτικές επιχειρήσεις διεξήχθησαν στα όρια της
επικράτειας, η επικοινωνιακή γεωγραφία του πολέμου για τη σωτηρία των παιδιών
ξεπέρασε τα κρατικά όρια και ενέπλεξε δεκάδες χώρες, σε όλες τις Ηπείρους, αφού
το πρόβλημα δεν περιορίστηκε μόνο στις κατ’ επανάληψη συζητήσεις στον ΟΗΕ.
ΠΑΙΔΟΜΑΖΩΜΑΤΑ
– ΜΕΡΟΣ 9ο
Μια σύντομη
ιστορική επισκόπηση διαβάζουμε σήμερα, σχετική με τις συνθήκες που δημιούργησαν
τον διπολισμό και τον λεγόμενο “ψυχρό πόλεμο”.
Μέρος αυτής της μοιρασιάς του
κόσμου υπήρξε και η Ελλάδα, όπως και το σύνολο των Βαλκανίων. Η τύχη των
παιδιών, που μας απασχολεί, δεν μπορούσε να μείνει έξω από αυτό το κλίμα
έντονου διαγκωνισμού μεταξύ των ανερχόμενων μεγάλων δυνάμεων.
Και δοκίμασαν
αυτές τις δυνάμεις τους σε βάρος μας, στον οικονομικό, τον πολιτικό και τον
κοινωνικό τομέα. Την επίγευση αυτών των συνθηκών, εξακολουθούμε να βιώνουμε και
σήμερα ακόμη.
Για τον
Παληοτάκη
Η ομάδα του
blog των Λαμπράκηδων
9. ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΔΙΠΟΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΜΙΑ ΥΠΟΜΝΗΣΗ: ΕΜΕΙΣ ΒΑΛΑΜΕ ΤΟ ΧΡΗΜΑ ΚΑΙ ΣΕΙΣ ΤΟ ΑΙΜΑ
Αμέσως μετά τον πόλεμο, η αρμονική και αρραγής πολεμική
συμμαχία της Σ. Ένωσης με τους δυτικούς αρχίζει σταδιακά να ξεφτίζει.
Μετεξελίσσεται σε όλο και πιο έντονη αντιπαλότητα. Ξεκινάει επιταχυνόμενος ο
αγώνας δρόμου, με τον ανακαθορισμό νέων συμμαχιών, που θα οδηγήσει στη
διαμόρφωση των δύο κύριων μπλοκ. Επίδικο είναι η κατοχύρωση, αναδιανομή και επέκταση
των κερδών μεταξύ των νικητριών δυνάμεων του πολέμου. Στο πλαίσιο αυτού του
παγκόσμιου σκηνικού, που αργότερα ονομάστηκε ψυχρός πόλεμος, τα μικρά κράτη,
όπως η Ελλάδα, συμμετέχουν δορυφορικά. Θα ακολουθήσει ο διαμελισμός της
ηττημένης Γερμανίας σε δύο κράτη, όπως λίγο μετά της Κίνας και αργότερα της
Κορέας.
Δεν είναι
τυχαίο ότι ο εμφύλιος συμπίπτει με την έναρξη του ψυχρού πολέμου και τον
ανταγωνισμό των δύο υπερδυνάμεων, για την κατάκτηση του ζωτικού χώρου της
Μεσογείου και του Αιγαίου. Ουσιαστικά
η Ελλάδα αποτέλεσε τον δοκιμαστικό σωλήνα για την έναρξη των ανταγωνισμών
μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων. Αυτός ο τοπικός εμφύλιος προσλαμβάνει
παγκόσμιες διαστάσεις, κινητοποιεί συμμαχίες και αντιπαλότητες κρατών με τις
αντίστοιχες συνέπειες. Ένας τοπικός πόλεμος με ανοιχτά σύνορα πρόθυμων
οικονομικών χορηγών, ώστε να μπορεί να υποδέχεται και να σπαταλά την άφθονη
πολύπλευρη βοήθεια που τον συντήρησε.
Είναι
αποκαλυπτική η κυνική δήλωση του αμερικάνου στρατηγού, ως εκπροσώπου του κύριου
χρηματοδότη, που ήταν ταυτόχρονα και επικεφαλής των αμερικανικών δυνάμεων στην
Ελλάδα, Βαν Φλιτ, που φέρεται ότι είπε:
«Εμείς
βάλαμε το χρήμα και η Ελλάδα το αίμα». Υπονοώντας
ότι η εξοπλιστική και οικονομική βοήθεια για τον εμφύλιο, μπορεί να έχει
αποδέκτες και άλλους πρόθυμους πέραν της Ελλάδας, σε όλο τον δυτικό κόσμο. Την
ίδια ακριβώς φράση και στο ίδιο πνεύμα συναντάμε σε απόρρητη αναφορά της
19/11/1948 του αντιστράτηγου Θρ. Τσακαλώτου: «ΟΠΛΙΤΑΙ… “καμμία οικογένεια
μαχομένου πενομένη, καμμία άστεγος”… όσοι δεν εισφέρουν σε αίμα να δώσουν
χρήμα» [72. ΓΕΣ/Διεύθυνσις Ιστορίας Στρατού, ό.π., τόμος 10ος, σελ. 413].
Μετά τη
Χιροσίμα και το Ναγκασάκι, ο εμφύλιος αποτέλεσε πεδίο δοκιμής νέων όπλων. Εδώ δοκιμάστηκαν οι περίφημες βόμβες ναπάλμ, το
καλοκαίρι του 1948, σε περιορισμένη κλίμακα στην αρχή και πιο εκτεταμένα το
επόμενο καλοκαίρι, που αυξανόταν η ένταση και η αγριότητα των μαχών, και όδευαν
προς το τέλος οι νικηφόρες μάχες ενάντια στο ΚΚΕ. Ο Γ. Ιατρίδης γράφει [73.
Γιάννης Ιατρίδης, Εμφύλιος πόλεμος, 1946-1949 εθνικοί και διεθνείς παράγοντες
στο Η Ελλάδα στη δεκαετία 1940-1950. Ένα έθνος σε κρίση, επιμ. Γ. Ιατρίδης,
εκδ. «Θεμέλιο», 1984 σελ. 381. Επίσης για τις βόμβες ναπάλμ: Αγγελική Λαΐου,
ό.π, σελ. 80], ότι η αποτελεσματικότητά τους, εκτός από το πεδίο των μαχών,
που αναμφισβήτητα επέδρασε πολεμικά, επιπρόσθετα λειτούργησε στη δημιουργία
αρνητικού ψυχολογικού κλίματος στους αντιπάλους. Ο ίδιος αποκαλύπτει, ότι
πολλοί Έλληνες πιλότοι στην αρχή αρνήθηκαν να χρησιμοποιήσουν τις εξαιρετικά
θανατηφόρες αυτές βόμβες. Λέγεται ότι έγιναν 114 ρίψεις.
Ο ψυχρός
πόλεμος ίσως αρχίζει πριν το δικό μας εμφύλιο. Όπως γράφει ο Β. Κουφουδάκης [74.
Βαγγέλης Κουφουδάκης, ό.π., σελ.490], στις 21 Ιανουαρίου 1946 η Σ. Ένωση
καταγγέλλει στον ΟΗΕ την βρετανική στρατιωτική παρουσία στην Ελλάδα, που συνιστούσε
παρέμβαση στις εσωτερικές υποθέσεις της χώρας και απειλή για τους δημοκρατικούς
θεσμούς. Ακολουθεί με υπόδειξη – παρακίνηση των ΗΠΑ και της Μ. Βρετανίας, η
κυβέρνηση του Ιράν, που καταγγέλλει τη συνεχή παρουσία σοβιετικών δυνάμεων στη
χώρα του, με αντίστοιχες αιτιάσεις. Την επόμενη ημέρα, παίρνει τη σκυτάλη
αντίστοιχη καταγγελία της Ουκρανίας α) ενάντια στις Βρετανικές στρατιωτικές
επιχειρήσεις της κατά της Ινδονησίας και β) γιατί ενθαρρύνει την Ελλάδα, σε
διεκδικήσεις εδαφών στη Β. Ήπειρο ενάντια στην Αλβανία και για διώξεις σε βάρος
μειονοτήτων κ.λ.π. Απάντηση είναι η ανάληψη πρωτοβουλιών για την ίδρυση διεθνών
οργανώσεων και την περιχαράκωση των συμμάχων του δυτικού και ανατολικού κόσμου
στις αντίστοιχες συμμαχίες.
Ακολουθεί η
ανακοίνωση την 12 Μαρτίου 1947 από τον πρόεδρο των ΗΠΑ Χάρρυ Τρούμαν του
ομωνύμου δόγματος για την κατ’ εξαίρεση οικονομική και στρατιωτική βοήθεια προς
την Ελλάδα, Τουρκία και Ιράν, ως ανταμοιβή για την αντίσταση που προσέφεραν
(και θα προσφέρουν) κατά του κομμουνιστικού επεκτατισμού. Σε τρεις μήνες
ακολούθησε η εξαγγελία του υπουργού εξωτερικών των ΗΠΑ Τζωρτζ Μάρσαλ, που
επίσημα αφορούσε σχέδιο βοήθειας για την ανασυγκρότηση των φιλικών προς τις ΗΠΑ
χωρών της Ευρώπης, που είχαν πληγεί από τον πόλεμο.
Στις 12 Ιουλίου
1947 υπό την ηγεμονία των ΗΠΑ ιδρύεται ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και
Ανάπτυξης (καθώς αργότερα και άλλοι διεθνείς οικονομικοί οργανισμοί), με σκοπό
την οικονομική συνεργασία του δυτικού κόσμου, που ουσιαστικά στόχευε στην
καθιέρωση του δολαρίου ως διεθνώς αποδεκτού νομίσματος σε ολόκληρο τον κόσμο,
καθώς το νόμισμα αυτό βρίσκονταν και συνέχισε τα επόμενα χρόνια να βρίσκεται σε
επιταχυνόμενη τροχιά ανόδου.
[75. Παναγιώτης
Γουλιέμος, Νεοελληνική Πραγματικότητα, εκδ. «Νέα Αριστερά», 1976 (4η έκδοση),
σελ.220].
Πίνακας
ισοτιμίας δολαρίου και χρυσού φράγκου, που δείχνει την όλο και μεγαλύτερη
ισχυροποίηση του αμερικάνικου νομίσματος.
1940 4,12 χρυσά
φράγκα = 1 δολάριο
1941 3,45 χρυσά
φράγκα = 1 δολάριο
1946 3,18 χρυσά
φράγκα = 1 δολάριο
1947 2,78 χρυσά
φράγκα = 1 δολάριο
1948 2,58 χρυσά
φράγκα = 1 δολάριο
1949 2,60 χρυσά
φράγκα = 1 δολάριο
1950 2,58 χρυσά
φράγκα = 1 δολάριο
1951 2,39 χρυσά
φράγκα = 1 δολάριο
1952 2,34 χρυσά
φράγκα = 1 δολάριο
1955 2,32 χρυσά
φράγκα = 1 δολάριο
1960 2,09 χρυσά
φράγκα = 1 δολάριο
1965 1,96 χρυσά
φράγκα = 1 δολάριο
1970 1,60 χρυσά
φράγκα = 1 δολάριο.
Μέσω αυτής της
βοήθειας επιδιωκόταν η εμπέδωση και επέκταση της πολιτικής και οικονομικής
επιρροής των ΗΠΑ, ως ηγέτιδας και κηδεμονεύουσας δύναμης του συνασπισμού των
δυτικών δυνάμεων.
Ο Μιχάλης
Ράπτης προχωράει στην εκτίμηση, ότι οι ΗΠΑ μέσω του σχεδίου Μάρσαλ προσέβλεπαν
στην διείσδυση στις χώρες επιρροής της ΕΣΣΔ και στο σκεπτικό του εμπερικλείει
το ελληνικό πρόβλημα, όταν γράφει: «Τα γεγονότα 1947-49 στην Ελλάδα αποτέλεσαν
τακτικό αντιπερισπασμό του Στάλιν στη διαλυτική επίδραση που μπορούσε να έχει
το Σχέδιο Μάρσαλ στις Ανατολικές χώρες πριν η Μόσχα κατορθώσει να τις
ενσωματώσει στη σφαίρα επιρροής της» [76. Μιχάλης Ράπτης (Πάμπλο), Η
πολιτική μου αυτοβιογραφία, εκδ. «Ίκαρος» (Γ’ έκδοση), 1996, σελ.132.
Το
παραπάνω σκεπτικό που αναφέρει ο συγγραφέας, όπως διευκρινίζει, αποσυσχετίζεται
και είναι ανεξάρτητο από τους εσωτερικούς παράγοντες και τις αιτίες, που
προκάλεσαν τον εμφύλιο]. Πράγματι το Σεπτέμβριο του 1947 η αμερικάνικη
βοήθεια έτυχε ευνοϊκής υποδοχής [77. Εφημερίδα «Εμπρός», 24/5/1947, όπου
προδημοσιεύεται ρεπορτάζ, με πληροφορίες για προσπάθεια προσέγγισης και
προσέλκυσης των δυο αυτών χωρών και της Γιουγκοσλαβίας στο σχέδιον Μάρσαλ]
στην Πολωνία και την Τσεχοσλοβακία, ματαιώθηκε μετά από σοβιετική παρέμβαση και
είχε σκοπό να επεκταθεί και στις λοιπές χώρες του ανατολικού μπλοκ.
Δυο χρόνια
αργότερα οι ανατολικοί απαντούν αντίστοιχα υπό την ηγεσία της Σ. Ένωσης με
παρόμοιες μεθόδους, με ανάλογο οργανισμό οικονομικής συνεργασίας (COMECON)
και αντίστοιχες επιδιώξεις. Έτσι ταυτίζεται ο ψυχρός πόλεμος με τον παγκόσμιο
διπολισμό και με πρώτο ίσως θύμα την Ελλάδα, που δεν είναι άμοιρη ευθυνών.
Στις 4 Απριλίου
1949, υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, υπογράφηκε στην Ουάσιγκτον η συμφωνία για το
Βορειοατλαντικό Σύμφωνο, προοίμιο του ΝΑΤΟ [78. Γιάννης Ρουμπάτης, Δούρειος
Ίππος. Η Αμερικανική διείσδυση στην Ελλάδα 1947-1967, εκδ. «Οδυσσέας», 1987,
σελ.135-137, όπου περιγράφει ως εξής τον καταμερισμό: Στο Βορειοατλαντικό
Σύμφωνο (ΝΑΤΟ) η Τουρκία και η Ελλάδα εντάχθηκαν στις 18 Φεβρουάριου 1952, στη
σύνοδο της Λισαβόνας.
Σε αντιστάθμισμα της εισόδου η Τουρκία θα παραχωρούσε
αεροπορικές βάσεις στη συμμαχία, η Ελλάδα τη βάση της Σούδας στην Κρήτη. Οι
στρατιωτικές δυνάμεις ξηράς, αέρος και θάλασσας θα ετίθεντο υπό την διοίκηση
των Συμμαχικών Δυνάμεων], ως «αμυντικού» στρατιωτικού συνασπισμού για την
αντιμετώπιση του κομμουνιστικού κινδύνου, όπως ισχυρίζονταν. Αργότερα το 1955
οι ανατολικοί υπό την αιγίδα της Σοβ. Ένωσης ιδρύουν το σύμφωνο της Βαρσοβίας,
με τις αντίστοιχες «αντιιμπεριαλιστικές» αιτιάσεις. Ένας ακόμα «αμυντικός»
στρατιωτικός συνασπισμός, τη στιγμή που κατά τα λεγόμενα δεν υπάρχουν
επιθετικές στρατιωτικές συμμαχίες.
Όλες οι
Ελληνικές πολιτικές δυνάμεις ήταν αυτιστικά στραμμένες στο εσωτερικό μέτωπο,
στην εκμηδένιση του «εχθρού», και στο εξωτερικό μέτωπο, στην προσκόλληση στην
αντίστοιχη συμμαχία.
Μέσα σ’ αυτό το κλίμα το θέμα των παιδιών είχε την δική
του θέση προτεραιότητας. Άλλο μέτωπο ουσιαστικά δεν υπήρχε. Εξωτερικά
προβλήματα, όπως οι σχέσεις με τον «προαιώνιο» εχθρό, την Τουρκία, κανέναν δεν
απασχολούσαν.
Το Κυπριακό επίσης παρέμεινε σε εκκρεμότητα, χωρίς την ελάχιστη
αντίσταση, γιατί έτσι υπαγόρευαν οι στρατηγικοί στόχοι των συμμάχων.
Τώρα ως
ουσία, για εσωτερική κατανάλωση, αλλά και κατά υπαγόρευση των συμμαχικών
υποχρεώσεων, ο κίνδυνος και ο εξωτερικός εχθρός ήταν αποκλειστικά από βορρά.
ΠΑΙΔΟΜΑΖΩΜΑΤΑ – ΜΕΡΟΣ 10ο
ΠΑΙΔΟΜΑΖΩΜΑΤΑ – ΜΕΡΟΣ 10ο
“Διεθνοποίηση”
τιτλοφορεί ο συντάκτης την ενότητα
αυτή. Και διαβάζοντας κατανοούμε πως
μιλάμε για “αξιοποίηση” του θέματος
των παιδιών ανάλογα με τα συμφέροντα
και τις επιδιώξεις της κάθε πλευράς.
Και η βασική σύγκρουση εντοπίζεται ανάμεσα στο δυτικό και το ανατολικό στρατόπεδο. Συγκεκριμενοποιείται, όμως, μεταξύ Ελλάδας και Γιουγκοσλαβίας του Τίτο, ο οποίος χάραζε έναν διαφορετικό δρόμο. Και, δυστυχώς, διαβάζουμε ότι ύπουλο παιχνίδι παιζόταν και ύποπτα σενάρια εξυφαίνονταν στα βόρεια σύνορά μας. Και με τη συμμετοχή και τη συνευθύνη όλων. Όχι, βεβαίως, των παιδιών!
Για
τον Παληοτάκη
Η ομάδα του blog των
Λαμπράκηδων
10.
ΔΙΕΘΝΟΠΟΙΗΣΗ
Έτσι
έγινε προσπάθεια, ώστε οι αποφάσεις του
ΟΗΕ να γίνουν επικοινωνιακά όπλα προς
προσεταιρισμό της διεθνούς κοινής
γνώμης και διεύρυνσης των συμμαχιών
των δύο πόλων του ψυχρού πολέμου. Πρέπει
να επισημάνουμε το αρνητικό κλίμα της
δημοκρατικής κοινής γνώμης, τόσο στις
ΗΠΑ, όσο και στην Αγγλία, για την υποστήριξη
από τις κυβερνήσεις τους ενός «ανελεύθερου
και αυταρχικού» καθεστώτος στην Ελλάδα,
χωρίς να υποτιμάμε και τις αντίθετες,
τις διαπνεόμενες από φιλοκομμουνιστικά
αισθήματα.
Ο Έλληνας αντιπρόσωπος στον ΟΗΕ Πιπινέλης επέμενε και επιχειρηματολογούσε «στη διαδικασία απεθνικοποίησης, στην οποία έχουν εκτεθεί τα παιδιά και ότι υπόκεινται σε σκοτεινή ιδεολογική κατήχηση» [79. Milan Ristovic, 2008, σελ. 270]. Αντίστοιχα ο Σοβιετικός επέμενε «στην ύπαρξη στρατοπέδων συγκέντρωσης για τα παιδιά στη Μακρόνησο, όπου επανεκπαιδεύονταν [και παιδιά]» [80. Milan Ristovic, 2008 σελ. 27]. Αυτά, διότι ο πρώτος επιχειρηματολογούσε για την επιστροφή των απαχθέντων παιδιών σε φιλόξενο περιβάλλον, ενώ ο δεύτερος για τη μη επιστροφή σε ένα εχθρικό περιβάλλον. Η Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση (ΠΔΚ) σε υπόμνημά της στη Γ.Σ. του ΟΗΕ της 10/10/48 μεταξύ άλλων καταγγέλλει ότι «τα κακόμοιρα τα παιδάκια μεταφέρθηκαν σε στρατόπεδα ή παραδόθηκαν σε πλούσιες οικογένειες σαν υπηρέτες» [81. ΚΚΕ, Το ΚΚΕ. Επίσημα κείμενα, τόμος 6ος, σελ. 475. Σε ανακοίνωσή της η ΠΔΚ αναφέρεται σε «παιδικά στρατόπεδα της μοναρχοφασιστικής Ελλάδας», στο ίδιο σελίδα 509]. Φυσικά τα επιχειρήματα και των δύο ήταν αβάσιμα και ανυπόστατα.
Ήδη από το 1945 είχαν περάσει τα βόρεια σύνορα περισσότεροι από 25.000 Έλληνες υπήκοοι σλαβομακεδόνες, οι περισσότεροι λόγω των εις βάρος τους διακρίσεων [82. Θανάσης Σφήκας, "Το χωλό άλογο". Οι διεθνείς συνθήκες της Ελληνικής κρίσης 1941-1949, εκδ. «Βιβλιόραμα», 2007, σελ. 234]. Ήταν ένας πληθυσμός που μιλούσε τη δική του γλώσσα και είχε τα δικά του σλαβόφωνα βιβλία. Μετά το τέλος εμφυλίου, μαζί με τα γυναικόπαιδα, περίπου 50.000 είχαν εγκαταλείψει την Ελλάδα.
Η διένεξη Στάλιν-Τίτο επεκτάθηκε στα προσφυγόπουλα και τους δασκάλους τους. Το καλοκαίρι του 1949 η ΠΔΚ και το ΚΚΕ, που τάχθηκαν στο πλευρό του Στάλιν, κατηγόρησαν την Γιουγκοσλαβία ότι κακομεταχειρίζεται τα παιδιά, τα αντιμετωπίζει σα μάζα, που μπορούσε να γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης και προπαγάνδας για «εθνικοσλαβικούς» σκοπούς, έτσι ώστε να υπηρετήσει τους παλιούς ευρύτερους σερβικούς επεκτατικούς στόχους στη Μακεδονία του Αιγαίου [83. Milan Ristovic, 2008, σελ.92, επιστολή της Ελληνικής Προσωρινής δημοκρατικής Κυβέρνησης προς την πρεσβεία της Γιουγκοσλαβίας στη Βουδαπέστη]. Σε απόφαση της Κ.Ε. του ΚΚΕ της 28/3/51 αναφέρεται ότι «οι Τιτικοί θελαν να κάνουν το Μπούλκες όργανο μεγαλοσερβικών βλέψεων στη Μακεδονία του Αιγαίου… ενάντια στο ΚΚΕ…» [84. ΚΚΕ, Το ΚΚΕ. Επίσημα κείμενα, τόμος 7ος, σελ. 142].
Επίσης το ΚΚΕ εγκαλούσε τη Γιουγκοσλαβική κυβέρνηση ότι αντιμετώπιζε τα προσφυγόπουλα αντίθετα από τη θέληση των γονιών τους. Ακόμα κόβοντας τους δεσμούς των παιδιών με την πατρίδα τους, υπονομεύουν τον ίδιο τον αγώνα των γονιών τους. Κατηγορούσαν ότι ακολουθούσαν μια πολιτική δυσφήμισης των γονιών τους και απαιτούσαν τη μεταφορά των παιδιών σε άλλη χώρα (του Σοβιετικού μπλοκ).
Οι Γιουγκοσλάβοι με τη σειρά τους κατηγόρησαν κάποιους δασκάλους ότι προτρέπουν τα παιδιά σε απειθαρχία, επανάσταση (!) και ότι ασκούσαν (στα παιδιά) φιλοσταλινική και φιλοΚΚΕ προπαγάνδα, σύμφωνα με την οποία ο Τίτο κατέστρεψε τον αγώνα (του ΚΚΕ).
Με πρόφαση αυτές τις κατηγορίες, την 1η Ιουλίου του 1949 απολύθηκαν από Γιουγκοσλαβικά σχολεία εκπαιδευτικοί, άλλοι αντικαταστάθηκαν, και ακολούθησαν κι άλλες απομακρύνσεις εκπαιδευτικών. Στις 8 Σεπτεμβρίου [85. Milan Ristovic, 2008, σελ. 97] απελάθηκαν και στάλθηκαν στην Τσεχοσλοβακία όλοι οι δάσκαλοι της πόλης Μπούλκες και διαλύθηκαν τα σχολεία που είχαν πρωτολειτουργήσει για τα παιδιά.
Σε αντίποινα τότε και οι Έλληνες που ζούσαν στις ανατολικές χώρες, με υπόδειξη και μέσω της ΕΒΟΠ, απαιτούσαν την επιστροφή των παιδιών κοντά τους, καθώς και των γυναικών που τα είχαν συνοδεύσει στο ταξίδι από την Ελλάδα. Σε απάντηση των παραπάνω αντιποίνων στις άλλες χώρες του ανατολικού μπλοκ απολύθηκαν σλαβομακεδόνες εκπαιδευτικοί [86. Milan Ristovic, 2008, σελ. 102].
Μέχρι τις αρχές Σεπτεμβρίου 1949, στο γιουγκοσλαβικό έδαφος, υπήρχε μόνο ένα σχολείο με Έλληνες δασκάλους, που, σύμφωνα με αναφορά, η λειτουργία του «…ήταν ανεπιτυχής, λόγω των ακαταλλήλων δασκάλων και της διδασκαλίας στα ελληνικά, που τα παιδιά δεν τα καταλάβαιναν και δεν καλυπτόταν το σχέδιο διδασκαλίας» [87. Milan Ristovic, 2008, σελ. 99].
Να σημειώσουμε ότι μέσα στα εκπαιδευτικά καθήκοντα της εποχής ήταν η πολιτική μόρφωση εκπαιδευτών και εκπαιδευομένων σύμφωνα με τις αρχές της σύγχρονης (τότε) «σοσιαλιστικής παιδαγωγικής» [88. Milan Ristovic, 2008, σελ. 100]. Έτσι το έργο τους ήταν «η ανοικοδόμηση του νέου ανθρώπου» σύμφωνα με τα πρότυπα των ανατολικών χωρών. Τα παιδιά που γενικά αναπτύσσουν συναισθηματικούς δεσμούς με τους δασκάλους τους, πολύ περισσότερο στην περίπτωση των προσφυγόπουλων, που τους ένιωθαν και σαν γονείς, είχαν περισσότερους λόγους να ξανανιώσουν την έλλειψή τους και την ορφάνια. Δημιουργήθηκε κλίμα έκρυθμης κατάστασης, και, κατά τα γιουγκοσλάβικα αρχεία, υποκινούμενης με αλληλογραφία (!) ή άλλα μέσα.
Κι όπως θα δούμε ο σκοπός της εκπαίδευσης αφορούσε το αύριο των παιδιών. Τόσο στην Ελλάδα, όσο και στις χώρες του ανατολικού μπλοκ, η εκπαίδευση διεξαγόταν σε στρατοπεδικό περιβάλλον. Ήταν καταφανώς μεροληπτική, εξυπηρετούσε ανομολόγητους βραχυπρόθεσμους πολιτικούς προπαγανδιστικούς σκοπούς, και μακροπρόθεσμα αφορούσε το μέλλον των ιδεολογιών, μέσω της προσοδοφόρας επένδυσης σε ανθρώπινο δυναμικό, που προσδοκούσε μελλοντικά κέρδη. Οι εμπλεκόμενοι παράγοντες, ακόμα και οι πιο ακραίοι και ανυποχώρητοι, παρίσταναν τους ανυποψίαστους.
Πολλά κοινοβούλια, εκατοντάδες σωματεία, σύλλογοι, εθνικοί Ερυθροί Σταυροί, εκκλησιαστικές και άλλες απίθανες οργανώσεις κάθε μορφής, σε ανατολή και δύση, κινητοποιήθηκαν για τη σωτηρία των παιδιών, με αντικρουόμενα ψυχροπολεμικού τύπου ψηφίσματα και άλλες εκδηλώσεις, ανάλογα με την πολιτική τους τοποθέτηση. Η σωτηρία και προστασία των παιδιών λίγο-πολύ ήταν δεδομένη, πράγμα που ήθελαν να αγνοούν. Το επίδικο ήταν η χρησιμοποίησή τους για εφήμερους σκοπούς και ο μακροπρόθεσμος στόχος, που συνοψίζεται στη λέξη εκπαίδευση ή διαπαιδαγώγηση.
Μέχρι και ο τότε απρόσιτος λόγω οικονομικών νεότευκτος κινηματογράφος επιστρατεύτηκε, από κυβερνήσεις ή άλλες οργανώσεις, στην υπηρεσία των απαιτήσεων αυτών. Τον Σεπτέμβριο του 1946 η Paramoytfilm διαφημίζει την αμερικάνικη βοήθεια και, μεταξύ άλλων, ότι με τα κονδύλια της θα ξαναφτιαχτεί η γέφυρα του Γοργοποτάμου, που κατέστρεψαν οι κομμουνιστές (!) [89. Φώτος Λαμπρινός, Τα δελτία ειδήσεων, εφημερίδα «Εμφύλιος τύπος», τεύχος 39/2006]. Επίσης ο Ristovic γράφει για δυο ταινίες των Γιουγκοσλαβικών αρχείων που προπαγανδίζουν τη βοήθεια στα προσφυγόπουλα, οι οποίες φωτίζουν με τη δική τους οπτική το πρόβλημα [90. Ristovic, 2008, σελ. 15]. Στον κινηματογραφικό πόλεμο επιδόθηκαν ακόμα και μη κυβερνητικές οργανώσεις [91. Βλέπε Τασούλα Βερβενιώτη-Ουρανία Παπαδοπούλου, Η Λίγκα για τη Δημοκρατία στην Ελλάδα και το αρχείο της, περιοδικό «Αρχειοτάξιο», τεύχος 2, Ιούνιος 2002, όπου αναφέρεται, ότι στο αρχείο της Λίγκας υπάρχει φιλμ 10λεπτης διάρκειας, παραγωγής 1949, που καταφέρεται ενάντια στα επιχειρήματα της Αθήνας για το παιδομάζωμα].
ΠΑΙΔΟΜΑΖΩΜΑΤΑ
– ΜΕΡΟΣ 11ο
Το
11ο μέρος από τα “Παιδομαζώματα” είναι
εξαιρετικά ενδιαφέρον. Διαβάζουμε για
την εκμετάλλευση που έγινε από όλες τις
δυνάμεις και από όλους τους ενδιαφερόμενους
του ζητήματος των εκπατρισμένων παιδιών
και των συγγενών τους.
Οικογένειες χωρισμένες σε διαφορετικά κράτη, παιδιά που δεν γνώριζαν ούτε το όνομά τους, δεν ήξεραν αν υπήρχαν γι’ αυτά γονείς και σε ποιο κράτος βρίσκονταν, αποτέλεσαν μοχλό πολιτικής πίεσης και εκμετάλλευσης.
Για
τον Παληοτάκη
Η ομάδα του blog των Λαμπράκηδων
11.
ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΗ ΤΩΝ ΑΡΠΑΓΜΕΝΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ
Η ομάδα του blog των Λαμπράκηδων
Μετά
το ρήγμα των σχέσεων μεταξύ Στάλιν-Τίτο,
δημιουργείται ο τρίτος πόλος, στη
διεκδίκηση των παιδιών, η Γιουγκοσλαβία,
της οποίας ο Ερυθρός Σταυρός ανακοινώνει
ότι στη χώρα βρίσκονται 9.506 παιδιά, εκ
των οποίων τα 7.661 ζουν με τους γονείς ή
οικογένειες συγγενών και 1.845 διαμένουν
σε παιδουπόλεις. Το πρόβλημα παιδιά θα
αποτελέσει την πρόφαση, μέσω της οποίας
θα επιδιωχθεί η επίτευξη πολιτικών και
οικονομικών στόχων. Τώρα πια, με ασπίδα
τους εθνικούς «μη πολιτικούς» Ερυθρούς
Σταυρούς και πρόσχημα τα παιδιά, οι δυο
κυβερνήσεις και η ΕΒΟΠ, βάζουν μπροστά
τους αμήχανους γονείς (και ποιος μπορούσε
να αντισταθεί;) των παιδιών να τα ζητούν
και διεκδικούν:
α) Οι Έλληνες γονείς της Γιουγκοσλαβίας απαιτούν την επιστροφή των παιδιών τους, που βρίσκονται στις άλλες ανατολικές χώρες. Όχι όμως και τα παιδιά τους, που πράγματι υπήρχαν στην Ελλάδα. Κι αυτό διότι (ποιος λογάριαζε τους γονείς) η Γιουγκοσλαβία επιζητούσε διεθνείς συμμαχίες και με την Ελλάδα, κυρίως όμως με τους προστάτες και συμμάχους της. Τώρα, εκτός από τις χώρες της ανατολικής Ευρώπης, η Γιουγκοσλαβία, που ήδη είχε εχθρικές σχέσεις από το 1945 με τις γειτονικές της χώρες Αυστρία και Ιταλία λόγω εδαφικών διεκδικήσεων, έβαζε πλώρη για να βγει από την απομόνωση. Έτσι απλά στο βωμό των διεθνών σχέσεων και την αναζήτηση συμμαχιών με άλλες χώρες έπεσαν οι συγκεκριμένες οικογένειες και τα παιδιά τους.
α) Οι Έλληνες γονείς της Γιουγκοσλαβίας απαιτούν την επιστροφή των παιδιών τους, που βρίσκονται στις άλλες ανατολικές χώρες. Όχι όμως και τα παιδιά τους, που πράγματι υπήρχαν στην Ελλάδα. Κι αυτό διότι (ποιος λογάριαζε τους γονείς) η Γιουγκοσλαβία επιζητούσε διεθνείς συμμαχίες και με την Ελλάδα, κυρίως όμως με τους προστάτες και συμμάχους της. Τώρα, εκτός από τις χώρες της ανατολικής Ευρώπης, η Γιουγκοσλαβία, που ήδη είχε εχθρικές σχέσεις από το 1945 με τις γειτονικές της χώρες Αυστρία και Ιταλία λόγω εδαφικών διεκδικήσεων, έβαζε πλώρη για να βγει από την απομόνωση. Έτσι απλά στο βωμό των διεθνών σχέσεων και την αναζήτηση συμμαχιών με άλλες χώρες έπεσαν οι συγκεκριμένες οικογένειες και τα παιδιά τους.
β) Οι Έλληνες γονείς που ζουν στις ανατολικές χώρες ζητούν την επιστροφή των παιδιών τους που ζουν στην Γιουγκοσλαβία, γιατί «έχουν γίνει αντικείμενο συναλλαγής στις διαπραγματεύσεις ανάμεσα στη “μοναρχοφασιστική” κυβέρνηση της Αθήνας και στο Βελιγράδι» [92. Milan Ristovic, ό.π., σελ, 126]. Στον απολογισμό για το 1951 [93. Άννα Ματθαίου-Πόπη Πολέμη. Η εκδοτική περιπέτεια των Ελλήνων κομμουνιστών. Από το βουνό στην υπερορία 1948-1967, εκδ. «Βιβλιόραμα/ΑΣΚΙ», 2003, σελ. 61] του εκδοτικού οίκου του ΚΚΕ που εδρεύει στο Βουκουρέστι, βλέπουμε ότι στις 833.500 συνολικά σελίδες βιβλίων που εκδόθηκαν, οι 52.500 (6,4%) αφορούν σλαβομακεδονικά βιβλία, ενώ για το επόμενο έτος προγραμματίζονται συνολικά 956.300 σελίδες, εκ των οποίων οι 140.000 (14,6%) θα αφορούν σλαβομακεδονικά βιβλία. Άρα υπάρχει σ’ αυτές τις χώρες ελληνικός ενήλικος και ανήλικος πληθυσμός που μιλάει την σλαβομακεδονική γλώσσα. Τώρα πλάι στην ταξική πάλη και στην επανάσταση που πρόσκαιρα έχει ανασταλεί η σημαία της, έχει καίρια θέση η ενδοκομμουνιστική ιδεολογική διαμάχη.
γ) Η ελληνική κυβέρνηση ζητούσε τον επαναπατρισμό όλων των απαχθέντων παιδιών, ακόμα και αυτών που οι γονείς τους ευρίσκοντο στις ανατολικές χώρες. Γιατί «θέλουν να τα μετατρέψουν σε απόσπασμα γενιτσάρων που θα χρησιμοποιούσε η Ρωσία για τους βρώμικους σκοπούς της». Ακόμα και οι σύμμαχοι της Ελλάδας εξανέστησαν με τις εξτρεμιστικές αυτές απαιτήσεις και έκαναν την εξής προσθήκη: «όταν τα παιδιά τα ζητούν οι γονείς ή κοντινοί συγγενείς» [94. Lars Baerentzen, ό.π., σελ.153]. Στις αρχές Οκτωβρίου 1949 η κυβέρνηση κατέθεσε καταλόγους με ονόματα 6.238 παιδιών που οι γονείς ή συγγενείς τους ζητούσαν την επιστροφή των παιδιών στην Ελλάδα.
Μπορεί εύκολα να φανταστεί κανείς πόσες πιέσεις υπέστησαν πολλοί προκειμένου να μπουν στη λίστα των απαρηγόρητων, για να μεγαλώσει ο κατάλογος. Παρουσιάστηκε περίπτωση που ένας πατέρας ζητούσε το παιδί του στην Ελλάδα, ενώ αυτό έπαιρνε γράμματα από τους γονείς του στο Καναδά ή που μια μητέρα από την Ελλάδα ζητούσε το παιδί της, ενώ η ίδια στην πραγματικότητα βρισκόταν στην Γιουγκοσλαβία.
Στα ψηφίσματα στον ΟΗΕ και στον Διεθνή Ερυθρό Σταυρό, υπήρχε απόλυτη ομοφωνία και φραστική αλληλεγγύη για τη σωτηρία των παιδιών, ενώ κάθε πλευρά στην πράξη λειτουργούσε υστερόβουλα με διάφορες αιτιάσεις και διαφορετικά από τις ομόφωνες αυτές αποφάσεις. Υπήρχαν όμως και αντικειμενικές δυσκολίες. Όπως π.χ. παιδιά χωρίς γονείς ή κηδεμόνες, άλλα παιδιά που, για διαφόρους λόγους (επώνυμο παραπλανητικό ή εξελληνισμένο ή εκσλαβισμένο), δεν ήξεραν το όνομα ή, για ευνόητους λόγους (οι γονείς ήταν διωκόμενοι και χρησιμοποιούσαν ψευδώνυμα), δεν ήξεραν το πραγματικό όνομά τους, παιδιά που ο ένας γονέας ήταν πρόσφυγας και ο άλλος στην Ελλάδα. Πολλά παιδιά δεν γνώριζαν ούτε τα πραγματικά ονόματα των γονιών τους, διότι σε μικρή ηλικία όλα τα παιδιά του κόσμου τους αποκαλούν μπαμπά και μαμά.
Στα αρχεία του Γιουγκοσλάβικου Ερυθρού Σταυρού [95. Milan Ristovic, σελ. 209] αναφέρεται η συγκλονιστική περιπέτεια μιας οικογένειας: η Ευαγγελία Θεοδώρου βρισκόταν στην Γιουγκοσλαβία, οι γονείς της στην Ουγγαρία, ένας αδελφός στη Ρουμανία, ο άλλος στην Πολωνία, η αδελφή της στη Σ. Ένωση. Οι δύο θείοι της, που ζούσαν στην Ελλάδα, ως κοντινοί συγγενείς, δυνητικά θα μπορούσαν να ζητήσουν τον επαναπατρισμό των ανήλικων και άβουλων παιδιών, σε μια εποχή που η αντίσταση σε παρόμοιες πιέσεις κόστιζε συνέπειες, καθώς επιπλέον πρακτικά η αλληλογραφία ήταν μέχρι και απαγορευμένη.
Άλλο συγκλονιστικό περιστατικό από συνέντευξη [96. Ρίκη Βαν Μπουσχότεν, «Ενότητα και αδελφότητα»:
Σλαβομακεδόνες και Έλληνες
πολιτικοί πρόσφυγες στην Ανατολική
Ευρώπη, στο Το όπλο παρά πόδα. Οι πολιτικοί
πρόσφυγες του εμφυλίου πολέμου στην
Ανατολική Ευρώπη, επιμ. Ε. Βουτυρά, Β.
Δαλκαβούρας, Ν. Μαραντζίδης, Μ. Μποτίλα,
εκδ. «Πανεπιστημίου Μακεδονίας», 2005,
σελ. 65]
που δίνεται στις 13/6/2001, εποχή που μπορεί
να εκφραστεί η ελεύθερη βούληση,
αναφέρεται:
«η Αριάδνη καταγόταν από
την Κόνιτσα. Ο πατέρας της ήταν δάσκαλος
εθνικών αρχών, ο οποίος διετέλεσε για
ένα διάστημα διευθυντής παιδούπολης
της Βασιλικής Πρόνοιας. Η μάνα της
ισχυρίζεται ότι την απήγαγαν οι αντάρτες
με τη βία. Ωστόσο η ίδια έχει τις καλύτερες
αναμνήσεις από τον παιδικό σταθμό της
Ουγγαρίας που έζησε».
Από το 1949 μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1960, καθημερινά το Ελληνικό ραδιόφωνο αφιέρωνε τις περίφημες «αναζητήσεις μέσω του Ερυθρού Σταυρού», που όσο επιλεκτικές κι αν ήταν, είχαν ευεργετικά αποτελέσματα. Ωστόσο οι πρόσφυγες των ανατολικών χωρών απέφευγαν ακόμα και να ακούνε τις ειδήσεις από την Ελλάδα (αρκετοί τιμωρήθηκαν τα πρώτα χρόνια [97. Γεώργιος Γκαγούλιας, ό.π., σελ. 144]). Η επίσημη αιτιολογία του ΚΚΕ, όπως την ερμηνεύει ο Γιώργος Γκαγκούλιας, ήταν ότι οι ειδήσεις ήταν κατασκευασμένες και δεν συνέβαλαν στην ενότητα του λαού κ.λ.π. Η πραγματική αιτία ήταν ότι η ηγεσία του ΚΚΕ πίστευε, για χρόνια μετά την ήττα, ότι θα επιστρέψει ένοπλα και νικηφόρα για τον δεύτερο γύρο και ότι κάποιοι από τους πρόσφυγες, ακούγοντας τις ειδήσεις, μπορεί να πείθονταν για την παγίωση του Ελληνικού καθεστώτος και να αμφισβητούσαν την κομματική πολιτική ορθοφροσύνη.
ΠΑΙΔΟΜΑΖΩΜΑΤΑ
– ΜΕΡΟΣ 12ο
Εξαιρετικά
ενδιαφέρουσα η σημερινή ανάρτηση, κατά
τη γνώμη μας. Και είναι ενδιαφέρουσα
γιατί, μέσα από τις πηγές και τα
συμπεράσματα του συντάκτη, επιβεβαιώνεται
με τον πιο καθαρό τρόπο πως τα παιδιά
υπήρξαν θύματα διπλωματικών και πολιτικών
πιέσεων μεταξύ των Δυνάμεων της εποχής
και των συμφερόντων που διακυβεύονταν
στην περιοχή.
Το τμήμα αυτό παρακίνησε κι εμάς να προσπαθήσουμε να αναζητήσουμε και από μόνοι μας τη σχετική βιβλιογραφία, προκειμένου να γνωρίσουμε καλύτερα το παρόν της Ελλάδας και των Βαλκανίων, να είμαστε πληρέστερα ενημερωμένοι και να καταλάβουμε τα παιχνίδια που εξακολουθούν να παίζονται στις πλάτες των σύγχρονων Ελλήνων.
Για
τον Παληοτάκη
Η ομάδα του blog των Λαμπράκηδων
12.
ΜΕΡΙΚΗ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΗ ομάδα του blog των Λαμπράκηδων
Οι
Γιουγκοσλάβοι, μετά τη ρήξη Στάλιν-Τίτο,
που επέφερε την οικονομική απομόνωση
της χώρας τους από το ανατολικό μπλοκ,
έπρεπε να αναζητήσουν συμμάχους. Το
1948 οι εισαγωγές της Γιουγκοσλαβίας από
τις υπόλοιπες ανατολικές χώρες
αντιστοιχούσαν στο 47% του συνόλου των
εισαγωγών της, ενώ το 1949 έπεσαν στο 14%
και το 1950 μηδενίστηκαν [98.
Γεώργιος Χρηστίδης, Τα κομμουνιστικά
Βαλκάνια, εκδ. «Βάνιας», σελ. 117. Ο ίδιος
γράφει (σελ. 86), ότι οι αμυντικές δαπάνες
μεταξύ 1948 και 1950 αυξήθηκαν από 9,4% στο
16,7 του ΑΕΠ και ότι η δύναμη του στρατού
από 400.000 το 1947, έφτασε τις 600 000 το 1951].
Ήταν τώρα απαραίτητα τα διπλωματικά
ανοίγματα προς τη Δύση, που οδηγούσαν
στην επείγουσα προτεραιότητα της
στήριξης και ανόρθωσης της κατεστραμμένης
οικονομίας τους.
Η καλή θέληση για την επιστροφή των παιδιών ήταν η χρυσή ευκαιρία. Ήταν η εποχή της μεταπολεμικής ανασυγκρότησης, που όλες οι χώρες είχαν ανάγκη από δάνεια, αλλά και του ψυχρού πολέμου, που κανένας δεν μπορούσε να γνωρίζει πού και πώς θα δημιουργηθούν νέες θερμές εστίες, πράγμα που ενίσχυε την ανάγκη των απαραίτητων διπλωματικών ανοιγμάτων.
Στην εκδήλωση της «ημέρας εθνικού πένθους» για τη διεκδίκηση της επιστροφής των παιδιών που έγινε στη Ν. Υόρκη [99. Milan Ristovic 2008, σελ. 175-176], οι διαμαρτυρόμενοι ελληνοαμερικάνοι υπέβαλαν την ερώτηση, που εμπεριείχε έντονη αποδοκιμασία, γιατί η κυβέρνησή τους δίνει δάνεια στη Γιουγκοσλαβία, χωρίς να θέτει ως προϋπόθεση την επιστροφή των παιδιών.
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1950 άνοιξαν οι κρουνοί των δυτικών δανείων και λοιπής βοήθειας σε τρόφιμα, αγροτικά είδη και ακολούθησε η στρατιωτική βοήθεια, προς την «αποστάτισσα» της ανατολής» [100. Γεώργιος Χρηστίδης, ό.π., σελ. 118., ο οποίος υπολογίζει, ότι η αμερικανική βοήθεια το έτος 1951 και 1952 έφτασε τα 200 εκατ. δολάρια, πλέον της απροσδιόριστης στρατιωτικής βοήθειας, που ξεκίνησε το 1950. Ο ίδιος επικαλούμενος άλλη πηγή υπολογίζει ότι η στρατιωτική βοήθεια προς την Γιουγκοσλαβία την περίοδο 1952-53 έφτασε τα 296 εκ. δολάρια. Ο Γιώργος Σταθάκης, Το δόγμα Τρούμαν και το σχέδιο Μάρσαλ. Η ιστορία της αμερικανικής βοήθειας στην Ελλάδα, εκδ. «Βιβλιόραμα», 2004, σελ. 376, υπολογίζει ότι η βοήθεια στην Ελλάδα για το ’51-’52, έφτασε τα 180 εκατ. δολάρια. Το αναφέρουμε ως συγκριτικό στοιχείο, γιατί τα εθνικά νομίσματα υποχωρούσαν διαρκώς έναντι του δολαρίου].
Ο μόνος και αδιαπραγμάτευτος όρος που
έθεταν οι ΗΠΑ για παροχή βοήθειας [101.
Ιάκωβος Μιχαηλίδης, Τα πρόσωπα του
Ιανού. Οι ελληνογιουγκοσλαβικές σχέσεις
την περίοδο του ελληνικού Εμφυλίου
πολέμου (1947-1949), εκδ. «Πατάκη», 2007, σελ.
187 και μετά. Ο ίδιος υπολογίζει, ότι το
σύνολο της αμερικανικής οικονομικής
βοήθειας μεταξύ 1949 και 1955 ανήλθε στο
μεγάλο ποσό των 1.200 εκατομμυρίων δολαρίων]
και η Ελλάδα για την εξομάλυνση και
αποκατάσταση των σχέσεων, ήταν «η πλήρης
εκ μέρους της Γιουγκοσλαβίας διακοπή
πάσης βοήθειας προς τους υπό την
κομμουνιστικήν ηγεσίαν έλληνας
συμμορίτας». Ποιος
νοιαζόταν για τα παιδιά!
Έτσι, μετά την έμπρακτη συμμόρφωση της
Γιουγκοσλαβίας, η οποία διαβεβαίωνε
ότι το μεγαλύτερο μέρος των δανείων θα
χρησιμοποιούνταν για καταναλωτικούς
σκοπούς και την ανύψωση του βιοτικού
επιπέδου [102.
Elisabeth Barker, Η Γιουγκοσλαβική πολιτική
προς την Ελλάδα 1947-1949, στο Μελέτες για
τον εμφύλιο πόλεμο 1945-1949, επιμ. Lars
Baerentzen, Γιάννης Ιατρίδης, Ole Smith εκδ
«Ολκός», 2002, σελ. 315],
άνοιγε ο δρόμος. Άρχισε η σταδιακή
βελτίωση των διπλωματικών σχέσεών της
με τον δυτικό κόσμο και την Ελλάδα, παρά
τις αρνητικές και πυροδοτούμενες από
ακροδεξιές οργανώσεις αντιδράσεις.
Στις 25 Νοεμβρίου 1950 στα Ελληνογιουγκοσλαβικά σύνορα, σε πανηγυρικό κλίμα, έγινε η παράδοση 21 παιδιών από την Γιουγκοσλαβία. Μετά τη διακοπή βοήθειας από τη Γιουγκοσλαβία προς τους αντάρτες, όπως αποκαλύπτει η Ειρήνη Λαγάνη [103. Ειρήνη Λαγάνη, 1995, σελ. 117] από διπλωματικά έγγραφα του Νοεμβρίου 1951, η ελληνική κυβέρνηση άλλαξε στάση και έπαψε να ανακινεί το θέμα της επιστροφής των παιδιών των σλαβομακεδόνων, διότι ήθελε να αποπέμψει το σύνολο αυτής της μειονότητας, πράγμα που τότε ακόμα και ο δοτός πρωθυπουργός Ν. Πλαστήρας αγνοούσε. Ήταν μια κίνηση κατευνασμού των εξτρεμιστικών ακροδεξιών δυνάμεων, με ταυτόχρονη επιδίωξη να ανακόψει τις επεκτατικές ορέξεις της γειτονικής χώρας, η οποία ήθελε να κατοχυρώσει την ύπαρξη μακεδονικής μειονότητας στην Ελλάδα [104. Σωτήρης Βαλντέν, Ελλάδα-Γιουγκοσλαβία. Γέννηση και εξέλιξη μιας κρίσης και οι ανακατατάξεις στα Βαλκάνια 1961-1962, εκδ. «Θεμέλιο», 1991, σελ. 48]. Ένα ακόμα επιπρόσθετο στοιχείο, ότι τα παιδιά χρησιμοποιήθηκαν για άλλους σκοπούς.
Ο πρώτος (και οι επόμενοι) επαναπατρισμός προκάλεσε την άμεση και έντονη αντίδραση του ΚΚΕ, με την κατηγορία ότι η παράδοση αυτή είναι «αποτρόπαιο έγκλημα με εμπνευστή τον Τίτο, που πέρασε στο στρατόπεδο των ιμπεριαλιστών… έγινε φίλος και σύμμαχος των Ελλήνων μοναρχοφασιστών… που ξεπερνά και τον Χίτλερ…». Όπως αναφέρει ο Μ. Ristovic [105. Milan Ristovic 2008, σελ. 218], ο Γιουγκοσλάβος Γενικός Πρόξενος στη Θεσσαλονίκη σε έκθεσή του εκτιμάει ότι οι Ελληνικές αρχές δυσανασχετούσαν και δεν φαίνονταν πολύ ευχαριστημένες για την εξέλιξη αυτή. Η παράδοση παιδιών συνεχίστηκε, όπως επίσης η επιδείνωση των σχέσεων της Γιουγκοσλαβίας όχι μόνο με το ΚΚΕ, αλλά και τις άλλες ανατολικές χώρες. Οι παραδόσεις παιδιών στην Ελλάδα συνεχίστηκαν μέχρι το 1954 που ήταν και η τελευταία (54 παιδιά). Στο διάστημα αυτό παραδόθηκαν μερικά παιδιά που οι γονείς τους είχαν μεταναστεύσει στην Αυστραλία και τον Καναδά. Ήταν κι αυτή μια κίνηση που άνοιγε διπλωματικούς δρόμους.
Στο μεταξύ οι Γιουγκοσλάβοι ζητούσαν την επιστροφή των παιδιών που οι γονείς τους ζούσαν στην Γιουγκοσλαβία και τα παιδιά τους στις ανατολικές χώρες. Αντίστροφα έπρατταν οι γονείς που ζούσαν στις ανατολικές χώρες και είχαν παιδιά στη Γιουγκοσλαβία, με σφοδρούς αμοιβαίους διαξιφισμούς. Δηλαδή όλες οι χώρες κατακρατούσαν παιδιά, ως εμπόρευμα ή ανταλλακτικό ή διαπραγματευτικό μέσο, ενόσω οι μεταξύ τους σχέσεις ήταν τεταμένες.
Ένα χρόνο μετά το θάνατο του Στάλιν, το 1954, άρχισαν να λιώνουν οι πάγοι στις σχέσεις μεταξύ της Σ. Ένωσης, των φιλικών της κρατών (άρα και του ΚΚΕ) και της Γιουγκοσλαβίας. Οι προσχηματικές οξύνσεις αρχίζουν να εξασθενούν. Έτσι μεταξύ Μαρτίου 1955 και μέχρι το τέλος 1958 έγιναν οι ανταλλαγές παιδιών μεταξύ Γιουγκοσλαβίας και αυτών που ζούσαν στις ανατολικές χώρες. Επίσης, μέχρι το 1954, με τη μεσολάβηση του Σουηδικού Ερυθρού Σταυρού, επέστρεψαν από τις λοιπές ανατολικές χώρες στην Ελλάδα περίπου 5.000 παιδιά και παρέμειναν περίπου 18-20.000 [106. Γιώργος Γκαγκούλιας, ό.π., σελ. 78]. Άρα καταλυτικός παράγοντας για τη μερική επιστροφή των παιδιών ήταν το νέο διαμορφούμενο παγκόσμιο status, στις σχέσεις των μεγάλων δυνάμεων. Ήταν τα εγκαίνια της λεγόμενης εποχής ειρηνικής συνύπαρξης.
Με το τέλος του εμφυλίου, η ηγεσία του «Εράνου», αποφάσισε την επιστροφή των παιδιών στα σπίτια τους. Εξαίρεση αποτέλεσε η κατηγορία των ορφανών και από τους δύο γονείς ή «των προς τούτοις εξομοιουμένων (παιδιά με γονείς συμμορίτας ή καταδίκους ή εν εξορία)». Όπως λέει η Τ. Βερβενιώτη [107. Τασούλα Βερβενιώτη, Καλλιόπη Μουστάκα: Αρχηγός παιδούπολης “Αγίας Σοφίας” Βόλου, περιοδικό «Αρχειοτάξιο» τεύχος 10, Ιούνιος,-2008] «το σκεπτικό με βάση το οποίο προσφερόταν η “προστασία”, του “εράνου” ή σε όλα τα ορφανά (πραγματικά ή μη), ήταν ότι ως “Ελληνόπαιδες” αποτελούσαν “Εθνικό κεφάλαιο” και γι’ αυτό δεν έπρεπε να εγκαταλειφθούν “εις την επίδρασιν των αντεθνικών διδαγμάτων”».
Ουσιαστικά
εξομοιώνονται οι φυλακισμένοι, οι
πρόσφυγες και οι εξόριστοι με νεκρούς
και κρατούνται παρά τη θέληση των
οικογενειών τους τα παιδιά για «εθνική
διαπαιδαγώγηση.
Με την πάροδο του χρόνου παραμονής, που τα παιδιά μεγάλωναν και άρχισαν να αποκτούν γνώση και συνείδηση της κατάστασής τους, αρχίζουν να εμφανίζονται προβλήματα που πονοκεφαλιάζουν τις κυβερνητικές στρατηγικές. Μεταξύ άλλων, αναφέρεται το περιστατικό [108. Milan Ristovic, σελ. 134] μιας «στασιαστικής ομάδας», ηλικίας 15-19 ετών, που διαδραματίστηκε τον Φεβρουάριο του 1951, στο Curug της Γιουγκοσλαβίας, όπου τα 12 μεταξύ των 70, ήθελαν να επιστρέψουν στους γονείς τους, ενώ τα υπόλοιπα ήθελαν να πάνε στις χώρες της ανατολικής Ευρώπης.
ΠΑΙΔΟΜΑΖΩΜΑΤΑ
– ΜΕΡΟΣ 13ο
Λίγα
λόγια για τη Μακεδονία (… μας … τους …
των Βαλκανίων … του κόσμου … του πόνου
… της αδικίας … της εκμετάλλευσης …
των συμφερόντων και των δολοπλοκιών).
Για
τον Παληοτάκη
Η ομάδα του blog των Λαμπράκηδων
Η ομάδα του blog των Λαμπράκηδων
13.
ΤΟ ΑΠΟΣΙΩΠΗΜΕΝΟ ΠΑΙΔΟΜΑΖΩΜΑ
Το
προκλητικό γεγονός που δείχνει ανάγλυφα
τη γενική αναλγησία [109.
Lars Baerentzen, όπ.,. σελ. 163],
είναι ότι κατά τη διάρκεια όλων αυτών
των απίστευτων διεργασιών και δολοπλοκιών,
μεταξύ κρατών και διεθνών οργανισμών,
δεν προσέχθηκε ή αγνοήθηκε η διαφορά
μεταξύ σλαβόφωνων και ελληνόφωνων
παιδιών, που δεν αναφέρεται πουθενά. Η
διερευνητική βαλκανική επιτροπή του
OHE (UNSCOB) στην έκθεσή της αναφέρεται μόνο
στα ελληνόπουλα. Η αποσιώπηση είναι
προφανής. Φυσικά η έκθεση συντάχθηκε
από την πλειοψηφία της επιτροπής αυτής
που την είχαν οι δυτικοί, απηχούσαν τις
ελληνικές απόψεις και τόνιζαν τις
συνέπειες της γιουγκοσλαβικής μοναχικής
πολιτικής, που με επαμφοτερίζουσες
συμμαχίες προσπαθούσε να επιβιώσει
ανάμεσα στις συμπληγάδες των μεγάλων
δυνάμεων.
Η ελληνική κυβέρνηση τόνιζε πάντα την ελληνικότητα όλων των παιδιών αποσιωπώντας ότι μεταξύ αυτών υπήρχαν και σλαβόφωνα παιδιά, που, όπως είδαμε παραπάνω, οι γονείς τους ζούσαν στην Ελλάδα. Επίσης το ΚΚΕ, αλλά και οι χώρες του ανατολικού μπλοκ, μιλούσαν μόνο για ελληνόπουλα. Πρόκειται για μία ακόμα πτυχή της διένεξης του ανατολικού μπλοκ με την Γιουγκοσλαβία, που διεκδικούσε τότε τη νότια επέκταση μιας εκ των συνιστωσών της. Της Δημοκρατίας της Μακεδονίας ή αλλιώς της Μακεδονίας του Αιγαίου. Ένα πρόβλημα που θα εμπλακεί ακόμα και στην εκπαίδευση των παιδιών, όπως θα δούμε παρακάτω. Επιπλέον ήταν μια συνωμοσία σιωπής ενάντια σε μια μικρή και αμελητέα μειονοτική ομάδα μιας χώρας, που αιωρούνταν μεταξύ ανατολής και δύσης.
Το επιμύθιο μέχρι σήμερα έχει ως εξής:
α) Όλα τα παιδιά που
ζούσαν στην προσφυγιά μπορούσαν να
επιστρέψουν, ενήλικες πλέον, στην Ελλάδα
μετά το νόμο 1285 του 1982. Η υπουργική
απόφαση με αριθμό 106841 της 29/12/1982, προέβλεπε
τον ελεύθερο επαναπατρισμό των πολιτικών
προσφύγων, αλλά μόνο αυτών που έχουν
Ελληνικό γένος. Εξαιρούσε εύσχημα αυτούς
που αυτοπροσδιορίζονταν ως σλαβομακεδόνες.
Αρκετοί απ’ αυτούς, που δεν ήταν Έλληνες
στο γένος στην περίοδο της κατοχής,
πολέμησαν ενάντια στις δυνάμεις του
άξονα, ως Έλληνες μακεδόνες στη χώρα
που ζούσαν. Μάλιστα η πρώτη γυναίκα, η
νεαρή δασκάλα από τη Νάουσα Μίρκα Γκίνοβα
(Γκίνη Ειρήνη) [110.
Αγγέλικα Ψαρρά. Η ιστορία ως μαρτυρολόγιο,
περιοδικό «Αρχειοτάξιο», τεύχ. 9 Μάιος,
2007, σελ.170. Μαρτυρία για τη σύλληψη της
Γκίνη στο Μαργαρίτα Λαζαρίδου, ό.π.,
σελ.156- 158],
που εκτελέστηκε με απόφαση στρατοδικείου
ήταν Μακεδόνισσα. Καταδικάστηκε σε
θάνατο μαζί με άλλους έξι άνδρες, μέλη
του ΚΚΕ και εκτελέστηκαν στις 26 Ιουλίου
1946 στα Γιαννιτσά. Το 1980 στήθηκε προτομή
της στα Σκόπια [111.
Κυριακή Κλοκίτη. Πιάσανε τη Μίρκα,
εφημερίδα «Η Εποχή» 2/11/2008, σελ. 20, όπου
αναφέρεται στην απόφαση του δημοτικού
συμβουλίου για μετονομασία ενός δρόμου
σε Ειρήνη Γκίνη, ακυρώθηκε από το
Υπουργείο Εσωτερικών και σε συνέχεια,
μετά από απειλές ντόπιων μακεδόνων,
μελών του ΠΑΣΟΚ, ότι θα αποχωρήσουν απ’
το κόμμα, επικυρώθηκε η απόφαση],
όπου την τιμούν ως ηρωίδα της αντίστασης
του Σερβικού λαού ενάντια στους φασίστες.
Η ειρωνεία είναι ότι αυτή που πολέμησε
στην Ελλάδα τις δυνάμεις κατοχής, δυο
χρόνια μετά την απελευθέρωση, η χώρα
για την οποία πολέμησε την καταδικάζει
ως προδότρια και μέλος του ΚΚΕ και
εκτελείται. Από την άλλη πλευρά, η δράση
της και η ίδια γίνεται αντικείμενο
οικειοποίησης από μια άλλη χώρα.
β) Και θλιβερό:
Τα παιδιά της σλαβομακεδονικής
Ελληνικής μειονότητας που οι γονείς
τους είχαν καταφύγει στη Γιουγκοσλαβία
κυρίως (στη Δημοκρατία της Μακεδονίας
ή του Αιγαίου, όπως εναλλακτικά την
ονόμαζαν τότε) ή αλλού, δεν μπορούν να
έρθουν ούτε ως τουρίστες στην Ελλάδα.
Διότι προσχηματικά οι τότε φυγάδες
αντάρτες γονείς τους είχαν χάσει την
Ελληνική ιθαγένεια, που ποτέ δυνητικά
δεν τους αποδόθηκε, ενώ δεσμεύτηκαν και
οι περιουσίες τους [112.
Νίκος Αλιβιζάτος, Οι πολιτικοί θεσμοί
σε κρίση 1922-1974. Όψεις της Ελληνικής
εμπειρίας, εκδ. «Θεμέλιο», 1983, σελ. 487 και
μετά].
Αμαρτίες γονέων δεκάδες χρόνια μετά!
Αυτή ήταν μια βίαιη αλλά αναίμακτη
εθνοκάθαρση μιας μικρής μειονοτικής
ομάδας. Τα απλόχερα ανθρωπιστικά
αισθήματα ποτέ δεν άγγιξαν αυτή την
ομάδα! Υπολογίζεται ότι τη δεκαετία του
1940 συνολικά έφυγαν 102.000 εκ των οποίων
οι 78.000 κατά τη διάρκεια του εμφυλίου. Η
φυγή αυτή αποσυνδέεται με τα πολιτικά
φρονήματα.
Μετά τη λήξη του εμφυλίου, στους εναπομείναντες σλαβομακεδόνες στην Ελλάδα «επιβλήθηκαν άμεσα, βίαια μέτρα, που συνοδεύτηκαν από μέσα αστυνομικής καταστολής (απαγόρευση χρήσης της γλώσσας τους ακόμα και μέσα στο σπίτι, μαζικές ορκωμοσίες. Να σημειώσουμε ότι δεν ήταν κομμουνιστές. Ορισμένα χωριά δεν ξαναμίλησαν ποτέ τη γλώσσα τους [113. Σταμάτης Μπέης, Όψεις γλωσσικού ηγεμονισμού στο Μειονότητες στην Ελλάδα, εκδ. Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας, 2004, σελ. 330]. Κατάληξη ήταν η ενσωμάτωση.
Να σημειώσουμε ότι οι γιουγκοσλαβικές αρχές από την πρώτη στιγμή με δελεαστικές παροχές (στέγαση, εργασία, σχολεία, υποτροφίες, πολιτισμός) προσπάθησαν να αφομοιώσουν [114. Keith Brown, Τα παιδιά-παππούδες της Μακεδονίας:
Διεθνικές πολιτικές μνήμης, εξορίας
και επιστροφής, 1948-1998, στο Πρόσφυγες στα
Βαλκάνια. Μνήμη και ενσωμάτωση, επιμ.
Β.Γούναρης-Ι. Μιχαηλίδης, εκδ. Πατάκη
2004, σελ. 67]
τον σλαβόφωνο αυτόν πληθυσμό. Το
αποτέλεσμα ήταν ότι, στα μέσα του 1952,
περίπου 6.000 άτομα είχαν αποκτήσει την
γιουγκοσλαβική υπηκοότητα, ενώ 3.000 είχαν
γνωστοποιήσει στο ελληνικό προξενείο
των Σκοπίων την πρόθεση επαναπατρισμού
[115.
Keith Brown, ό.π., σελ. 67]
στην Ελλάδα. Το σύνολο αυτής της κατηγορίας
πληθυσμού ήταν περίπου 40.000 άτομα [116.
Ευάγγελος Κωφός, Εθνική κληρονομιά και
ταυτότητα στη Μακεδονία του 19ου και του
20ου αιώνα, στο Εθνική ταυτότητα και
εθνικισμός στη νεότερη Ελλάδα, επιμ. Θ.
Βερέμης, Π. Κιτρομιλίδης, Ε. Κωφός, Α.
Κιτρόεφ, εκδ. «Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής
Τραπέζης», 2003 σελ.255. Ο Τίτο τα υπολογίζει
σε 35.000. Βλέπε Ιάκωβος Μιχαηλίδης «Τα
πρόσωπα του Ιανού. Οι ελληνογιουγκοσλαβικές
σχέσεις 1947-1949», εκδ. Πατάκη 2007, σελ. 209]
(ο Τίτο [117.
Ιάκωβος Μιχαηλίδης, Τα πρόσωπα του
Ιανού. Οι ελληνογιουγκοσλαβικές σχέσεις
1947-1949, εκδ. «Πατάκη, 2007, σελ. 209]
τα υπολογίζει σε 35.000) και ο επαναπατρισμός
τους δεν έγινε ποτέ.
ΠΑΙΔΟΜΑΖΩΜΑΤΑ
– ΜΕΡΟΣ 14ο
Προχωρώντας
στις αναρτήσεις για τα “Παιδομαζώματα”
– και επειδή διαβάσαμε κάποιες
αντιδράσεις, που αγγίζουν και τον νεκρό
σύντροφό μας τον Τάκη Παληό – διευκρινίζουμε
για μια ακόμη φορά ότι ήταν σφοδρή
επιθυμία του Παληοτάκη η ανάρτηση αυτή.
Δεν είχαμε προλάβει να συζητήσουμε τους
λόγους που είχε για αυτή την επιμονή
του.
Θα πούμε μόνο πως, όσο τον ξέραμε,
τον πονούσε αφάνταστα ο εμφύλιος που
πέρασε η Ελλάδα, οι συνέπειες που άφησε
σε ζωές και υποδομές. Κυρίως, όμως, οι
συνέπειες, οι πληγές που άφησε στις
επόμενες γενιές. Δεν θα πούμε άλλα.
Για
τον Παληοτάκη
Η ομάδα του blog των Λαμπράκηδων
Η ομάδα του blog των Λαμπράκηδων
14
ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ: ΤΑ ΣΙΑΜΑΙΑ
ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ
Τα
όσα ακραία και παράδοξα αναφέρονται
παραπάνω, σχετικά με το παιδιμάζωμα-παιδοφύλαγμα
και την κατακράτηση των παιδιών
καταγράφονται ίσως με περισσότερη
ένταση στο χώρο της εκπαίδευσης, χωρίς
να λείπουν οι ανάλογες υπερβολές.
Ο Ιωάννης Τσιάντης, σε παρουσίαση της διατριβής της Δαλιάνη σχετικά με την εκπαίδευση των παιδιών γράφει:
«Αυτοί
που φρόντισαν τα παιδιά, ιδιαίτερα μέσα
στα ιδρύματα, ήταν αρνητικά διακείμενοι
και εχθρικοί απέναντι στην ιδεολογία
των γονιών τους… τόνιζαν ότι οι αρχές
και ιδιαίτερα ο τότε βασιλιάς Παύλος
και η βασίλισσα Φρειδερίκη αγαπούσαν
και φρόντιζαν τα παιδιά σαν καλοί γονείς,
ενώ οι δικοί τους δεν ενδιαφέρονταν γι’
αυτά» [118.
Μαντώ Δαλιάνη, 2009, σελ. XXVII].
Σε επιβεβαίωση των παραπάνω μια αποκαλυπτική ομολογία που εκφράζεται από εκπαιδευτικό ελληνικής παιδόπολης, που είχε την ευθύνη 220 παιδιών:
«Τα παιδιά αυτά ήταν
επηρεασμένα από την ανθελληνική
προπαγάνδα, που έκαναν οι συμμορίτες,
η οποία ήταν σε μεγάλο βαθμό ανεπτυγμένη…
το δε προσωπικό δεν ήταν κατάλληλα
εκπαιδευμένο για την περίπτωση αυτή…
μέσα σε λίγο καιρό τα παιδιά έγιναν γερά
σε σώμα και σε ψυχή, έγιναν τα ίδια
υμνητές του έργου της Βασίλισσας
Φρειδερίκης» [119.
Ελένη Αναγνωστοπούλου, ό.π., σελ. 29, 30,
και 32],
πράγμα που αποδεικνύει έμπρακτα
δημοσιεύοντας ποιήματα που έγραψαν τα
ίδια. Παραθέτουμε δύο αποσπάσματα:
Τα βουνά παραμερίζει
Και στον Έβρο σταματά
Για να σώσει τα παιδιά της
Απ’ τα Βουλγάρικα σκυλιά.
Ζήτω του Βασιλέως μας
του Παύλου μας του Α.
Ζήτω του Κωνσταντίνου μας
καλού μας διαδόχου.
Τα βουνά παραμερίζει
Και στον Έβρο σταματά
Για να σώσει τα παιδιά της
Απ’ τα Βουλγάρικα σκυλιά.
Ζήτω του Βασιλέως μας
του Παύλου μας του Α.
Ζήτω του Κωνσταντίνου μας
καλού μας διαδόχου.
Και
ένα απόσπασμα από μαθητή της Δ’ τάξης,
των ανατολικών χωρών, για τον Στάλιν
του 1953:
[120.
Μαρία Μποτίλα, ό.π., σελ. 311] Ο
ΣΤΑΛΙΝ γιε μου. Ο πατέρας κι ο σύντροφος
του κάθε δουλευτή, εκείνος που μοχθούσε
για να κάμει μιαν άνοιξη ωραία ζωή.
Στο
άρθρο της Τ. Βερβενιώτη που αναφέρεται
στην αρχηγό της παιδούπολης Βόλου,
Καλλιόπη Μουστάκα, εξηγεί, μετά την
εδραίωση του Ελληνικού καθεστώτος, τα
ανοίγματα του «Εράνου» σε συνεργασίες
προς δημοκρατικούς διανοούμενους.
Άλλωστε αυτό συμβάδιζε με τη στρατηγική
των ΗΠΑ για την Ελλάδα, που για λόγους
βιτρίνας επέβαλαν κυβέρνηση με κεντρώο
πρωθυπουργό, σχεδόν σε όλη τη διάρκεια
του εμφυλίου. Πολύ περισσότερο μετά τις
πρώτες εκλογές του 1951, που εκλογικά
επικράτησε η δεξιά παράταξη. Τότε οι
ΗΠΑ επέβαλαν κεντρώο πρωθυπουργό,
επιδιώκοντας να προβάλουν ένα δημοκρατικό
κυβερνητικό και αντικομμουνιστικό
προφίλ.
Σ’ αυτό το κλίμα πολιτικής εντάσσεται η συνεργασία του «Εράνου» με διανοούμενους του δημοκρατικού χώρου [121. Τασούλα Βερβενιώτη, Καλλιόπη Μουστάκα..., ό.π.], όπως π.χ. ο Μ. Μποσταντζόγλου, που έκανε την εικονογράφηση του περιοδικού που έβγαζε. Επίσης, σύμφωνα με επιχειρηματολογία της, προκύπτει ότι η Κ. Μουστάκα πολιτικά εντάσσεται στο δημοκρατικό χώρο. Από το ημερολόγιό της προκύπτει, ότι κατά τη διάρκεια της κατοχής δραστηριοποιήθηκε για τη σωτηρία παιδιών, όπως επίσης από εκφράσεις και σκέψεις της, που είναι διατυπωμένες από την αρθρογραφία της στην εφημερίδα «Το Βήμα». Βέβαια ο «Έρανος» είχε αυξημένους λόγους, εκ του ασφαλούς, μετά την εκμηδένιση του ΚΚΕ, να εμφανίζεται ως ένα ανοιχτό, δημοκρατικό σωματείο και κοντά στους δεινοπαθούντες.
Από το 1947 μόνο στη δυτική Μακεδονία, που ήταν συγκεντρωμένοι πολλοί σλαβομακεδόνες, λειτουργούν μειονοτικά σχολεία με 10.000 μαθητές [122. Τάσος Κωστόπουλος, Η απαγορευμένη γλώσσα. Κρατική καταστολή των σλαβικών διαλέκτων στην ελληνική Μακεδονία, εκδ. «Μαύρη Λίστα», 2000, σελ.206, ενώ ο Γ. Κουμαρίδης στην παρουσίαση συνεδρίου με τίτλο «Οι πολιτικοί πρόσφυγες του ελληνικού εμφυλίου πολέμου», αναφέρει ότι ο Ραϋμόνδος Αλβανός στην ανακοίνωσή του υποστηρίζει, ότι στην Καστοριά το 1947 υπήρχαν 4.000 σλαβόφωνα παιδιά. Περιοδικό Αρχειοτάξιο, τεύχος 6 Μάιος 2004 σελ.180], τα οποία στη συνέχεια σταδιακά καταργήθηκαν.
Ο Δημήτρης Σέρβος [123. Δημήτρης Σέρβος, ό.π. σελ. 244] για το δραματικό επίπεδο γνώσεων των παιδιών γράφει:
«…απ’ τα παιδιά που
στάλθηκαν στις Λαϊκές Δημοκρατίες το
60% ήταν αγράμματα, το 17% είχαν τελειώσει
την 1η δημοτικού και το 14% την 2η δημοτικού.
Σχεδόν όλα έβλεπαν για πρώτη φορά στη
ζωή τους σιδηρόδρομο, λεωφορείο, γιατρό…»
Και ο Δ. Κηπουρός [124.
Δημήτρης Κηπουρός, Μια ζωντανή ιστορία,
εκδ. «Νέα Βιβλία», χωρίς χρονολογία
(χ.χ.), σελ. 55],
ότι από τα 1.240 παιδιά που έφτασαν στην
Αν. Γερμανία, σχεδόν στο σύνολό τους
ήταν αναλφάβητα. Και οι δυο συγγραφείς
παραθέτουν έναν πλούσιο απολογισμό της
επιστημονικής και επαγγελματικής
εξέλιξης, που ήταν αποτέλεσμα της
παιδαγωγικής μεταχείρισης των παιδιών
και των υφισταμένων δομών κοινωνικής
πολιτικής στις χώρες υποδοχής. Επί
πλέον, επειδή οι πολιτικοί πρόσφυγες
είχαν χαρακτηριστεί «παρτιζάνοι», τα
παιδιά έτυχαν προνομιακής μεταχείρισης,
π.χ. σε υποτροφίες, εισαγωγή σε σχολές,
κ.λπ.
Άλλωστε οι δύο παραπάνω συγγραφείς, εκτός των άλλων, χρησιμοποιούν το αδιαμφισβήτητο συγκριτικό πλεονέκτημα στην κοινωνική πολιτική και στο χώρο της παιδείας των ανατολικών χωρών, για να εξειδικεύσουν στην κατηγορία των παιδιών. Ο Γιώργος Χουλιάρας [125. Γιώργος Χουλιάρας (Περικλής), Ο δρόμος είναι άσωτος, εκδ. «Οιωνός», 2006, σελ. 823], καταθέτει τη μαρτυρία του από την Πολωνία, κινείται στο ίδιο μήκος κύματος με τους δύο παραπάνω, μόνο που αναφέρεται διακριτικά στα σχολεία και τους δασκάλους, που διδασκόταν η σλαβομακεδονική γλώσσα. Επίσης ομολογεί τις ελλείψεις των πρώτων χρόνων και στη συνέχεια μετά την ενηλικίωση προχωράει σε θετικό απολογισμό των επιδόσεων, τόσο στην επιστημονική διαδρομή, όσο και στον επαγγελματικό προσανατολισμό των παιδιών. Το βέβαιο είναι ότι ίσως τα παιδιά, και τα παιδιά τους ακόμα, μετά από δεκαετίες, όταν επέστρεψαν, αποτέλεσαν την περισσότερο συμπαγή πολιτιστικά μεταναστευτική ομάδα. Δεν αφομοιώθηκαν χάρη στην φιλοσοφία της εκπαιδευτικής πολιτικής του ΚΚΕ.
Τον Μάιο του 1948, αμέσως μετά την συγκρότηση της ΕΒΟΠ, αρχίζει με δυσκολίες, λόγω στενότητας εξειδικευμένου προσωπικού, η εντατική εκτύπωση στον νεοσύστατο εκδοτικό οίκο του ΚΚΕ, των σχολικών βιβλίων, που χρησιμοποιήθηκαν για το σχολικό έτος 1948-1949. Στις παιδουπόλεις των ανατολικών χωρών και τα σχολεία των ανταρτοκρατούμενων περιοχών διδάσκονται βιβλία στην ελληνική και την σλαβομακεδονική γλώσσα που έχουν εκδοθεί υπό την επίβλεψη των εκπαιδευτικών της ΕΒΟΠ [126. Άννα Ματθαίου-Πόπη Πολέμη, Η εκδοτική περιπέτεια..., σελ.34-35, επίσης Άννα Ματθαίου- Πόπη Πολέμη, Ο ιδεότυπος του νέου κομμουνιστή. Τα ελληνικά σχολικά εγχειρίδια της υπερορίας (1948-1968), περιοδικό «Αρχειοτάξιο», τεύχος 5, Μάιος, 2003, σελ. 156].
Το παράνομο ΚΚΕ όχι μόνο ήταν νόμιμο στις ανατολικές χώρες, αλλά του είχαν παραχωρηθεί όλοι οι νομιμοποιητικοί μηχανισμοί εξουσίας επί των πολιτικών προσφύγων από και σε όλες τις χώρες υποδοχής [127. Ήλιος Γιαννακάκης, Τα όπλα παρά πόδα:
η
εγκατάσταση των πολιτικών προσφύγων
στις σοσιαλιστικές χώρες, στο Το όπλο
παρά πόδα, o.π, σελ. 13. Επίσης Γρηγόρης
Φαράκος, Η θέση και ο ρόλος των πολιτικών
προσφύγων στο κομμουνιστικό κίνημα και
τις πολιτικές εξελίξεις της χώρας μας,
στο Το όπλο παρά πόδα, ό.π., σελ. 21].
Ήδη από τα μέσα του 1945 στο Μπούλκες η
ελληνική κοινότητα απολάμβανε μιας
ιδιόμορφης αυτοδιοίκησης [128.
Milan Ristivic, 2006, σελ. 46 και 93].
Συνεπώς αποφασίζει ανεμπόδιστα και
αυτόνομα, χωρίς παρεμβάσεις σε όλα τα
επίπεδα για τη ζωή όλων των Ελλήνων, που
έχουν διασπαρεί στις χώρες του ανατολικού
μπλοκ. Άρα και η εκπαιδευτική πολιτική
των ελληνόπουλων, που είναι ομοιόμορφη
σε όλες αυτές τις χώρες, είναι της
αποκλειστικής αρμοδιότητας της ΕΒΟΠ,
π.χ. η έκδοση όλων (σχολικών και μη)
βιβλίων, ο διορισμός όλων των εκπαιδευτικών
όλων των βαθμίδων, εκπαιδευτικά
προγράμματα, σεμινάρια κ.λπ. [129.
Μαρία Μποτίλα, ό.π., σελ. 34].
Η άποψη που επικρατεί είναι, ότι τα παιδιά θα πρέπει να διδάσκονται στη μητρική τους γλώσσα, σε εκπαιδευτικό περιβάλλον βασισμένο στις εθνικές παραδόσεις, ώστε να μην αφομοιωθούν από τις χώρες που αυτά φιλοξενούνται. Αυτό επιπρόσθετα είχε σχέση με την προσωρινότητα της διαμονής, εφ’ όσον γρήγορα θα γινόταν η ένοπλη και θριαμβευτική επιστροφή. Στους γενικότερους στόχους της εκπαίδευσης είναι η σοσιαλιστική διαπαιδαγώγηση και συγκεκριμένα ότι «τα σχολικά βιβλία αποτελούν μέσον άμεσης πολιτικής καθοδήγησης των παιδιών, γι αυτό σ’ αυτά πρέπει να γίνεται μνεία των δύο αντικρουόμενων πολιτικών συστημάτων, του καπιταλισμού και του σοσιαλισμού» [130. Μαρία Μποτίλα, ό.π., σελ. 61] και ακόμα, ότι τα βιβλία πρέπει να ανταποκρίνονται στις πολιτικές αποφάσεις [131. Μαρία Μποτίλα, ό.π., σελ. 52].
Το ΚΚΕ είχε υπ’ όψιν του τις αυτονομιστικές τάσεις των σλαβομακεδόνων, που είχαν δημιουργήσει διάφορες τριβές στη συνεργασία μαζί τους από την περίοδο του ΕΑΜ. Υπήρχαν σχολεία ελληνόφωνα ή σλαβόφωνα αν και μικρή μερίδα μιλούσαν την ποντιακή ή βλάχικη διάλεκτο.
Μετά τη διένεξη Στάλιν-Τίτο τα πράγματα αλλάζουν. Φτάσαμε στο σημείο να καταγγέλλεται η Τιτοϊκή γλώσσα. Πρόκειται για την γλωσσική μεταρρύθμιση [132. Γεώργιος Χρηστίδης, ό.π., σελ. 77-78, όπου εξηγεί τους λόγους κατασκευής της νέας γλώσσας και ιστορίας στην μεταπολεμική Δημοκρατία της Μακεδονίας], που έγινε στη χώρα αυτή μετά την κομμουνιστική επικράτηση. Είναι σαν την ελληνική περίπτωση δημοτικής-καθαρεύουσας. Έτσι όπως είδαμε παραπάνω με τις απολύσεις των εκπαιδευτικών, αρχίζει να περιορίζεται η διδαχή των ελληνικών στην Γιουγκοσλαβία και να επιβάλλεται υποχρεωτικά η διδαχή στα ελληνόπουλα της σλαβομακεδονικής γλώσσας. Αντίστοιχα να περιορίζεται η διδαχή της σλαβομακεδονικής γλώσσας στις άλλες χώρες ευθύνης της ΕΒΟΠ ή να διδάσκεται η παλαιά (ας πούμε καθαρεύουσα) γλώσσα. Σε σχετική με την εκπαίδευση απόφαση της 3ης συνδιάσκεψης του ΚΚΕ (Οκτώβριος 1950) αναφέρεται, ότι «έχουμε σοβινιστικές μεγαλοελλαδίτικες εκδηλώσεις μερικών δασκάλων που θέλουν να περιορίσουν την εκμάθηση της σλαβομακεδονικής γλώσσας και σοβινιστικές εκδηλώσεις Τιτικών πρακτόρων, που πάνε να χωρίσουν τα σλαβομακεδονόπουλα απ’ τα ελληνόπουλα και να καλλιεργήσουν σ’ αυτά το μίσος ενάντια στον ελληνικό λαό» [133. ΚΚΕ, Το ΚΚΕ. Επίσημα κείμενα, σελ. 81, 7ος τόμος]. Κατά τα άλλα σε όλες αυτές τις χώρες εφαρμόζεται κυριολεκτικά η λεγόμενη «σοσιαλιστική διαπαιδαγώγηση», που σημαίνει εκπαίδευση προσαρμοσμένη στις ιδεολογικές και πολιτικές κατευθύνσεις των καθεστώτων.
Οι φραστικές υπερβολές μεταξύ ΚΚΕ και Ελληνικής κυβέρνησης καταρρίπτονται σήμερα που ήρθαν στο φως τα αρχεία ή μέρος των αρχείων των αντιμαχομένων. Φυσικά τα εκπαιδευτικά προγράμματα, όπως πάντα, ήταν προσαρμοσμένα στις ιδεολογικές και πολιτικές αναγκαιότητες κάθε χώρας. Δύο αποσπάσματα που δίνουν η Άννα Ματθαίου- Πόπη Πολέμη α) που αναφέρεται στην επικρατούσα άποψη του ΚΚΕ «… η γλωσσική διδασκαλία είναι το κύριο μέσο για την ηθική και κοινωνική διαπαιδαγώγηση, ενώ για τη μορφωτική και παιδαγωγική σημασία των λογοτεχνικών κειμένων θυμίζει την παρομοίωση των λογοτεχνών (από τον Στάλιν) “με μηχανές ανθρωπίνων ψυχών” [134. Άννα Ματθαίου-Πόπη Πολέμη, Ο ιδεότυπος του νέου κομμουνιστή... ό.π., σελ. 156]. Και β) Η επικρατούσα περίπου άποψη του ΚΚΕ όταν αναφέρεται στους αντιπάλους είναι, ότι «… με την αγωγή που προσπαθούν να δώσουν στη νεολαία μας οι λακέδες της Αμερικανοκρατίας… ξετρύπωσαν έργα του παρελθόντος, που δίνει μια πραγματικότητα ξένη από τη σημερινή, παραπλανούν το παιδί… με έργα που συνδυάζονται πάντα με τη φιλεύσπλαχνη στάση μεγαλοκυράδων…» [135. Άννα Ματθαίου-Πόπη Πολέμη, Η εκδοτική περιπέτεια..., σελ.74, 75].
Οι παραπάνω συγγραφείς καταλήγουν το άρθρο τους απευθυνόμενοι στα συνομήλικα παιδιά που γαλουχήθηκαν στην Ελλάδα, με τα αναγνωστικά πού ήδη ανέλυσε από το 1978 η Άννα Φραγκουδάκη [136. Άννα Φραγκουδάκη, Τα αναγνωστικά του δημοτικού σχολείου. Ιδεολογικός καταναγκασμός και παιδαγωγική βία, Αθήνα 1978]. Η Φραγκουδάκη συνοψίζει τις αλλαγές που έγιναν το 1953, ως εξής [137. Άννα Φραγκουδάκη, Εθνικισμός στα σχολικά βιβλία. Αίτια, περιεχόμενο και σκοπός των αναγνωστικών, κατά τη μετεμφυλιακή περίοδο, εφημερίδα «Καθημερινή 7 ημέρες», 7/9/1999]:
Σε προκήρυξη διαγωνισμού στις 23/6/53 προκηρύσσεται διαγωνισμός για τα αναγνωστικά:
Στις προϋποθέσεις αναφέρονται
ότι πρέπει να αποσκοπούν στην «εθνικήν,
θρησκευτικήν, οικογενειακήν και ηθικήν
μόρφωσιν…» Το κείμενο, (όπως το σχολιάζει),
για την οικογένεια αναλύεται, ότι πρέπει
να είναι «εθνικού περιεχομένου», «όμως
γνησίως» ελληνικού -σύμφωνα όχι απλώς
με τις ελληνικές, αλλά με τις «αγνές»
ελληνικές παραδόσεις. Τέλος η οικογένεια
όχι μόνο δεν μπορεί αλλά δεν είναι
«άξιον» να «υπάρχει», χωρίς την πίστη
στην εθνική οικογένεια. Και συνεχίζοντας
εξηγεί, ότι ο αδιανόητος πλεονασμός της
έννοιας «εθνικός» φτάνει στα όρια του
γελοίου. Τα βιβλία που προέκυψαν περιέχουν
θαύματα αγίων, που εμφανίζονται σαν
πραγματικά γεγονότα, που παρουσιάζουν
τον πόλεμο σαν μια ωραία και χαρούμενη
περιπέτεια, άλλα που περιγράφουν τα
«πρόβατα» που ακολουθούν τυφλά «το
βοσκό τους», σαν λαμπρό παράδειγμα
«κοινωνικής συνείδησης», άλλα που
ταυτίζουν το έθνος με την οικογένεια
(άρα υποτιμούν τους πολίτες σαν «παιδιά»),
τέλος διανθίζονται εδώ κι εκεί με
ρατσιστικές, για άλλους λαούς, πινελιές.
Το πιο ενδιαφέρον, συνεχίζει, ότι αυτά
τα βιβλία θα ισχύσουν με παραλλαγές για
πάνω από είκοσι χρόνια.
Και να σημειώσουμε, ότι αυτά τα βιβλία ήρθαν να αντικαταστήσουν αυτά που είχαν θεσπιστεί από το 1937, επί δικτατορίας Μεταξά. Σαράντα χρόνια, σα να μην άλλαξε τίποτα και τα παιδιά γαλουχήθηκαν με τις ίδιες αξίες του δυτικού κόσμου. Τουλάχιστον στον ανατολικό κόσμο, που η παιδεία ήταν προσαρμοσμένη στις πολιτικές κατευθύνσεις, έγιναν περισσότερες αλλαγές γιατί «ευτυχώς», οι πολιτικές ανάγκες άλλαζαν τακτικά.
Τις παραπάνω εκτιμήσεις επικροτεί ο Ν. Αλιβιζάτος που γράφει, ότι η εποχή χαρακτηρίζεται από την επικράτηση της αρχής ότι η σωτηρία της πατρίδας είναι υπεράνω του νόμου και ότι η οριοθέτηση κρίσιμων όρων (εθνική συνείδηση, ελληνοχριστιανικός πολιτισμός κ.λπ.) γινόταν έρμαιο αυθαίρετων ερμηνειών και έδινε συγκεκριμένες κατευθύνσεις και αποκλεισμούς στο εκπαιδευτικό σύστημα [138. Νίκος Αλιβιζάτος, ό.π., σελ. 528 και μετά].
Είναι παραστατικές οι περιγραφές στα αυτοβιογραφικά μυθιστορήματα του Γιάννη Ατζακά [139. Γιάννης Ατζακάς Διπλωμένα φτερά και Θολός Βυθός εκδ. «Άγρα», 2007 και 2009], που έζησε στις ελληνικές παιδουπόλεις. Πρόκειται για εκπαίδευση, που επιπρόσθετα γινόταν σε ένα στρατοπεδικό περιβάλλον, με την εξύμνηση των Ελληνοχριστιανικών ιδεωδών και της μητέρας όλων των παιδιών, Φρειδερίκης. Ένα παραστατικό απόσπασμα από μεταγενέστερη περιήγηση της μνήμης:
«Μιλούσαν για κάτι που έγινε πριν πέντε
χρόνια… εμένα από όλα περισσότερη
εντύπωση μου έκανε, που κάποιοι δεν
είχαν μαχαίρια και έσφαζαν με τα
κονσερβοκούτια τους άλλους» [140.
Γιάννης Ατζακάς, Θολός βυθός, εκδ. «Αγρα»,
2009, σελ. 52].
Επίσης η Τασούλα Βερβενιώτη [141.
Τασούλα Βερβενιώτη, Καλλιόπη Μουστάκα...,
ό.π., σελ.194],
αναφέρεται σε ένα θρησκοληπτικό
περιβάλλον, όπου τα παιδιά προσεύχονταν
5-9 φορές την ημέρα.
Και η διαπαιδαγώγηση από την ανάποδη με τις αξίες της στρατηγικής των χωρών του ανατολικού μπλοκ, με τα αντίστοιχα ιδεολογήματα όπως τα έχει καταγράψει και αναδείξει η μελέτη της Μ. Μποντίλα [142. Μαρία Μποντίλα, ό.π., σελ. 21]:
«Οι στόχοι της ελληνόφωνης εκπαίδευσης
των πολιτικών προσφύγων είναι ρητά
δηλωμένοι… και συνοψίζονται στη φράση:
σοσιαλιστική και πατριωτική διαπαιδαγώγηση».
Σ’ αυτό το κλίμα εντάσσεται το γεγονός,
ότι μετά την αποκαθήλωση του Στάλιν
αποσύρθηκαν από την κυκλοφορία ως
ακατάλληλα ελληνόγλωσσα βιβλία [143.
Α. Ματθαίου- Π. Πολέμη, Η εκδοτική
περιπέτεια..., ό.π., σελ. 98-99]
που κυκλοφορούσαν στις ανατολικές
χώρες, θεωρητικού, λογοτεχνικού
περιεχομένου ακόμα και βιβλία παιδαγωγικής
ακόμα και σχολικά (!).
Από τη μεριά της λογοτεχνίας τα λέει όλα η στάση του Μανώλη Αναγνωστάκη που είχε δηλώσει, ότι «στο αλλοιωμένο τοπίο της εποχής μας δεν θα ξαναγράψω. Το έργο μου το ολοκλήρωσα. Επιλέγω τη σιωπή», αν και δεν μπόρεσε αργότερα να αντισταθεί στη σιωπή. Στον αντίποδα της τότε συνειδησιακής επανεκδίδουν τα έργα τους αυτολογοκρινόμενοι.
Ο Κώστας Τσουκαλάς για τα μετεμφυλιακά χρόνια γράφει ότι «..ο ιδεολογικός ζουρλομανδύας λειτούργησε και στις δύο πλευρές …εάν ο αντικομμουνισμός ως πολιτική προοπτική ήταν κοινός συντελεστής όλου του “ελεύθερου κόσμου”, στην Ελλάδα διαπότισε κάθε στοιχείο της κοινωνικής και πολιτιστικής ζωής» [144. Κώστας Τσουκαλάς, Η Ελληνική τραγωδία, εκδ. «Νέα Σύνορα», 1981, σελ.103]. Γενικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι η περίοδος που ακολούθησε το 1950 ήταν περίοδος συντηρητισμού και αρνητικού κλίματος για τη διανόηση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, που αναφέρεται από τον Γ. Θεοτοκά, όπου το 1951, ο Σπύρος Μελάς ως εκπρόσωπος της Ελλάδας στη Στοκχόλμη έκανε το παν, για να συκοφαντήσει την υποψηφιότητα του Α. Σικελιανού και του Ν. Καζαντζάκη για το βραβείο Νομπέλ [145. Γιώργος Χουλιαράς. Πολιτισμός και πολιτική-Εμφύλιος πόλεμος και “πολιτιστική ανασυγκρότηση στην Ελλάδα στο Η Ελλάδα” ‘36-’46 Από τη Δικτατορία στον Εμφύλιο. Τομές και συνέχειες επιμ. Χάγκεν Φλάισερ, εκδ. <<Καστανιώτη»7003 (5η έκδοση), σελ.435].
Το μυθιστόρημα του Καζαντζάκη «Αδελφοφάδες», που αναφέρεται στις δραματικές καταστάσεις του εμφυλίου, που παρέμεινε ημιτελές από το 1949, δημοσιεύθηκε το 1963, αρκετά μετά το θάνατό του [146. Μαρία Νικολοπούλου. Ο Τριακονταετής πόλεμος:
Η πεζογραφία με θέμα τον εμφύλιο
και η διαχείριση της μνήμης στο πεδίο
της αφήγησης (1946-1974) στο Η εποχή της
σύγχυσης. Η δεκαετία του ’40 και η
ιστοριογραφία, επιμ. Γ. Αντωνίου-Ν.
Μαραντζίδης, εκδ, «Εστία». 2008].
Επίσης στο ίδιο κλίμα βρίσκεται η απόλυση
της Μέλπως Αξιώτη από την Αγροτική
Τράπεζα, μετά την έκδοση του βιβλίου
της «Απάντηση σε 5 ερωτήματα» [147.
Άννα Ματθαίου-Πόπη Πολέμη. Διαδρομές
της Μέλπως Αξιώτη 1947-1955, εκδ. «Θεμέλιο»
1999].
Η ηγεσία του ΚΚΕ επιζητούσε την ανάπτυξη της βιβλιοπαραγωγής και μέσω αυτής την ενίσχυση της ιδεολογικής του θέσης στον κόσμο των προσφύγων, αλλά και ευρύτερα, εφόσον κάποια βιβλία μεταφράστηκαν σε άλλες γλώσσες. Να επισημάνουμε ότι για τους εξόριστους στις ανατολικές χώρες, το κόμμα είναι ο μοναδικός εκδότης βιβλίων και συνεπώς απαιτεί την ευθυγράμμιση των έργων που εκδίδονται με τις πολιτικές του επιλογές. Και όταν οι επιλογές αυτές αλλάζουν, τότε νομιμοποιείται ακόμα να αποσύρει από την κυκλοφορία βιβλία. Η Φούλα Χατζηδάκη, από τις πιο αρμόδιες φωνές του κομματικού εκδοτικού μηχανισμού του ΚΚΕ, το 1953 λέει, ότι το κόμμα «δε ζητάει από το συγγραφέα προκήρυξη, ζητάει τη γραμμή την κομματική, τη μαρξιστική ιδεολογία σα φακό του συγγραφέα, που με τέχνη δίνει ζωντανούς ανθρώπους και γι’ αυτό αντιπροσωπευτικούς της τάξης και της κοινωνίας όπου ζουν και που θέλει ο συγγραφέας» [148. Άννα Ματθαίου -Πόπη Πολέμη, Διαδρομές... ό.π., σελ. 64]. Η ομογάλακτή της Έλλη Αλεξίου την ίδια εποχή στο ίδιο κλίμα γράφει, ότι «ο κομμουνιστής συγγραφέας που θέλει να δώσει δημιουργικό έργο έχει όλο το δικαίωμα και το καθήκον- να ξεσκεπάζει το βούρκο του παλιού κόσμου, να δείχνει τη διάλυση και την κατάπτωση της τάξης που έζησε πια τη ζωή της και υπάρχει ακόμα σαν ζωντανόνεκρος οργανισμός. Να προκαλεί την αηδία για το παλιό καθεστώς» [149. Άννα Ματθαίου-Πόπη Πολέμη. Διαδρομές..., σελ. ό.π., 133-134].
Για τις δύσκολες συνθήκες εργασίας της συγγραφής, μια από τις λαμπρές εκπροσώπους, η Μέλπω Αξιώτη, γράφει:
«Χρέος μου
επιτακτικό ήταν να ξαναρχίσω να γράψω
λογοτεχνικό βιβλίο -αρκετή είχα
καθυστέρηση. Κάθισα και τόγραψα. Μέσα
σε κάθε άλλο παρά ευνοϊκές συνθήκες.
Μόνο μ’ ένα ραδιόφωνο. Εγώ και το
ραδιόφωνο μέσα σ’ ένα δωμάτιο. Έντυπο
από την Ελλάδα:
μηδέν. Τη γλώσσα του
τόπου δεν την ήξερα, και με τις χώρες
που ήξερα τη γλώσσα τους- γαλλικά κι
εγγλέζικα- η Ανατολική Γερμανία δεν
είχε εμπορικές σχέσεις, και δεν ερχόταν
τίποτα» [150.
Άννα Ματθαίου-Πόπη Πολέμη. Διαδρομές...,
ό.π., σελ. 122-123].
Επί πλέον «η απόσταση από την Ελλάδα,
την ελληνική πραγματικότητα, στην οποία
όφειλε να αναφέρεται μια λογοτεχνία
στρατευμένη, και, αφετέρου, η απόσταση
από την ελληνική γλώσσα, την πρώτη ύλη
του δημιουργού, θέτουν προβλήματα
δυσεπίλυτα. Λείπουν τα βιβλία, λείπει
ο ζωντανός διάλογος, λείπει το βίωμα,
εκείνη η “οργανική ενότητα” με το λαό…»
[151.
Άννα Ματθαίου -Πόπη Πολέμη, Διαδρομές..
,σελ. ό.π σελ. 253].
Το 1961 η Έλλη Αλεξίου σε έναν απολογισμό της γράφει:
«Γιατί εμείς βρεθήκαμε στις
λαϊκές δημοκρατίες, σα να πέσαμε από
τον ουρανό. Σε έναν κόσμο που μη έχοντας
καμιά σχέση με τη λογοτεχνία μας… κι
όλα γίνονταν σ’ ό,τι αφορά τις εκδόσεις
πολύ βασανιστικά. Πολύ εξευτελιστικά…
κι άρχιζαν τα “διόρθωσε”, “αφαίρεσε”,
“ξανάγραψε”… κι από ανθρώπους ανίδεους
[152.
Άννα Ματθαίου -Πόπη Πολέμη, Διαδρομές... σελ.
ό.π., σελ. 267].
Χαρακτηριστικό παράδειγμα το βιβλίο
της Μ. Αξιώτη, «Σύντροφοι Καλημέρα», που
προκειμένου να φτάσει στο τυπογραφείο,
μετά από αλλεπάλληλες κριτικές,
υποχρεώνεται η συγγραφέας να διορθώσει
περισσότερα από 30 «εμπράγματα» και
«πολιτικά» σφάλματα» [153.
Άννα Ματθαίου -Πόπη Πολέμη, Διαδρομές...σελ.
ό.π., σελ. 68 και μετά].
Είναι ευνόητο ότι κάτω από αυτές τις γραφειοκρατικές συνθήκες, υπό τη στενή εποπτεία του κομματικού μηχανισμού, η βιβλιοπαραγωγή γινόταν μια χρονοβόρα διαδικασία μέσα σε ασφυκτικό κλοιό, όπου η κριτική πλανιόταν παντού. Επίσης πρέπει να συνυπολογισθεί το γεγονός, ότι ήταν περιορισμένες οι διαθεσιμότητες ανθρώπινου δυναμικού (τεχνικοί, διορθωτές κλπ.), ικανού να υπηρετήσει εκδοτικές προσπάθειες, ιδίως τα πρώτα χρόνια. Γι αυτό και είναι λίγα τα βιβλία που εκδόθηκαν στο εξωτερικό. Η λέξη λογοκρισία δεν ακούγεται πουθενά και ποτέ. Άλλωστε ήταν περιττό σε τέτοιο οργουελικό κλίμα να ασχολείται κανένας με εννοιολογήσεις. Διαμορφώθηκαν έτσι οι όροι, ώστε μια βαριά αόρατη σκιά να επιβάλλει καταναγκασμό αυτολογοκρισίας, χωρίς και πάλι να ομολογείται. Παρ’ όλα αυτά, η διάθεση συγγραφής υπήρχε. Καταλήγοντας, συμπεραίνουμε, ότι συναντώνται οι εφαρμοζόμενες τακτικές των ηγεσιών, τόσο της Αθήνας όσο και του ΚΚΕ στην ανατολική Ευρώπη, με τελικό αποτέλεσμα την ενοχοποίηση του βιβλίου.
Δεν είναι δύσκολη υπόθεση η κατανόηση, ότι παρόμοιους κορσέδες είχαν φορέσει στα υπόλοιπα έντυπα (εφημερίδες και περιοδικά). Η μονοπώληση της ραδιοφωνικής ενημέρωσης και ψυχαγωγίας είναι προνόμιο και των δυο αντίστοιχων καθεστώτων. Επιπλέον η Ελλάδα είναι η μοναδική δημοκρατική χώρα, που οι ένοπλες δυνάμεις έχουν την ευθύνη μέσων ακόμα και τηλεοπτικών μέχρι το 1974.
Ο κινηματογράφος, αμέσως μετά τη λήξη του πολέμου, μετατρέπεται επιταχυνόμενα σε λαϊκό θέαμα, όπως αργότερα συμβαίνει με την τηλεόραση. Αναφέρεται [154. Γιώργος Χουλιάρας, ό.π., σελ. 434], ότι την περίοδο 1947-1948 και 1948-1949 ο αριθμός των εισιτηρίων στις κινηματογραφικές αίθουσες της Αττικής υπερτριπλασιάστηκε σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Λόγω αυτής της αυξανόμενης προσέλευσης η προληπτική λογοκρισία λειτούργησε σχεδόν μέχρι το 1974, με τις σχετικές διακυμάνσεις, ανάλογες των πολιτικών συσχετισμών και εντάσεων. Ήταν ένα από τα μεγάλα θύματα της εποχής. Το προϊόν που παράγει είναι αποτέλεσμα συλλογικών προσπαθειών, επένδυσης σημαντικών κεφαλαίων και κάθε λάθος επιλογής θέματος μπορεί να επιφέρει την καλλιτεχνική εξαφάνιση και δημιουργών και την οικονομική καταστροφή των επενδυτών. Ακόμα και η έμμεση αναφορά σε «επικίνδυνα» θέματα, όπως ο εμφύλιος (από την οπτική των ηττημένων) ήταν παρακινδυνευμένη. Το σενάριο, για να είναι συμβατό με την λογοκρισία, πρέπει να εξυπηρετεί το στόχο της εξουσίας, που είναι η απαξία του αντιπάλου και η ανάδειξη των ιδεολογικών παραμέτρων των νικητών. Γι’ αυτό η σιωπή των αντικειμενικών κινηματογραφικών συντελεστών ή των προσκείμενων φιλικά με την πλευρά των ηττημένων καλλιτεχνών υπήρξε η μονοδιάστατη επιλογή της επιβίωσης. Κάθε σκέψη για παραπάνω ήταν περιττή. Μοναδική εξαίρεση υπήρξε η ταινία «Παράνομοι» [155. Λάμπρος Φλιτούρης. Ο εμφύλιος στο “σελιλόιντ” στο Μνήμες και λήθη του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου, επιμ. Ρ. Μπούσχοτεν, Τ. Βερβενιώτη, Ε. Βουτυρά, Β. Δαλβακούρης, Κ Μπάδα, εκδ. «Επίκεντρο ΑΕ», 2008, σελ.391] (1958) του Νίκου Κούνδουρου που το ψαλίδι της λογοκρισίας την μετέτρεψε σε περιπέτεια.
Η ταινία «Μπλόκο» [156. Τάσσος Κωστόπουλος. Η αυτολογοκριμένη μνήμη. Τα τάγματα ασφαλείας και η μεταπολεμική εθνικοφροσύνη, εκδ. «Φιλίστωρ», 2005, σελ.88], του 1965, εποχή που κυβερνούσε η Ένωση Κέντρου, του Άδωνη Κύρου προβλήθηκε κατακρεουργημένη, παρά το γεγονός ότι η ταινία αναφέρεται στην κατοχική περίοδο, όπου κυριαρχούσε η ομοψυχία κατά των κατακτητών και όχι στην εμφυλιακή περίοδο για την οποία δεν γίνεται αναφορά.
Οι δημιουργοί πολλές φορές έμμεσα και υπαινικτικά προσπαθούν να προβάλουν τη ζωή της «προσφυγικής γειτονιάς, τη φτώχεια, την υποβάθμιση, την ανεργία, την οικιστική απομόνωση (παραγκουπόλεις), την αδυναμία προσωπικής ανέλιξης» [157. Αγγελική Μυλωνάκη. Το "δημόσιο βλέμμα” στον ελληνικό κινηματογράφο, περιοδικό «Τα Ιστορικά», τεύχος 45 Δεκέμβριος 2006, σελ. 431 και μετά], τις πολιτικές διακρίσεις.
Σε μικρότερη έκταση το ίδιο ισχύει για το θέατρο, λόγω της μικρότερης απήχησης που έχει στο κοινό ως θέαμα, αλλά και των λιτότερων τεχνικών και οικονομικών μέσων για την δημιουργία και προβολή ενός έργου. Εδώ η «πονηριά» των θεατρικών συντελεστών επειδή δεν διακινδύνευε ρεπερτόρια της εποχής, που μπορούσαν να θεωρηθούν επιλήψιμα, κατέφευγε συχνά στο ανέβασμα αρχαίων τραγωδιών και κωμωδιών. Ήταν έργα και συγγραφείς που δεν θα μπορούσαν να κατηγορηθούν ότι εντάσσονται στην κομμουνιστική προπαγάνδα. Οι μεταφράσεις αυτών και οι λοιποί συντελεστές των έργων ήταν προσαρμοσμένες στη δίψα του κοινού για να εκφραστεί και εκτονωθεί. Το μικρότερο αλλά πιο απαιτητικό κοινό των θεατρικών παραστάσεων ήθελε έστω μια μικρή χαραμάδα ελπίδας για να εκδηλώσει ελευθεριακά αισθήματα ή ακόμα και να εκραγεί. Έτσι στο άκουσμα κάποιων «μη ύποπτων» για σήμερα λέξεων, όπως δημοκρατία, ελευθερία, ηθικοί κανόνες, ανεξαρτησία κλπ., με τη συνοδεία σκηνοθετικής, μουσικής κινητικής έκφρασης και φωτισμού, δημιουργείτο το κατάλληλο κλίμα για να ξεσηκώνονται οι θεατές.
Την ίδια περίπου εποχή με την περιπέτεια της ταινίας του Κούνδουρου δεν είναι παράδοξο που απαγορεύτηκε η παράσταση του έργου του Αριστοφάνη «Όρνιθες» σε σκηνοθεσία του Κάρολου Κουν, που διέσυρε διεθνώς τη χώρα. Ευτυχώς από αυτό το έργο διασώθηκε η μουσική του, του Μάνου Χατζιδάκι, τεκμήριο του κλίματος. Του κλίματος της εποχής που δεν θεωρούσε ύποπτους μόνο τους ανθρώπους, αλλά και καταξιωμένες έννοιες του 4ου και 5ου π.χ. αιώνα. Ακόμα και το Αρχαιολογικό Μουσείο μετατράπηκε σε φυλακή [158. Δημήτρης Σέρβος, ό.π., σελ. 128].
ΠΑΙΔΟΜΑΖΩΜΑΤΑ
– ΜΕΡΟΣ 15ο
Προτελευταίο
μέρος από τα “Παιδομαζώματα”. Κρίσιμο.
Ίσως από τα κρισιμότερα. Μιλά για το
ρόλο της εκκλησίας και του εναγκαλισμού
της με την κυρίαρχη τάξη. Στόχος, ο
επηρεασμός των πιστών σε βάρος των
αριστερών. Και μάλιστα, από του άμβωνος
της εκκλησίας, στο καταληκτικό κήρυγμα
της λειτουργίας. Προεξάρχοντες του
“κινήματος” η βασιλική οικογένεια και
οι κυρίες του “καλού κόσμου”. Φυσικά,
δεν εκπλαγήκαμε!
Για
τον Παληοτάκη
Η ομάδα του blog των Λαμπράκηδων
Η ομάδα του blog των Λαμπράκηδων
15
ΕΚΚΛΗΣΙΑ: ΤΟ ΑΛΛΟ ΣΙΑΜΑΙΟ
Η
εκκλησία είχε κάθε λόγο να είναι με τους
κρατούντες. Η σύμπραξη της πολιτικής
με την εκκλησιαστική εξουσία
έχει
ακόμα και σήμερα τις ρίζες της. Προέρχεται
από την ταύτιση της εκκλησίας με το
έθνος. Πολύ περισσότερο που η απειλή
ερχόταν από τους άθεους κομμουνιστές
και γενικά διακυβευόταν η αλλαγή του
κοινωνικού σκηνικού και η ισορροπία
σχέσεων των δύο εξουσιών.
Κατά τη διάρκεια της κατοχής ο αρχιεπίσκοπος αλλά και οι περισσότεροι ιερείς είχαν σταθεί κοντά στο λαό με διάφορες πρωτοβουλίες. Πολλοί ιερείς, ακόμα και μητροπολίτες είχαν συμμετοχή στον αγώνα ενάντια στους κατακτητές. Το αυξημένο κύρος των ιεραρχών έκανε πιο εύκολο το έργο της εκκλησιαστικής εξουσίας, να σταθεί πειστικά πλάι στην κλυδωνιζόμενη κυβέρνηση και αποτέλεσε μια πειστική κοινωνική εφεδρεία της κυβερνητικής παράταξης.
Μετά την απελευθέρωση, ο προερχόμενος από τις τάξεις του κόμματος των Φιλελευθέρων αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός, οπλισμένος με αυτό το κύρος, διετέλεσε αντιβασιλέας από τις 30 Δεκεμβρίου 1944 μέχρι τις 29 Σεπτεμβρίου 1946, οπότε επέστρεψε στην Ελλάδα ο βασιλιάς. Επίσης χρίστηκε ολιγοήμερος πρωθυπουργός τον Σεπτέμβριο του 1947, ως εγγυητική εφεδρεία, σε κρίσιμες ημέρες για την πολιτική εξουσία. Συνεπώς, η αυξημένη αξιοπιστία του αντικατοπτριζόταν σε όλη την εκκλησιαστική κλίμακα, αυξάνοντας ακόμα περισσότερο τα δεδομένα θρησκευτικά αισθήματα.
Όπως σε ολόκληρη την κρατική δομή έτσι και εδώ έγιναν οι σχετικά λίγες αναγκαίες εκκαθαρίσεις. Υπήρξαν όμως και άλλες χαρακτηριστικές από τους «επικίνδυνους» ιερείς:
Όπως αναφέρει ο Νίκος Θεοτοκάς
[159.
Νίκος Θεοτοκάς, στο περιοδικό «Αρχειοτάξιο»,
τεύχος 4, Μάιος, 2002, σελ.173-182],
στα τέλη του 1946 η Ιερά Σύνοδος καθαίρεσε
τον φωτισμένο Μητροπολίτη Χίου Ιωακείμ
Στρουμπή, που συμμετείχε στην αντίσταση
μαζί με σημαντικό αριθμό ανωτέρων και
κατωτέρων κληρικών. Πολλοί απ’ αυτούς
δοκίμασαν τις γνωστές διώξεις, που
ακολούθησαν τα επόμενα χρόνια. Ο ίδιος
αναφέρει την χαρακτηριστική περίπτωση
του παπά Ν. Ξενάκη, που το 1948 εκτελέστηκε
ως «συμμορίτης». Αξίζει να αναφερθούμε
στην περίπτωση του «κόκκινου μητροπολίτη»
Κοζάνης Ιωακείμ [160.
Χάγκεν Φλάισερ, Στενή η πύλη του "Ελεύθερου
Κόσμου". Περιορισμοί στην ελεύθερη
διακίνηση προς και από την εμφυλιοπολεμική
Ελλάδα, στο Ο Εμφύλιος πόλεμος. Από τη
Βάρκιζα στο Γράμμο Φεβρουάριος
1945-Αύγουστος 1949, επιμ. Η. Νικολακόπουλος,
Α. Ρήγος, Γ. Ψαλίδας, εκδ. «Θεμέλιο», 2002,
σελ. 281],
που με παρέμβαση του τύπου αλλά και του
Οικουμενικού Πατριάρχη, (δεν) του
αφαιρέθηκε το δικαίωμα επίσκεψης στις
ΗΠΑ, τον Νοέμβριο του 1946, με το αιτιολογικό,
ότι η επίσκεψή του θα είχε προπαγανδιστικό
χαρακτήρα. Τον επόμενο χρόνο ο Ιωακείμ
και ο μητροπολίτης Ηλείας Αντώνιος θα
καθαιρεθούν. Η προπαγάνδα, αφού διαπέρασε
και τα τείχη της εκκλησίας, όπως
ομολογείται, είχε πάρει μεγάλες διαστάσεις
και πέραν των ελληνικών συνόρων και
είχε αγκαλιάσει πολλές κοινωνικές
κατηγορίες.
Η εκκλησία λόγω του κύρους αυτού, αλλά και της δεδομένης αφοσίωσης των πιστών, ήταν ένα σημαντικό ασφαλές και απόρθητο κάστρο πειστικής προπαγάνδας. Η εκκαθαρισθείσα πλέον εκκλησία, ως θεσμός άνοιξε διάπλατα τις πύλες της στις βουλές της εξουσίας. Στην εφημερίδα Ελευθερία της 9/7/1948 διαβάζουμε ότι «Η ιεραρχία κατά την σημερινήν της πιθανόν συνεδρίασιν θα καταρτίση και τον χαιρετισμόν προς τον μαχόμενον στρατόν, θα συζητήση δε και την περίπτωσιν μεταβάσεως εις το μέτωπον επιτροπής μητροπολιτών, ήτις θα μεταδώση την ευλογίαν της Εκκλησίας διά τον νικηφόρον τερματισμόν του αγώνος…». Τα αντικομμουνιστικά κηρύγματα κατά τη λειτουργία της Κυριακής ήταν ο κανόνας των ναών του Θεού.
Πέρα από την ηγεσία οι απληροφόρητοι ιερείς της γειτονιάς ή του χωριού, πολύ περισσότερο όταν προέκυψε η προπαγάνδα για τα αρπαγμένα παιδιά, έγιναν διαπρύσιοι κήρυκες. Ήταν θέμα που συγκινούσε, και δίκαια, όλο τον κόσμο, που λόγω των κατοχικών δεινών είχε αυξημένα αποθέματα αισθημάτων απέναντι σε ακραίες δραματικές καταστάσεις. Όταν ήταν γνωστό ότι στις τοπικές επιτροπές του «Εράνου» συμμετείχε ο επικεφαλής του τοπικού κλήρου και επίλεκτοι συμπολίτες, όπως ο δάσκαλος, ο γιατρός της περιοχής κ.λπ., όταν στις παιδουπόλεις επικεφαλής ήταν ο μητροπολίτης της περιοχής, όταν την κεντρική επιτροπή «Εράνου» την απαρτίζουν περί τις εβδομήντα φιλάνθρωπες κυρίες, ο ανθός της κοσμικής κίνησης, πώς να μη θαμπωθεί ο ανυποψίαστος απλός πολίτης ή λαϊκός ιερέας;
Η βασίλισσα είναι επικεφαλής της εκστρατείας για τα παιδιά και ο βασιλιάς Παύλος ο υλικός και πνευματικός αιμοδότης. Οι βασιλείς [161. Μαρία Σιγανού, Ιδεολογικές συνιστώσες τον θρησκευτικού λόγου στον εμφύλιο πόλεμο, περιοδικό «Τα Ιστορικά», τεύχος 48, Ιούνιος 2008, σελ.106 και 108] «ως επικεφαλής του “ελληνοχριστιανικού φρονηματισμού”, ιδρύουν μαζί με το περιοδικό “Ζωή” τον σύλλογο “Ελληνικό Φως”, που αναλαμβάνει την “πνευματική καθοδήγηση του αντικομμουνιστικού αγώνα”. Όσο για τη “Ζωή”, κατά τη συγγραφέα, είναι το περιοδικό μέσα απ’ το οποίο φαίνεται «…πώς ορίζονται οι νομιμοποιήσεις, οι αποκλίσεις και οι αποκλεισμοί στη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου… (θα δούμε) τη σταδιακή μετατροπή του κομμουνισμού σε εχθρό του έθνους -προς τα τέλη του πολέμου- σε “απόλυτο κακό”…(θα δούμε) …για τη νομιμοποίηση της Αμερικής, μέσω της αναγωγής της σε χώρα χριστιανική,…»(!). Εκτιμάται ότι μόνο η «Ζωή» εκτός των άλλων είχε δημιουργήσει δίκτυο περίπου χιλίων κατηχητικών σχολείων.
Με πρόταση του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού έγινε αποδεκτό να οριστεί η 29η Δεκεμβρίου 1949, ως ημέρα «εθνικού πένθους» για τα παιδιά που τα άρπαξαν οι συμμορίτες. Μεταξύ 9 και 9.30 το πρωί, εκείνης της μέρας, όλοι οι Έλληνες, σ’ όλη την Ελλάδα, αποφασίστηκε να κλειστούν στα σπίτια τους και να κλείσουν τα παραθυρόφυλλα [162. Ελένη Αναγνωστοπούλου, ό.π. σελ. 21]. Ο πρόεδρος της Βουλής έστειλε ψήφισμα – έκκληση σε όλα τα δυτικά κοινοβούλια, την ορισμένη ώρα σταμάτησε η κυκλοφορία οχημάτων και εναέριων μέσων και όλες οι εφημερίδες εκδόθηκαν υποχρεωτικά με πένθιμο πλαίσιο [163. Γεώργιος Νανούκας ό.π., σελ. 35]. Την ημέρα αυτή η βασίλισσα – που εμφανίστηκε μαυροφορεμένη και περιδεής απηύθυνε μήνυμα από το ραδιόφωνο. Ο αρχιεπίσκοπος Σπυρίδων τονίζει, επίσης από το ραδιόφωνο, ότι (οι κομμουνιστές) «… πλήττουν ό,τι το αθώον, το αβλαβές, το ιερόν, το παιδί, εις το οποίον συναντώνται τα αισθήματα στοργής και αγάπης όλων των ανθρώπων, όλων των λαών της γης» [164. Κώστας Γκριτζώνας, ό.π., σελ. 116 και 19], ενώ παρόμοια ψηφίσματα εκδόθηκαν από την Ακαδημία Αθηνών και σωρεία κάθε είδους σωματείων [165. Γεώργιος Μανούκας, ό.π., σελ. 34 και μετά].
Ο αρχιεπίσκοπος επίσης, σε Χριστουγεννιάτικη εγκύκλιό του, γράφει: «…Ο θηριώδης Ηρώδης ανεβίωσε. Όπως εκείνος ύψωνε εις τας απαισίους χείρας του την αιμοσταγή μαχαίραν, …ούτω και σήμερον σύγχρονοι Ηρώδαι προέβησαν εις παραπλήσιον έγκλημα…» [166. Τασούλα Βερβενιώτη, Παιδομάζωμα ή/και Παιδοφύλαγμα, περιοδικό «Ιστορία», εκδ. «Εκδοτικός Οργανισμός Πάπυρος», τεύχος 503, Μάιος 2010, σελ. 13]. Η εγκύκλιος απευθύνθηκε και είχε ευμενή απήχηση σε όλες τις ορθόδοξες εκκλησίες του κόσμου [167. Γεώργιος Μανούκας, ό.π., σελ. 38], προκαλώντας κινητοποιήσεις και διαμαρτυρίες. Ο αρχιεπίσκοπος νοτίου και βορείου Αμερικής έκανε έκκληση στον Αμερικάνο πρόεδρο, ζητώντας του να χρησιμοποιήσει την επιρροή του στα μέλη του ΟΗΕ για την σωτηρία των παιδιών, και ακολούθησε ο ομόλογός του της Αγγλίας [168. Milan Ristovic, 2008, σελ. 174], ο οποίος κάλεσε τους πιστούς να προσευχηθούν για τα παιδιά της Ελλάδος. Επίσης ο αρχιεπίσκοπος έκανε έκκληση στους 59 αρχηγούς κρατών του ΟΗΕ [169. Κώστας Γκριτζώνας, ό.π., σελ. 118].
Κατά το τέλος της λειτουργίας της Κυριακής στις εκκλησίες οι ιερείς, με υπόδειξη των αρχών, έκαναν δεήσεις και έβγαζαν τους καθορισμένους λόγους για τα παιδιά. Στα καθήκοντά τους ήταν να διαβάζουν επιστολές «μετανοησάντων», που έστελναν από τους τόπους κράτησης (φυλακές, εξορίες κ.λπ.), που είχαν σκοπό τον φρονηματισμό των πιστών και αποτέλεσμα τη δημόσια διαπόμπευση του επιστολογράφου. Συχνά προκαλούσαν την αναμόχλευση τοπικών παθών, τη μεταφορά του εμφυλιακού μετώπου στην εκκλησία και τη γειτονιά [170. Τασούλα Βερβενιώτη, Μακρονήσι:
Μαρτυρία
και Μαρτυρίες Γυναικών, στο Ιστορικό
τοπίο και ιστορική μνήμη. Το παράδειγμα
της Μακρονήσου, εκδ. «Φιλίστωρ», 2000, σελ.
105].
Να σημειώσουμε ότι τις επιστολές πολλές
φορές τις έγραφαν ειδικά επιστρατευμένοι.
Ένας τέτοιος γράφει: «Μου έλεγαν
περιληπτικά την ιστορία τους…ποιος
τον παρέσυρε, σε ποια οργάνωση ήταν
κ.λπ… και πάνω σ’ αυτό το σκελετό, με
πολλές φιοριτούρες και υπερβολές έγραφα
την ομιλία τους» [171.
Κώστας Κορωνιός, Αναμνήσεις από τη
Μακρόνησο, Αθήνα, 2001].
Είναι πράγματα που δεν θα μπορούσε να
συλλάβει η πιο άρρωστη φαντασία, πολύ
περισσότερο ένας ενοριακός ιερέας, πώς
και πόσο μεθοδικά δούλευε μια τόσο
καλοστημένη και καλοκουρδισμένη μηχανή.
Ο
Ζουράρης [172.
Κώστας Ζουράρης, Γελάς ελλάς αποφράς,
εκδ. «Αρμός», 1991», σελ. 26]
συνοψίζει με σκληρή γλώσσα το ρόλο της
εκκλησίας ως εξής:
«Η Ιερά Σύνοδος έγινε
υποκατάστημα του υφυπουργείου Ασφαλείας
και προμηθευτής ευχελαίου της Αυλής.
Οι θεολογικές σχολές ξερνούσαν
εθναμύντορες κομμουνιστοφάγους, που
έχοντας εντελώς ξεχάσει τη νηπτική
παράδοση της καθ’ ημάς Ανατολής,
διαμόρφωναν “αντικειμενικά” κριτήρια
“σωτηρίας”, στιγματίζοντας τους “άθεους
κομμουνιστοσυμμορίτας” και ευλογώντας,
με το αζημίωτο, τους “ένθεους” χίτες,
φασίστες και ταγματασφαλίτες». Εξαιρεί
το Άγιο Όρος, το οποίο κατά τη γνώμη του
στάθηκε ουδέτερο και στο ύψος μιας
συμφιλιωτικής αποστολής.
ΠΑΙΔΟΜΑΖΩΜΑΤΑ
– ΜΕΡΟΣ 16ο
“Συμπεράσματα
από τα Πάθη”. Αυτόν τον τον τίτλο έχει
επιλέξει ο συντάκτης του πονήματος
“Παιδομαζώματα” για το προτελευταίο
κεφάλαιο της έρευνάς του. Φυσικά, μιλάμε
για τα πάθη των παιδιών στο βωμό των
συμφερόντων των αντιμαχόμενων δυνάμεων
και του ψυχρού πολέμου που ακολούθησε.
Το αίτημα του επαναπατρισμού των παιδιών
λειτούργησε συχνά ως η διελκυστίνδα,
που η κίνησή της υπαγορευόταν από τα
κελεύσματα των ισχυρών της εποχής.
Για
τον Παληοτάκη
Η ομάδα του blog των Λαμπράκηδων
Η ομάδα του blog των Λαμπράκηδων
16.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΘΗ
Τελικά
και παιδομαζώματα έγιναν και από τις
δύο πρωταγωνίστριες πλευρές και
παιδοφυλάγματα από περισσότερες χώρες,
όπως δέχονται όλοι οι ερευνητές ιστορικοί
που ασχολήθηκαν. Τα παιδιά χρησιμοποιήθηκαν
από τους πρωταγωνιστές ως ανυποψίαστοι
συμπρωταγωνιστές σε ένα έργο που είχε
επαναληφθεί σε όλους τους προηγούμενους
εμφυλίους πολέμους. Σε κανένα πόλεμο
μεταξύ δύο ή περισσοτέρων κρατών οι
αντίστοιχοι συμπρωταγωνιστές δεν
χρησιμοποιήθηκαν με τόσο πάθος, που
στην περίπτωσή μας ήταν τα τρία μέρη.
Οι εγχώριοι εκπρόσωποι των αντιμαχομένων δεν θα τολμούσαν από μόνοι εγχείρημα αυτού του μεγέθους, αν δεν υπήρχαν οι οικονομικοί αιμοδότες. Ο επικεφαλής της αμερικανικής αποστολής βοήθειας Ντουάιτ Γκρίσγουωλντ δηλώνει απροκάλυπτα, ότι «η Ελλάς θα περιήρχετο εντός μηνός υπό την κομμουνιστικήν εξουσίαν αν αι ΗΠΑ διέκοπταν την στρατιωτικήν και οικονομικήν βοήθειαν προς την χώραν» [173. Πρωτοσέλιδη συνέντευξη στην εφημερίδα «Ακρόπολις», 4/5/48].
Με κίνητρο την κατατρόπωση του αντιπάλου και την επικράτηση έγιναν τα πιόνια στα χέρια των ιμπεριαλιστών ΗΠΑ, της πατρωνίας της Σ. Ένωσης. Η επιζητούμενη απεξάρτηση από τη Σ. Ένωση οδήγησε την Γιουγκοσλαβία σε μερικό απεγκλωβισμό των αρπαγμένων. Το «δει δη χρημάτων» επέδρασε καταλυτικά. Η επιζητούμενη δημιουργία ενός ομοσπονδιακού κράτους με την ενσωμάτωση αμφισβητούμενων περιοχών και την αφομοίωση των διαφόρων και αντιφατικών μειονοτήτων και υπό την ηγεμονία της [174. Περιοχές Μαυροβουνίου Κοσυφοπεδίου κ.λπ. Βλέπε επίσης Γεώργιος Χρηστίδης, σελ. 82 και μετά], έγινε ο βωμός της θυσίας παιδιών των σλαβομακεδόνων. Άλλωστε οι θεωρίες περί αυτοδιάθεσης ήταν για το θεαθήναι.
Οι ΗΠΑ στον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο βρέθηκαν μακριά από το πεδίο των επιχειρήσεων, όχι μόνο λόγω απόστασης, αλλά και στρατηγικής και αποτέλεσαν τον κύριο προμηθευτή των αντιμαχόμενων. Όταν αργότερα μπήκαν στον στίβο του πολέμου είχαν αποκτήσει τεράστια οικονομική δύναμη αυξάνοντας την απόσταση από τις άλλες «συμμαχικές» δυνάμεις, εκτοπίζοντας ακόμα περισσότερο την Μ. Βρετανία.
Στον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο το σκηνικό περίπου επαναλήφθηκε, με αποτέλεσμα την οικονομική εξάντληση της Μ. Βρετανίας και την εξόντωση της Γερμανίας και Ιαπωνίας, που έδιναν στις ΗΠΑ το δικαίωμα να απλώσουν τα πλοκάμια τους στην Ευρώπη και τις άλλες ηπείρους, για να «προστατεύσουν» τον ελεύθερο κόσμο από την απειλή του κομμουνισμού. Έτσι προέκυψε η εμπλοκή των ΗΠΑ στην Ευρώπη, της οποίας ελάχιστο όχι όμως αμελητέο κομμάτι ήταν η Ελλάδα. Ο πόλεμος των επιρροών δημιούργησε την ανάγκη να ισορροπήσουν οι ΗΠΑ μεταξύ Ελλάδας και Γιουγκοσλαβίας, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μια μικρή δίοδος για τη μερική επιστροφή των παιδιών, ανεξάρτητα ακόμα και από την λήξη του εμφυλίου.
Η Σ. Ένωση, μετά την επικράτηση της Οκτωβριανής επανάστασης, θεωρήθηκε η παγκόσμια μεγάλη πατρίδα του κομμουνισμού και των κομμουνιστικών κομμάτων. Έτσι βρέθηκε γόνιμο έδαφος, ώστε να καλλιεργηθεί ο μύθος του παγκόσμιου επαναστατικού κέντρου. Η κατόπιν ολοκληρωτική επικράτηση του λεγόμενου Σταλινικού φαινομένου μεγέθυνε αυτόν το μύθο, πράγμα που σφράγισε την κουλτούρα των κομμουνιστικών κομμάτων. Ο χώρος για να ακουστεί η κριτική φωνή της Ρ. Λούξεμπουργκ, του Α. Τρότσκι και άλλων «αιρετικών» σκέψεων ήταν πολύ στενός. Μετά τη συντριβή του φασισμού η Σ. Ένωση, με αναβαθμισμένο ηθικό κύρος, απέκτησε έναν ακόμα τίτλο για όλα τα κομμουνιστικά κόμματα. Τώρα έγινε και η πατρίδα του αντιφασισμού, ίσως και δίκαια, λόγω του τεράστιου αριθμού των θυμάτων αλλά και των καταστροφών που υπέστη. Τώρα το αυξημένο κύρος της δεν άφηνε κανένα περιθώριο να ακουσθεί, όχι μόνο τροτσκιστική φωνή, αλλά ούτε αντίρρηση. Εξ ου και ο εξοβελισμός της Γιουγκοσλαβίας, η απομόνωσή της από σύμπασα την κομμουνιστική οικογένεια και φυσικά και από το ΚΚΕ.
Έτσι θυσιάστηκαν όλα τα παιδιά στην παγκόσμια σκακιέρα που επέβαλαν οι ανάγκες του ψυχρού πολέμου, που δεν θα μπορούσε να κτιστεί χωρίς υψηλά διαχωριστικά και οχυρωματικά τείχη. Μαζί με τα άλλα υλικά αυτών των τοιχωμάτων χρησιμοποιήθηκαν και τα παιδιά. Ο υπέρτατος σκοπός, ο μακιαβελικός κανόνας, καθαγίαζε όλα τα μέσα. Το «παιδοκτόνο» σκηνικό ήταν μια λεπτομέρεια.
Ο ΟΗΕ ήταν ο δέσμιος των συσχετισμών, ήταν ο δήθεν διαιτητής, οι αποφάσεις του οποίου λειτουργούσαν μόνο στα χαρτιά και για τις εντυπώσεις.
Ο Διεθνής Ερυθρός Σταυρός, πιστός στα καταστατικά ανθρωπιστικά μη πολιτικά καθήκοντα, βοήθησε αρκετά με τις παρεμβάσεις και διαμεσολαβητικές πρωτοβουλίες του. Γιατί οι εκθέσεις του αποτελούσαν το φόβητρο της καλής εικόνας όλων των εμπλεκομένων [175. Τασούλα Βερβενιώτη, Αναπαραστάσεις..., σελ. 12-15]. Τα εθνικά τμήματα του Ερυθρού Σταυρού, αυτοί οι υποκριτές ειρηνοποιοί, έπαιξαν το ρόλο του Πόντιου Πιλάτου. Τα τοπικά τμήματα του Ερυθρού Σταυρού ήταν τα ιδεολογικά, πολιτικά εργαλεία και παραρτήματα των κυβερνήσεών τους, χωρίς αντιρρήσεις ή εμφανείς παρεκκλίσεις.
Η οριστική λήξη του στρατιωτικού σκέλους του εμφυλίου διευκόλυνε τη διάνοιξη μεγαλύτερης οδού επιστροφής των παιδιών. Ο πόλεμος συνεχίστηκε με άλλα μη στρατιωτικά μέσα. Μέρος των νεοφώτιστων επικοινωνιακών εμπολέμων αποτέλεσε και η Ελλάδα. Η ομηρεία των εναπομεινάντων παιδιών, αυτών που μεταγενέστερα γεννήθηκαν στις χώρες υποδοχής των γονιών τους, και των ταλαίπωρων γονιών, δημιούργησε μια παγιωμένη πραγματικότητα. Μήπως ήταν μια χρήσιμη αφορμή και ευκαιρία, που σε συνθήκες ειρήνης θα τροφοδοτούσε το κλίμα του ψυχρού πολέμου και εσωτερικά; Ο από βορρά κίνδυνος μήπως λειτούργησε επικουρικά για τη διατήρηση και επαύξηση της πεποίθησης ενίσχυσης των στρατιωτικών συνασπισμών και εξοπλισμών; Μήπως και τα εναπομείναντα παιδιά με το δράμα τους έβαλαν πλάτη για την εγκατάσταση και διατήρηση των «αμυντικών» στρατιωτικών βάσεων;
Κανένας δεν θα διαφωνούσε, και τότε και σήμερα, ότι τα παιδιά είναι ο παντοτινός καλός αγωγός για μια μελλοντική καλύτερη ζωή. Κανένας επίσης δεν θα μπορούσε να αρνηθεί την προνομιακή μεταχείριση των παιδιών, γιατί η γυναίκα του Καίσαρα έπρεπε να φαίνεται και τίμια. Αυτό το «φαίνεται» ήταν ο κοινός παρονομαστής για την αμφίπλευρη καλή μεταχείριση των παιδιών. Και βέβαια οι καλές προθέσεις, που αναμφίβολα υπήρχαν, αλεστήκανε στο μύλο της ανάγκης επικράτησης διά της συντριβής του αντιπάλου. Όπως είδαμε ότι τα παιδιά χρησιμοποιήθηκαν ως αγωγός για εξυπηρέτηση εφήμερων πολιτικών, τακτική που δεν επιτρέπει να επιχαίρουν τουλάχιστον εκείνοι που θυσιάζουν το σήμερα στο βωμό μιας αυριανής καλύτερης και δικαιότερης κοινωνίας.
Στο πανδαιμόνιο που επικράτησε είναι αδύνατο να δοθούν νούμερα και το βάθος των τραυμάτων. Δίνουμε το λόγο σε δύο μελετήτριες του προβλήματος παιδομάζωμα, που συνοψίζουν με τον καλύτερο τρόπο. Στην Τασούλα Βερβενιώτη [176. Τασούλα Βερβενιώτη, Περί "παιδομαζώματος” και "παιδοφυλάγματος”... ό.π., σελ. 105- 106], που αναφέρει ότι:
«…οι
δυνάμεις της κατοχής δεν τους είχαν
φερθεί ως παιδιά, με επιείκεια. Αναφέρεται
ότι ένα 15χρονο αγόρι, τον Αντρέα Λυκουρίνο
τον έβαλαν σε καρέκλα για να μπορέσουν
να τον φτάσουν οι σφαίρες του εκτελεστικού
αποσπάσματος. Στη διάρκεια του εμφυλίου
τα παιδιά είχαν ήδη συμπεριλάβει τον
πόλεμο στα παιγνίδια τους… άλλα έπαιζαν
με κάλυκες από σφαίρες που μάζευαν ακόμα
και την ώρα της μάχης, με οβίδες και
βλήματα… η έκθεσή τους στη βία αποτελούσε
ένα καταπληκτικό, φανταστικό παιγνίδι…
παρά τους άπειρους κινδύνους».
Και στην Ειρήνη Λαγάνη [177.
Ειρήνη Λαγάνη, Η εκπαίδευση των παιδιών
του εμφυλίου πολέμου στη Γιουγκοσλαβία.
ως σημείο τριβής μεταξύ ΚΚΕ-ΚΚΓ μετά τη
ρήξη Τίτο-Κομιφόρμ (1948-1956) στο Το όπλο
παρά πόδα. Οι πολιτικοί πρόσφυγες του
ελληνικού εμφυλίου πολέμου στην Ανατολική
Ευρώπη, επιμ. Ε. Βουτυρά, Β. Δαλκαβούρας,
Ν. Μαραντζίδης, Μ. Μποτίλα εκδ. «Πανεπιστημίου
Μακεδονίας» 2005 σελ. 146],
που αναφερόμενη στα παιδιά σλαβομακεδόνων
γράφει:
«Παιδιά
θύματα του χθες αλλά και του σήμερα,
αντιμετωπίστηκαν ως -δυνάμει- φορείς
ενός μεγαλοϊδεατικού και αλυτρωτικού
φρονήματος και ενός ονόματος που ο
εθνοτικός του χαρακτήρας έδρασε
καταλυτικά στις σχέσεις τους με την
Ελλάδα».
ΠΑΙΔΟΜΑΖΩΜΑΤΑ
– ΜΕΡΟΣ 17ο
Κλείνουμε
σήμερα, με τη 17η ενότητα, το αφιέρωμα
του blog των Λαμπράκηδων στα “Παιδομαζώματα”.
Δε γνωρίζουμε πόσο συνεισφέραμε στην
κατανόηση του ζητήματος αυτού, που
πόνεσε το έθνος και τους ανθρώπους του.
Ελπίζουμε, τουλάχιστον, να προβληματίσαμε.
Για
τον Παληοτάκη
Η ομάδα του blog των Λαμπράκηδων
Η ομάδα του blog των Λαμπράκηδων
17
ΠΟΙΟΣ ΘΑ ΤΟΥΣ ΔΩΣΕΙ ΤΑ ΧΑΜΕΝΑ ΧΡΟΝΙΑ;
Παρά
τα κενά αρχείων καθώς και χαλκευμένα
αρχεία που σχετίζονται με τις αποκαλύψεις
υιοθεσιών, κυρίως στις ΗΠΑ και στην
ελλιπή διαθεσιμότητα των αρχείων του
ΚΚΕ, η κοινή συνισταμένη των ερευνητών
καταλήγει σε ενδείξεις συμπερασμάτων
τις οποίες και υιοθετούμε:
• Έγιναν αρπαγές παιδιών και από τις δυο παρατάξεις για διαφορετικούς λόγους. Οι επιτάξεις και επιστρατεύσεις που παραθέτουμε αμέσως μετά είναι άμεσα συναρτημένες με τη ζωή, το σχολείο, τον ψυχικό κόσμο, τη διαταραγμένη καθημερινότητα των παιδιών. Σε γενικές γραμμές, τα παιδιά των ηττημένων όλης της χώρας ήταν τα άμεσα θύματα και, κατά δεύτερο λόγο, αυτά της κεντρικής και βόρειας χώρας τα έμμεσα. Όμως όλα τα παιδιά έγιναν θύματα διχαστικής και μισαλλόδοξης παιδαγωγικής και όλα σύμφωνα με τις μελέτες της Δαλιάνη αναπτύσσοντας αμυντικούς μηχανισμούς, μαζί με τα δίκτυα σχέσεων μπόρεσαν να «σταθούν».
• Έγιναν αρπαγές παιδιών και από τις δυο παρατάξεις για διαφορετικούς λόγους. Οι επιτάξεις και επιστρατεύσεις που παραθέτουμε αμέσως μετά είναι άμεσα συναρτημένες με τη ζωή, το σχολείο, τον ψυχικό κόσμο, τη διαταραγμένη καθημερινότητα των παιδιών. Σε γενικές γραμμές, τα παιδιά των ηττημένων όλης της χώρας ήταν τα άμεσα θύματα και, κατά δεύτερο λόγο, αυτά της κεντρικής και βόρειας χώρας τα έμμεσα. Όμως όλα τα παιδιά έγιναν θύματα διχαστικής και μισαλλόδοξης παιδαγωγικής και όλα σύμφωνα με τις μελέτες της Δαλιάνη αναπτύσσοντας αμυντικούς μηχανισμούς, μαζί με τα δίκτυα σχέσεων μπόρεσαν να «σταθούν».
• Έγιναν βίαιες επιστρατεύσεις, επίσης. Δεν ήταν εθελούσια η στράτευση που οδηγούσε στη φυλακή [178. Μήπως οι Θεοδωράκης, Λειβαδίτης, Ρίτσος, Κούνδουρος, ήταν εθελοντές ή στρατεύτηκαν βίαια στη Μακρόνησο ή αλλού ή στρατεύτηκαν εκούσια για να πολεμήσουν τους κομμουνιστές;] ή τη Μακρόνησο, όπως και η όμοιά της, που οδηγούσε στο αντάρτικο. Κι αυτό γιατί ο πόλεμος ήταν ταξικός, αφορούσε διαφορετικές φιλοσοφίες και συμφέροντα, κατά συνέπεια απαιτούσε συμμετοχή με ελεύθερη βούληση, και κατά συνέπεια ιδεολογικά ομογενοποιημένα στρατόπεδα.
• Έγιναν επιτάξεις ακινήτων και άλλων εμπορευσίμων αγαθών, ζώων [179. Καρατζάς Μήτσος, Ημερολόγιο όσο σώθηκε», Αθήνα, 1985. Στις 28/7/48 γράφει:
«Πήγαν κι
αυτοί στο σιτάρι [της] Αναστασίας Γκούμα
και άρχισαν να ντουφεκούν στο αέρα.
Κατόπιν άφησαν τα όπλα των καταγής και
έδεναν δεμάτια». Το ημερολόγιο αποτελεί
μια νηφάλια περιγραφή από τα ερημωμένα
χωρία του Παρνασσού. Περιέχει πολλές
περιγραφές ζωοκλοπών και πλιάτσικο
αντικειμένων, που είχαν αντικειμενικό
σκοπό να στερήσουν τον ανεφοδιασμό των
ανταρτών]
και από τις δυο πλευρές. Αυτές ήταν
ενταγμένες σε διαφορετικές στρατηγικές.
Η πρώτη:
Για να μην πάνε στους αντάρτες,
και η δεύτερη:
Για την επιβίωση και
συντήρηση του αντάρτικου… Οι προβλέψεις
των δυο διαφορετικών στρατηγικών ήταν
ότι ο αγώνας σε όλα τα επίπεδα (στρατιωτικό,
πολιτικό, ιδεολογικό) θα είναι μακροχρόνιος,
πράγμα που μερικώς επιβεβαιώθηκε
(στρατιωτικό σκέλος) και διαψεύστηκε
για τα υπόλοιπα.
• Η πλειοψηφία των γυναικών του ΔΣΕ ήταν επιστρατευμένες [180. Τασούλα Βερβενιώτη, Γραφές γυναικών για τον εμφύλιο, στο Εποχή της σύγχυσης. Η δεκαετία του '40 και η ιστοριογραφία, επιμ. Γ. Αντωνίου-Ν. Μαραντζίδης, εκδ. «Εστία», 2008, σελ. 380], ενώ ο κυβερνητικός στρατός δεν χρησιμοποίησε επιστρατεύσεις [181. Βασίλειος Μάντζαρης, Ο δρόμος για το Λυκόμορο, εκδ. «Ελεύθερη Σκέψις», 2001, σελ.54, όπου γράφει:
Το κομμουνιστικό
δόγμα της κοινοκτημοσύνης είχε
καλλιεργήσει τον ελεύθερο έρωτα, και
έτσι αντιμετωπίζετο κατά κάποιον τρόπον
ο τομεύς της ψυχαγωγίας των ανταρτών,
ιδίως των μελών του κόμματος»]
γυναικών. Η γενναία συμμαχική αρωγή του
επέτρεψε να προβάλλει τον καθωσπρεπισμό,
σχετικά με τις γυναίκες, που λόγω
αυξημένου συναισθηματισμού αντιλαμβάνονται
την αλληλεγγύη σε μεγαλύτερες διαστάσεις.
Άρα, η γυναικεία παρουσία στις διάφορες
ερανικές επιτροπές ήταν χρήσιμη και
επικοινωνιακά αποδοτική. Οι εμπειρίες
από τη συμμετοχή των γυναικών στην
Εθνική Αντίσταση ήταν νωπές. Αυτές ίσως
είναι που νομιμοποίησαν ιδεολογικά τη
συμμετοχή τους στο Δημοκρατικό Στρατό;
Οι πιεστικές ανάγκες σε ανθρώπινο
δυναμικό έπαιξαν σημαντικό ρόλο. Υπήρξαν
όμως και εθελόντριες. Μερική ερμηνεία
μπορεί ίσως να αναζητηθεί σε πρώιμες
αντιρρήσεις του έμφυλου καταμερισμού
των ρόλων μεταξύ ανδρών και γυναικών;
Η εξαγγελία του Δόγματος Τρούμαν, που υλοποιήθηκε με το σχέδιο Μάρσαλ, επέβαλε διάφορες επιτροπές με συμμετοχή αμερικανών τεχνοκρατών, που συναποτελούσαν το πιο αποφασιστικό κέντρο λήψης αποφάσεων σε θέματα οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής. Στις επιτροπές αυτές οι ξένοι είχαν δικαίωμα veto [182. Κώστας Βεργόπουλος, Η συγκρότηση της νέας αστικής τάξης στο Η Ελλάδα στη δεκαετία 1940-1950. Ένα έθνος σε κρίση, επιμ. Γ. Ιατρίδης, εκδ. «Θεμέλιο», 1984, σελ. 558]. Ουσιαστικά επρόκειτο για παρακυβέρνηση, που η ισχύς της μειωνόταν σταδιακά με τη μείωση της βοήθειας. Το απίστευτο είναι ότι τα απομεινάρια αυτών των επιτροπών καταργήθηκαν το 1981 [183. Θόδωρος Σακελλαρόπουλος, Κείμενα Οικονομικής και Κοινωνικής Ιστορίας, εκδ. «Διόνικος», 2003 σελ.83-84].
Το θέμα απομάκρυνσης των αμάχων ήταν προβλέψιμο. Το θέμα προστασίας των παιδιών με τις συγκεκριμένες ελληνικές ιδιαιτερότητες ήταν πρωτόγνωρο για τις τότε συνθήκες και απρόβλεπτο. Ποιος μπορεί να φανταστεί ότι το όλο στρατηγικό επικοινωνιακό σχέδιο, το σχετικό με τα παιδιά, μια παγκόσμια τότε πρωτοτυπία, που πραγματοποιήθηκε σε άγνωστο επικοινωνιακό περιβάλλον και στέφθηκε με επιτυχία για την Ελληνική κυβέρνηση, δεν εξυφάνθηκε από υπερατλαντικούς εγκεφάλους, που ήταν οι χρηματοδότες και καθοδηγητές; Τα ερωτήματα περισσεύουν σε ένα πεδίο γεμάτο με ζιζάνια αβεβαιότητες. Αυτά που παλεύουν να ξεριζώσουν οι ιστορικοί και η ιστορία, με την οποία, όπως αρχίσαμε, θα τελειώσουμε:
Σε ένα συνέδριο με θέμα το παιδομάζωμα, που έγινε το 2007 σε μια πόλη της Ουγγαρίας, μετά από σημαντικό απολογισμό επιστημονικών ανακοινώσεων και μαρτυριών, την παράσταση των εντυπώσεων έκλεψε μια κραυγαλέα φράση μιας ηλικιωμένης γυναίκας, ηλικίας 14 ετών τότε, παιδί- θύμα, από χωριό της Β. Ελλάδας. Ήταν η φράση από την κατάθεση της μαρτυρίας της, που φιλοξενήθηκε σε πολλά έντυπα:
«Ποιος
μου δίνει εμένα τα παιδικά μου χρόνια;
Κανένας. Μόνο η ιστορία…
Παληοτάκης
Απο
το blog των Λαμπράκηδων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου